Στο τρίτο σκάμμα, που ανασκάπτουμε από το 2014, επικεντρωθήκαμε στην τομή που ανοίξαμε το 2015 κάθετα στη νότια πλευρά του ναού (Τομή 11) και όπου είχαμε αποκαλύψει τον βόρειο τοίχο της νότιας πλευράς του πειόσχημου στωικού κτιρίου (Τοίχος 2558) και λίγα ακόμα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα κατά μήκος της νότιας παρειάς του σκάμματος (Contexts 2596-2597). Η συνέχιση της ανασκαφής εδώ φέτος αποσκοπούσε στην περαιτέρω διερεύνηση αυτών των καταλοίπων, καθώς και στον εντοπισμό του νότιου (εξωτερικού) τοίχου του πειόσχημου κτιρίου που περιέτρεχε αυτήν την πλευρά της αγοράς. Για τον λόγο αυτό επεκτείναμε την τομή κατά 2 μ προς νότον. Αφαιρέσαμε το ανώτερο στρώμα αυτής της επέκτασης (Context 2599), ως επί το πλείστον στείρο από ευρήματα, με μικρό εκσκαφέα. Συνεχίσαμε χαμηλότερα μέχρι τον φυσικό βράχο, που ήρθε στο φως σε βάθος περίπου 1,30 μ από την επιφάνεια του εδάφους, χωρίς να διακρίνουμε σημαντική αλλαγή στη σύσταση των στρωμάτων. Η κεραμική που βρέθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα (Contexts 3504 και 3505) εξακολούθησε να είναι ανάμεικτη, χρονολογούμενη από την ελληνιστική περίοδο μέχρι και τον 7ο αι. μ.Χ.
Για τη συνέχιση της ανασκαφής στον χώρο μεταξύ του Τοίχου 2558 και των τοιχίων 2596-2597 χρειάστηκε η αφαίρεση του πήλινου αγωγού (Context 2595) που είχαμε βρει πέρσι, αφού πρώτα αποτυπώθηκε φωτογραμμετρικά. Σε βάθος περίπου μισού μέτρου αποκαλύφθηκε η κατώτερη στρώση του εξωτερικού (νότιου) τοίχου της νότιας πλευράς του πειόσχημου συγκροτήματος (Τοίχος 3500), πλάτους περίπου 0,90 μ. Ο τοίχος αυτός είναι κτισμένος με αργούς λίθους και κονίαμα όπως και ο βόρειος (εσωτερικός) τοίχος (Τοίχος 2558). Η απόσταση μεταξύ των δύο τοίχων είναι 6 μ, η ίδια που μετρήθηκε και στο ανασκαμμένο τμήμα της βόρειας πλευράς του πειόσχημου συγκροτήματος. Ο μεταξύ τους χώρος πρέπει να ήταν στεγασμένος, αλλά βρήκαμε ελάχιστα θραύσματα κεραμίδων και κανένα ίχνος στρώματος καταστροφής, όπως είχε συμβεί και στο τμήμα που σκάψαμε παρά τη ΒΑ γωνία του συγκροτήματος. Η κεραμική που βρήκαμε μεταξύ των δύο τοίχων (Context 2598) χρονολογείται έως το α’ μισό του 5ου αι. μ.Χ., αλλά περιλαμβάνει και αρκετά όστρακα των ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων. Τα κατώτερα στρώματα (Contexts 3506 και 3512) περιείχαν κυρίως ύστερη ελληνιστική κεραμική με λίγα όστρακα του 1ου αι. μ.Χ. Με την αφαίρεση αυτών των στρωμάτων αποκαλύφθηκαν αφενός οι δύο κατώτεροι δόμοι άγνωστου κτιρίου κοντά στη δυτική παρειά της τομής, αφετέρου η τάφρος θεμελίωσης του Τοίχου 3500.
Οι δύο δόμοι από ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους (Context 3509) αποκαλύφθηκαν σε μήκος μόλις 0,84 μ και φαίνεται να συνεχίζονται προς δυσμάς πέραν των ορίων της τομής. Ο θεμέλιος δόμος, πλάτους 1,10 μ, αποτελείται από δύο παράλληλες και εφαπτόμενες λιθοπλίνθους, πάχους 0,23 μ. Ο δεύτερος δόμος είχε μονή σειρά λιθοπλίνθων, πλάτους 0,71 μ και ύψους 0,23 μ. Για την έδραση των δόμων απαιτήθηκε η διάνοιξη τάφρου στον κροκαλοπαγή φυσικό βράχο. Ακριβώς ανατολικά των αποκαλυφθέντων δόμων αναγνωρίσαμε τάφρο παραβίασης (Context 3510) των λιθοπλίνθων που εκτείνεται σαφώς προς ανατολάς, αλλά σκάψαμε μόνο σε μήκος 1,5 μ. Το γέμισμα της τάφρου (Context 3507) περιείχε πολλά θραύσματα κεραμιδιών και κεραμική που χρονολογείται από τα μέσα του 1ου αι. π.Χ. έως τα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. Μέσα σε αυτό λοιπόν το διάστημα πρέπει να τοποθετήσουμε την παραβίαση των δόμων αυτού του στιβαρού θεμελίου κατεύθυνσης Α-Δ, και κατά συνέπεια να υποθέσουμε ότι το κτίριο στο οποίο ανήκει είναι πιθανότατα προ-ρωμαϊκής περιόδου.
Η τάφρος θεμελίωσης του νότιου εξωτερικού τοίχου (3500) του πειόσχημου συγκροτήματος αναγνωρίστηκε κατά μήκος της βόρειας πλευράς του. Το πλάτος της είναι 0,32-0,37 μ, αλλά από το χώμα που βρήκαμε εντός της τάφρου (Context 3514) περισυλλέξαμε ελάχιστα διαγνωστικά όστρακα της ύστερης ελληνιστικής περιόδου.
Η τελευταία παρέμβαση σε αυτόν τον ανασκαφικό τομέα έγινε γύρω από τον ναό, και κυρίως κατά μήκος της δυτικής του πλευράς, όπου αφαιρέσαμε μια ακόμα πάσα έτσι ώστε να αποκαλυφθεί πανταχόθεν το ανώτερο μέρος του δεύτερου δόμου του τοιχοβάτη. Η πλειονότητα της κεραμικής που βρέθηκε εδώ (Context 3516) είναι της ύστερης ελληνιστικής περιόδου, αλλά η παρουσία έστω και ελάχιστων (10 περίπου) υστερορρωμαϊκών οστράκων δείχνει ότι και αυτό το επίπεδο δεν έμεινε αδιατάρακτο. Τρία νομίσματα βρέθηκαν σε αυτό το επίπεδο (αρ. κατ. 32-34), που περιμένουν τη συντήρηση και ταύτισή τους.