»
Έρευνα Αρχαίας Σικυώνας

Δυτική στοά

Ανασκαφική περίοδος 2016


Κάτοψη του τέταρτου σκάμματος (σχ. Α. Γούναρη) με τους αριθμούς των αρχιτεκτονικών δομών.

Στο τέταρτο σκάμμα, όπου κατά τις δύο προηγούμενες περιόδους φέραμε στο φως τη βορειοανατολική γωνία του μεγάλου πειόσχημου συγκροτήματος, εστιάσαμε στην ανασκαφή των περιοχών στα βόρεια και τα ανατολικά του κτιρίου, έτσι ώστε να διερευνήσουμε τη σχέση του με προγενέστερες αρχιτεκτονικές δομές που είχαν επίσης εμφανιστεί. Για τον σκοπό αυτό επεκτείναμε το σκάμμα κατά 5 μ προς ανατολάς και εξακολουθήσαμε την ανασκαφή εντός των ορίων της πιθανολογούμενης οδού στα βόρεια. Η αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος (Context 3082) έγινε με τη βοήθεια μικρού εκσκαφέα. Πρόκειται για φυσικές επιχώσεις από τη διάβρωση της πλαγιάς της ακρόπολης και περιείχε ανάμεικτο υλικό που χρονολογείται μέχρι τον 7ο αι. μ.Χ. Με την αφαίρεση αυτού του στρώματος αποκαλύφθηκαν η συνέχεια προς ανατολάς των Τοίχων 3045 και 3065 και το περίγραμμα του Τοίχου 3091, κάθετου προς τους δύο παραπάνω τοίχους. Οι τρεις αυτοί τοίχοι μαζί με τον Τοίχο 3066, όλοι κτισμένοι με λιθοπλίνθους, ορίζουν ορθογώνιο δωμάτιο εσωτερικών διαστάσεων 4,7 x 5 μ. Ο νότιος τοίχος στερείται τμήματος μήκους περίπου 2,2 μ, όπου αναγνωρίσαμε την τάφρο παραβίασης των αντίστοιχων λίθων (Context 3089), που φθάνει έως το φυσικό βράχο. Από το γέμισμα της τάφρου (Context 3090) συλλέξαμε λίγη κεραμική που χρονολογείται έως τον πρώιμο 5ο αι. μ.Χ. Στα στρώματα που σκάψαμε εντός του δωματίου (Contexts 3093, 3088, 3100) βρήκαμε σχετικά λίγη ανάμεικτη κεραμική (λίγες εκατοντάδες όστρακα), με τα υστερότερα όστρακα να χρονολογούνται στον πρώιμο 7ο αι. μ.Χ. Ακολούθως, και προκειμένου να ερευνήσουμε τη θεμελίωση των τοίχων που το περιέβαλλαν, σκάψαμε το βόρειο μισό του δωματίου μέχρι τον φυσικό βράχο (Context 3115), που εμφανίστηκε σε βάθος μόλις 40-50 εκ. χαμηλότερα από την επιφάνεια των δόμων. Η κεραμική που βρέθηκε σε αυτό το βάθος (190 όστρακα) χρονολογείται έως τον 1ο αι. μ.Χ. Οι δύο παράλληλοι τοίχοι σώζουν δύο σειρές δόμων, ο κατώτερος πάνω από τον φυσικό βράχο με τον υπερκείμενο να λειτουργεί ως ευθυντηρία, ενώ ο Τοίχος 3045, κατεύθυνσης Α-Δ, περιλαμβάνει και τρίτο δόμο χαμηλότερα λόγω της κατωφέρειας του βράχου προς ανατολάς. Επίσης, έγινε σαφές ότι οι παράλληλοι τοίχοι 3066 και 3091 κτίστηκαν μετά τον Τοίχο 3045, δεδομένου ότι οι απολήξεις τους ακουμπούν (αντί να δένουν) στον τοίχο. Με την αποκάλυψη του φυσικού βράχου φάνηκαν και οι τάφροι θεμελίωσης των τοίχων 3045 και 3091 (Contexts 3124 και 3126 αντίστοιχα), εκ των οποίων αυτή του στιβαρότερου Τοίχου 3045 είναι πλατύτερη και βαθύτερη. Στο γέμισμα της τάφρου (Context 3125) βρέθηκαν 8 μόλις όστρακα, εκ των οποίων τρία ελληνιστικά και ένα πρώιμο ρωμαϊκό. Από το χώμα που βρέθηκε μέσα στην τάφρο 3126 (Context 3127) προέκυψε μόνο ένα όστρακο από λεπτότοιχο κύπελλο της πρώιμης ρωμαϊκής περιόδου.


Το δωμάτιο μετά το πέρας της ανασκαφής (από τα νοτιοανατολικά).


Η βόρεια πλευρά του δωματίου μετά το πέρας της ανασκαφής (από τα ανατολικά).


Στα ανατολικά του δωματίου περιοριστήκαμε μόνο στην αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος (Context 3082) και θα περιμένουμε μέχρι να επεκτείνουμε την τομή προς ανατολάς για να σκάψουμε βαθύτερα. Στην περιοχή νότια του δωματίου, τα στρώματα κάτω από το επιφανειακό (Contexts 3092, 3099, 3102) απέδωσαν κεραμική που χρονολογείται μέχρι τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους. Με την αφαίρεσή τους αποκαλύφθηκε στρώμα με μικρούς αργούς λίθους κοντά στη βορειοδυτική γωνία (Context 3104) και ένα πηγάδι (Context 3118) πλαισιωμένο από δύο λίθινες βάσεις στο μέσο της τομής. H απόθεση των αργών λίθων (Context 3104) κάλυπτε λάκκο (Context 3105) ακανόνιστου σχήματος και διαστάσεων περίπου 2,4 x 2,9 μ, σκαμμένο μέχρι τον φυσικό βράχο, που φανερώθηκε σε βάθος περίπου 80 εκ. από την επιφάνεια του Τοίχου 3066. Η κεραμική που βρέθηκε σε αυτό το στρώμα απόθεσης χρονολογείται έως τον ύστερο 6ο – πρώιμο 7ο αι. μ.Χ. Το πηγάδι (Context 3118), εσωτερικής διαμέτρου 0,70 μ, έχει λίθινο στόμιο αποτελούμενο από 4 ανισομεγέθεις λίθους με καμπύλη λάξευση στην εσωτερική πλευρά. Η ανασκαφή του εσωτερικού προχώρησε μέχρι το βάθος των 1,80 μ σε στρώσεις (Contexts 3130, 3134, 3135) αλλά δεν ολοκληρώθηκε. Οι στρώσεις περιείχαν πολλές πέτρες και θραύσματα κεραμιδιών μαζί με κεραμική που χρονολογείται έως τον πρώιμο 2ο αι. μ.Χ., που μας παρέχει ένα terminus ante quem για την επίχωση του πηγαδιού. Το ανώτερο τμήμα του πηγαδιού, ύψους 1,08 μ, είναι λιθεπενδυμένο με τρεις σειρές δόμων (ύψους από πάνω προς τα κάτω 0,35, 0,27 και 0,46 μ), ενώ το υπόλοιπο είναι λαξευμένο στον βράχο. Στη δυτική πλευρά του πηγαδιού και σε επαφή με αυτό σώζεται κατά χώρα ορθογώνια λίθινη βάση, διαστάσεων περίπου 0,62 x 0,48 μ. Παρόμοια βάση, διαστάσεων περίπου 0,47 x 0,47 μ, σώζεται και ανατολικά του πηγαδιού, σε απόσταση 2,20 μ από την πρώτη. Η χρήση αυτών των βάσεων δεν είναι σαφής, εάν δηλαδή πρόκειται για βάσεις ξύλινων πασσάλων για τη στήριξη της στέγης ή ενός ξύλινου ικριώματος για την άντληση νερού από το πηγάδι. Η επιφάνεια των δύο αυτών λίθων είναι περίπου 20 εκ. ψηλότερα από την επιφάνεια του στομίου του πηγαδιού. Κατά της δεύτερης υπόθεσης είναι η απόσταση του 1 περίπου μέτρου που χωρίζει την ανατολική βάση από το πηγάδι.


Η περιοχή νότια του δωματίου μετά το πέρας της ανασκαφής (από τα βορειοανατολικά).


Το πηγάδι και οι λίθινες βάσεις από τα νότια.