Στο δεύτερο σκάμμα, που ανοίξαμε το 2014 ακριβώς νοτιοανατολικά της μεγάλης, ελληνιστικής στοάς και όπου αποκαλύψαμε τμήμα μιας δεύτερης στοάς, κάθετης στην ελληνιστική, συνεχίσαμε φέτος την ανασκαφή στο εσωτερικό αυτής της στοάς, ώστε να αντλήσουμε στοιχεία για την εσωτερική της διαρρύθμιση, τον τρόπο κατασκευής της και τη χρονολόγησή της, όπως και για τη σχέση της με την ελληνιστική στοά. Επίσης, σκάψαμε ανατολικά του Τοίχου 2025, που είχαμε αποκαλύψει το 2014, αναζητώντας ίχνη της αρχαίας οδού που σύμφωνα με τα στοιχεία της επιφανειακής και της γεωφυσικής έρευνας περνούσε από εδώ με κατεύθυνση Β-Ν. Εντός της στοάς, τα στρώματα που αφαιρέσαμε για να φθάσουμε στο επίπεδο του στυλοβάτη (Contexts 2036, 2037-2038, 2045-2049, 2051-2053) ήταν αρκετά διαταραγμένα από μεταγενέστερες επεμβάσεις, κυρίως του 5ου και πρώϊμου 6ου αι. μ.Χ. Μάλιστα σε δύο περιπτώσεις ανιχνεύσαμε και πιθανές τάφρους αφαίρεσης προφανώς λίθων (Contexts 2039 και 2048). Με την ανασκαφή αυτών των στρωμάτων αποκαλύφθηκε ο δόμος θεμελίωσης του πίσω τοίχου της στοάς (Context 2050), που βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με αυτό του στυλοβάτη (Context 2028). Αποτελείται από λιθοπλίνθους πλάτους 0,48 και 0,54 μ, εκ των οποίων οι φαρδύτερες είναι πιθανότατα επαναχρησιμοποιημένες εάν κρίνουμε από την επιφάνειά τους και τις εγκοπές που είναι ορατές. Τώρα πλέον γνωρίζουμε ότι οι δύο λίθοι που είχαμε αποκαλύψει μερικώς πέρσι (Context 2031) στη βόρεια απόληξη του τοίχου ανήκουν στους ορθοστάτες που συνιστούσαν τον δεύτερο δόμο του τοίχου, πλάτους 0,36 και ύψους 0,70 μ.
Η συνέχιση της ανασκαφής μεταξύ του πίσω τοίχου της στοάς και του στυλοβάτη (Contexts 2056, 2058/2061, 2066, 2068) αποκάλυψε μικρό τμήμα του λίθινου δαπέδου στη ΒΔ γωνία της στοάς αποτελούμενο από πλάκες πάχους 12 εκ, καθώς και το υπόστρωμα του δαπέδου (Context 2070) από σκληρό και συμπαγές καταστανέρυθρο χώμα, πάχους 9-12 εκ. Τα υπερκείμενα στρώματα περιείχαν υλικό διαφόρων περιόδων με το υστερότερο να χρονολογείται στον 5ο αι. μ.Χ. Από το στρώμα 2061 προέρχεται αρκετή κεραμική και ένα σύνολο 11 χάλκινων νομισμάτων, που ακόμα δεν έχουν συντηρηθεί.
Προκειμένου να εντοπίσουμε πιθανές τάφρους θεμελίωσης των τοίχων της στοάς, διενεργήσαμε τομές για να φθάσαμε χαμηλότερα από το υπόστρωμα του δαπέδου έως τον φυσικό βράχο. Από τα κατώτερα στρώματα (Contexts 2074-2076, 2079-2080) συλλέξαμε κεραμική που χρονολογείται ως επί το πλείστον στο α’ μισό του 2ου αι. μ.Χ. Με την αφαίρεσή τους φάνηκαν οι τάφροι θεμελίωσης της νότιας πλευράς της ελληνιστικής στοάς, καθώς και του στυλοβάτη της δικής μας στοάς. Στο γέμισμα των τάφρων (Contexts 2083/2087 και 2085) βρέθηκαν λίγα διαγνωστικά όστρακα που χρονολογούνται στην ύστερη ελληνιστική και την πρώιμη ρωμαϊκή περίοδο.
Η ανασκαφή κοντά στο βόρειο άκρο της στοάς φανέρωσε και τους δύο κατώτερους δόμους της θεμελίωσης της μεγάλης ελληνιστικής στοάς, αθέατους μέχρι σήμερα και αποτελούμενους από ορθογώνιες λιθοπλίνθους ύψους 0,39-0,43 μ. Η σχέση αυτής της στοάς με τη δική μας επιβεβαιώθηκε με την ανασκαφή στενής λωρίδας ακριβώς πίσω (δυτικά) από τη στοά. Στα χαμηλότερα στρώματα (Contexts 2067, 2071) βρέθηκε κυρίως πρώιμη ρωμαϊκή κεραμική που χρονολογείται έως τα μέσα του 2ου αι μ.Χ., και φάνηκε ότι η βόρεια απόληξη της θεμελίωσης της πλάτης της στοάς μας όπως και το μικρό τμήμα της πλακόστρωσης εντός της στοάς καλύπτουν κατά λίγα εκατοστά τον κατώτερο δόμο θεμελίωσης της ελληνιστικής στοάς. Αυτό υποδεικνύει ότι πριν την ανέγερση της στοάς στους πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους προηγήθηκε η διάνοιξη μεγάλης τάφρου θεμελίωσης μέχρι το επίπεδο του κατώτερου δόμου θεμελίωσης της ελληνιστικής στοάς. Κατά τις εργασίες αυτές τα ελληνιστικά στρώματα αναμοχλεύθηκαν και αυτό εξηγεί την παρουσία ρωμαϊκής κεραμικής στην τάφρο θεμελίωσης της ελληνιστικής στοάς.
Στη νότια πλευρά του σκάμματος, η ανασκαφή (Contexts 2069, 2081) γύρω από το τοιχίο με τα spolia (Context 2032) που είχαμε αποκαλύψει ήδη το 2014 έδειξε ότι αυτό είναι μεταγενέστερη προσθήκη, πιθανώς του 5ου αι. μ.Χ. Αυτό το εγκάρσιο τοιχίο πρέπει να σχετίζεται με ένα παράλληλό του, 3 μέτρα νοτιότερα, που είχε εν μέρει φανεί κατά την αποκάλυψη του στυλοβάτη το 1951. Το δεύτερο αυτό τοιχίο δεν ερευνήθηκε, καθότι βρίσκεται νότια του σκάμματός μας, όμως είναι πιθανό να όριζε μαζί με το Τοιχίο 2032 έναν χώρο άγνωστης ακόμα χρήσης, πιθανότατα μετά την εγκατάλειψη της στοάς.
Στην ανατολική πλευρά του σκάμματος, ακριβώς ανατολικά των επάλληλων τοίχων 2025-2026, σκάψαμε τομή 3,80 x 2,50 μ σε βάθος 0,60 μ, χωρίς να εντοπίσουμε ίχνη οδοστρώματος. Στα σχετικά στρώματα (Contexts 2034, 2035, 2041 και 2044) βρήκαμε κεραμική, κυρίως αλλά όχι αμιγώς υστερορρωμαϊκών χρόνων (έως τον 7ο αι. μ.Χ.). Χαμηλότερα, χάριν οικονομίας χρόνου, περιορίσαμε το πλάτος της τομής στο 1,50 μ κατά μήκος της εξωτερικής πλευράς του Τοίχου 2025-2026, και συνεχίσαμε την ανασκαφή έως τον φυσικό βράχο. Με την αφαίρεση του στρώματος 2042 αποκαλύφθηκε η τάφρος θεμελίωσης του Τοίχου 2026 με κεραμική των πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων. Η θεμελίωση συνίσταται από ακανόνιστους λίθους τοποθετημένους πάνω στο τραχύ φυσικό πέτρωμα χωρίς να έχει προηγηθεί επιπέδωσή του.
Στην τομή επίσης εντοπίσαμε τμήμα πήλινου αγωγού (Context 2062), κατεύθυνσης ΝΑ-ΒΔ, τοποθετημένο μέσα σε τάφρο (Context 2063) ανοιγμένη στο φυσικό πέτρωμα πλάτους 0,30 και βάθους 0,22 μ. Ο αγωγός, τον οποίο έκοψε ο Τοίχος 2026, αποτελείται από κυλινδρικά στελέχη, μήκους 57 εκ και διαμέτρου 12-13 εκ. Η σφράγιση των αρμών των πηλοσωλήνων με ασβεστοκονίαμα υποδεικνύει ότι πρόκειται για υδρευτικό αγωγό, αλλά το μικρό μήκος του αποκαλυμμένου τμήματος (1,65 μ) δεν μας επιτρέπει να καθορίσουμε την κατεύθυνση ροής του νερού. Από το γέμισμα της τάφρου της θεμελίωσής του (Context 2060) συλλέξαμε λίγα όστρακα που χρονολογούνται έως τα μέσα του 1ου αι. μ.Χ.
Με βάση τη στρωματογραφία, φαίνεται ότι ο Τοίχος 2026 κατασκευάστηκε την ίδια περίοδο με τη στοά, δηλαδή στα πρώιμα ρωμαϊκά χρόνια. Δεδομένου ότι η φετινή ανασκαφή ανατολικά του τοίχου δεν έφερε στο φως άλλο παράλληλο τοιχίο, πρέπει να θεωρήσουμε ότι ο Τοίχος 2026 ήταν το ανατολικό όριο της διερχόμενης οδού πλάτους 4,5 μ. Το πλάτος αυτό υπολείπεται κατά 1-1,5 μ του τυπικού πλάτους μιας Σικυώνιας οδού που είχαμε υπολογίσει με βάση τα αποτελέσματα της επιφανειακής και της γεωφυσικής έρευνας. Δεν αποκλείεται να αντιπροσωπεύει ένα στένεμα της οδού στα πρώιμα ρωμαϊκά χρόνια, αν και στο τμήμα που ανασκάψαμε δεν βρήκαμε ίχνη μιας ελληνιστικής φάσης της οδού.