Η ανασκαφή της παλαίστρας του γυμνασίου, ενός επιβλητικού μνημείου της αρχαίας πόλης, που εκτείνεται σε δύο, διαδοχικά επίπεδα συνολικής έκτασης περίπου 4,6 στρεμμάτων, έλαβε χώρα τα έτη 1932, 1934-1939, και 1952-1953, και τα αποτελέσματά της δημοσιεύτηκαν περιληπτικά στα αντίστοιχα ΠΑΕ. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 μέχρι σήμερα το μνημείο, εκτεθειμένο στα στοιχεία της φύσης, επιχώθηκε σε αρκετά σημεία του, κονιάματα που κάλυπταν τους τοίχους των αναλημμάτων, τις λίθινες αύλακες περιμετρικά των στυλοβατών του άνω και του κάτω ανδήρου, καθώς και τις δύο κρήνες έχουν αποκολληθεί, ενώ το αναστηλωμένο (από τον Α. Ορλάνδο το 1937) τμήμα της νότιας κρήνης έχει τραυματιστεί, κυρίως λόγω της οξείδωσης των μεταλλικών συνδέσμων που χρησιμοποιήθηκαν. Το μνημείο έχρηζε σαφώς μελέτης συντήρησης, στερέωσης και προστασίας. Για το λόγο αυτό, το καλοκαίρι του 2020, προβήκαμε στον καθαρισμό του, τη φωτογραμμετρική αποτύπωσή του, και στην καταγραφή των αρχιτεκτονικών μελών δωρικού και ιωνικού ρυθμού που σώζονται κατά χώρα. Στα σημεία όπου η επίχωση ήταν μεγάλη, κυρίως κατά μήκος της δυτικής πλευράς του άνω ανδήρου, ο καθαρισμός έγινε βάσει ανασκαφικών πλαισίων (contexts) διαφόρων σχημάτων και διαστάσεων ανάλογα με την περίσταση. Επιπλέον, στη βόρεια πλευρά του κάτω ανδήρου κάναμε δύο μικρές τομές, κάτω από το επίπεδο του αρχαίου δαπέδου, ώστε να διερευνήσουμε στρωματογραφικές και χρονολογικές ασάφειες.
Ο καθαρισμός ξεκίνησε από τη δυτική πλευρά του άνω ανδήρου, που έχει υποφέρει περισσότερο από τη διάβρωση του υπερκείμενου πρανούς του υψώματος της αρχαίας ακρόπολης με αποτέλεσμα την επίχωση του τοιχοβάτη σε βάθος που σε σημεία άγγιζε το 1 μ. Τα επάλληλα στρώματα 5500 και 5501, συνολικού πάχους περίπου μισού μέτρου, ήταν μακρόστενες λωρίδες χώματος, μήκους περίπου 25 μ και μέγιστου πλάτους 1,8 μ, που κάλυπταν την περιοχή μεταξύ του δυτικού τοίχου και του κάθετα λαξευμένου πετρώματος του πρανούς (κατατομή - context 5512). Το υποκείμενο στρώμα (context 5501), πιο συμπαγές, και με σαφώς περισσότερη κεραμική και θραύσματα κεράμων απ’ ό,τι το επιφανειακό στρώμα, ανασκάφηκε μέχρι το επίπεδο της ανώτερης σωζόμενης επιφάνειας του δυτικού τοίχου της παλαίστρας. Η σύσταση και το περιεχόμενο του στρώματος αυτού υποδεικνύουν ότι είναι μέρος της τεχνητής επίχωσης του εργοταξιακού διαδρόμου που πρέπει να υπήρχε κατά τη διάρκεια της ανέγερσης του δυτικού τοίχου της παλαίστρας. Καθαρότερα στρώματα αυτής της επίχωσης μπορούν στο μέλλον να αναζητηθούν χαμηλότερα (έως το επίπεδο του τοιχοβάτη), καθώς η ανασκαφή σε βάθος ήταν πέραν των στόχων του φετινού προγράμματος και της σχετικής αδειοδότησης από το Υπουργείο.
Με την αφαίρεση αυτών των στρωμάτων αποκαλύφθηκε α) χαμηλό τοιχίο που βαίνει επί του δυτικού τοίχου της παλαίστρας, β) λάξευση του πρανούς ημικυκλικής διατομής και γ) αναλημματικός τοίχος στη νότια προέκταση της κατατομής. Το τοιχίο (context 5515), κατεύθυνσης Β-Ν, αποκαλύφθηκε σε μήκος 14 μ και φαίνεται ότι συνεχίζει νοτιότερα. Στην τοιχοδομία του διακρίνονται κατάλοιπα του 4ου δόμου του δυτικού τοίχου της παλαίστρας, μαζί με αργούς λίθους και κονίαμα. Πρόκειται είτε για επισκευή του δυτικού τοίχου είτε – το πιθανότερο κρίνοντας από την ευτέλεια της κατασκευής - για μεταγενέστερη προσθήκη, ίσως μετά την εγκατάλειψη της παλαίστρας. Πιθανόν να ήταν τμήμα της ανατολικής πλευράς αγωγού (ανοιχτού;) που ακολουθούσε το πρανές του λόφου με βόρεια κατεύθυνση. Κατά την ανασκαφή του παρατηρήσαμε στέλεχος πήλινου κυλινδρικού αγωγού που διασχίζει το τοιχίο και φαίνεται να τοποθετήθηκε εκεί για παροχέτευση νερού προς ανατολάς.
Η ημικυκλική λάξευση του πρανούς, διαμέτρου περίπου 70 εκ. και ορατού βάθους 1,65 μ, είναι μάλλον κατάλοιπο λατόμησης κίονα, η τελική διάμετρος του οποίου θα πρέπει να ήταν της τάξης των 50-55 εκ., εάν υπολογίσουμε μια περιμετρική αύλακα εξόρυξης πλάτους 10-15 εκ. και ένα άπεργο πάχους λίγων εκατοστών. Εναλλακτικά, η λάξευση θα μπορούσε να ανήκει σε φρέαρ πηγαδιού, το οποίο καταργήθηκε όταν κατασκευάστηκε το δυτικό άνδηρο της παλαίστρας. Ο αναλημματικός τοίχος, ορατού μήκους περίπου 6 μ και μέγιστου ορατού ύψους 2,05 μ, σώζει 4 δόμους λιθοπλίνθων και χρησίμευε για τη συγκράτηση των χωμάτων του πρανούς, που στο σημείο αυτό έχει μεγάλη κλίση.
Από τα κινητά ευρήματα ξεχωρίζει θραύσμα δωρικού γείσου με προμόχθους, καλής ποιότητας και κατεργασίας, παρόμοιο με αυτό που φαίνεται να είχε βρει ο Α. Ορλάνδος το 1934 και σήμερα εκτίθεται στο μουσείο της Αρχαίας Σικυώνας. Τα δύο αυτά θραύσματα ανήκουν πιθανότατα στην πρώτη οικοδομική φάση του δυτικού ανδήρου της παλαίστρας, κατά τα φαινόμενα σύγχρονης με την ίδρυση της κατώτερης, ανατολικής πτέρυγας του μνημείου, και άρα χρονολογούμενης στον 3ο αι. π.Χ.
Το επόμενο βήμα ήταν η ανασκαφή ενός χωμάτινου όγκου, σχεδόν ορθογώνιου με διαστάσεις 16 (στον άξονα Β-Ν) x 4 μ (στον άξονα Α-Δ) και ύψος περίπου 2 μ από το επίπεδο του δαπέδου της παλαίστρας. Ο όγκος αυτός είχε, κατά τα φαινόμενα, παραμείνει άσκαφος από τον Α. Ορλάνδο, μολονότι ο ίδιος αναφέρει ότι κατά την τελευταία ανασκαφική περίοδο (το 1953) αφαιρέθηκε η παχιά επίχωση του άνω ανδήρου και αποκαλύφθηκε ολόκληρος ο στυλοβάτης της δυτικής πλευράς μαζί με την αύλακα. Στην εικόνα όμως (αρ. 6) που συνοδεύει το κείμενό του διακρίνεται στο βάθος ο όγκος του χώματος που αφαιρέσαμε φέτος. Ξεκινήσαμε την ανασκαφή από το βορειότερο τμήμα του, ανοίγοντας τομή διαστάσεων 2 x 4 μ (context 5502). Κατά την ανασκαφή της τομής και μέχρι το βάθος του 1,5 μ δεν διακρίναμε καμία αλλαγή στη σύσταση του χώματος. Τα τέχνεργα ήταν ελάχιστα, λίγα θραύσματα κεράμων και όστρακα διαφόρων περιόδων, που υποδεικνύουν ότι το στρώμα αυτό σχηματίστηκε με τη συσσώρευση χωμάτων από το πρανές της ακρόπολης. Το υποκείμενο στρώμα (context 5503) ήταν σαφώς πιο σκούρο και με περισσότερα εγκλείσματα αλλά και πάλι με ελάχιστη κεραμική ή άλλα τέχνεργα. Αυτό μας επέτρεψε να απομακρύνουμε το υπόλοιπο έξαρμα με τη χρήση εκσκαφικού μηχανήματος (JCB), πάντα με τη δέουσα προσοχή και με συνεχή έλεγχο των χωμάτων που αφαιρούνταν. Το τελικό στρώμα, πάχους 20-30 εκ. ψηλότερα από τη στάθμη του στυλοβάτη, αφαιρέθηκε χειρωνακτικά. Η τελική επιφάνεια (context 5510), αρκετά συμπαγής και με σχετικά λίγα εγκλείσματα, βρίσκεται περίπου στο ίδιο επίπεδο με τον στυλοβάτη.
Η απουσία στρώματος κεραμίδων σε έναν χώρο που προοριζόταν να ήταν στεγασμένος, καθώς είναι τμήμα της δυτικής στοάς του άνω ανδήρου, δηλώνει ότι σε μια μεταγενέστερη φάση το κτίριο είχε απολέσει τη στέγη του, και τα κεραμίδια που κάποτε υπήρχαν είχαν απομακρυνθεί από τον χώρο. Πιθανώς με αυτήν τη φάση πρέπει να συσχετίσουμε και το πρόχειρο τοιχίο που κτίστηκε επί του δυτικού τοίχου της παλαίστρας. Η ΝΔ γωνία του άνω ανδήρου της παλαίστρας έχρηζε επίσης καθαρισμού από την επίχωση των τελευταίων επτά δεκαετιών μέχρι το επίπεδο του τοιχοβάτη που προεξέχει από την εσωτερική γραμμή του τοίχου κατά 5-7 εκ. Χάρη στην απομάκρυνση των χωμάτων που κάλυπταν όλη τη δυτική πλευρά του άνω ανδήρου ο τοιχοβάτης αυτός αποκαλύφθηκε καθ' όλο σχεδόν το μήκος του, και αναδείχθηκε το μέγιστο σωζόμενο ύψος του δυτικού τοίχου, περίπου 2 μ, που αντιστοιχεί σε 4 δόμους.
Η λίθινη αύλακα με τις ελλειψοειδείς λεκάνες περιμετρικά της στοάς είχε επίσης καλυφθεί με χώμα, κυρίως στη δυτική και τη νότια πλευρά, ενώ σε συγκεκριμένα σημεία είχαν τοποθετηθεί σφόνδυλοι κιόνων, που δυσχέραιναν τον καθαρισμό της. Μετακινήσαμε τους σφονδύλους, ένας εκ των οποίων είχε προκαλέσει σοβαρή καθίζηση της αύλακος, και καθαρίσαμε την αύλακα και τα αντίστοιχα τμήματα του στυλοβάτη (contexts 5505 για τη νότια πλευρά, 5509 για τη δυτική πλευρά και 5511 για τη βόρεια πλευρά). Η αύλακα σώζει μόνο μερικώς το τελικό στρώμα κονιάματος που την κάλυπτε, ενώ σε άλλα σημεία διακρίνεται το υπόστρωμα με τα χαρακτηριστικά ίχνη κρούσεως για την εφαρμογή της τελικής στρώσης. Στα χώματα που την κάλυπταν βρήκαμε θραύσματα δύο ακροκεράμων (context 5505) και απότμημα από την πτύχωση μαρμάρινου αγάλματος (context 5509).
Στην εσωτερική πλευρά του στυλοβάτη παρά τη ΝΔ γωνία της στοάς, διακρίναμε μια καθαρή, υπόλευκη και συμπαγή επιφάνεια (context 5506), περίπου 15 εκ. χαμηλότερα από το επίπεδο του στυλοβάτη, που πιθανόν να είναι υπόλειμμα του δαπέδου της στοάς. Στην ίδια περιοχή, συγκεκριμένα στο σημείο όπου ο στυλοβάτης δεν σώζεται, αναγνωρίσαμε πιθανή τάφρο παραβίασής του (context 5507) που την καλύπτει κοκκινωπό στρώμα με θραύσματα κεράμων (context 5508), το οποίο όμως δεν αφαιρέσαμε.
Ο στυλοβάτης σώζεται μόνο μερικώς κατά μήκος της δυτικής πλευράς. Προκειμένου να αποκαλύψουμε την υποκείμενη στρώση των λίθων και να αποκομίσουμε στοιχεία για την κατασκευή και τη χρονολόγησή του, διενεργήσαμε τομή πλάτους 1,30 μ κατά μήκος του δυτικού ορίου της αύλακας (context 5517). Σε αρκετά σημεία αναγνωρίσαμε ίχνη της τάφρου παραβίασης των λίθων του στυλοβάτη, καθώς και του υπόλευκου στρώματος εσωτερικά του στυλοβάτη.
Η αποκάλυψη του στυλοβάτη και της θεμελίωσής του μας επέτρεψε να κάνουμε διάφορες παρατηρήσεις για την αρχιτεκτονική του άνω ανδήρου και τις οικοδομικές του φάσεις. Η νότια πλευρά φαίνεται να αντιπροσωπεύει την αρχική φάση του κτιρίου με κανονικά διαμορφωμένη τη βαθμίδα της κρηπίδας του στυλοβάτη, προεξέχουσα κατά περίπου 20 εκ. Κατά κανόνα, οι λίθοι έδρασης των κιόνων είναι τετράγωνοι ενώ στα μετακιόνια διαστήματα ορθογώνιοι. Στην επιφάνειά τους διακρίνονται τα ζεύγη των εντορμιών σε απόσταση 36-38 εκ. για την προσάρτηση των κιόνων. Με βάση τα ζεύγη αυτά υπολογίζουμε το μεταξόνιο στα 2,05 μ και το μετακιόνιο στα 1,24 μ, κι έτσι μπορούμε να αποκαταστήσουμε 8 κίονες σε αυτήν την πλευρά με διάμετρο βάσης των κιόνων 0,61 μ.
Η δυτική πλευρά αντιστοιχεί σε μια δεύτερη φάση του συγκροτήματος, όταν ο αρχικός στυλοβάτης επανατοποθετήθηκε περίπου 40 εκ. ανατολικότερα, προεξέχοντας έτσι κατά περίπου 20 εκ. από το μέτωπο της πρώτης βαθμίδας της κρηπίδας. Το κενό καλύφθηκε με μια σειρά αργών λίθων και κονιάματος. Ο λόγος για τον οποίο έγινε αυτό δεν μας είναι ακόμα σαφής. Στα σωζόμενα τμήματα του στυλοβάτη παρατηρούνται σημείες που δεν αντιστοιχούν στα αναμενόμενα ζεύγη εντορμιών, καθώς και λίγα μοχλοβόθρια και εντορμίες που υποδεικνύουν ότι οι λίθοι είναι σε δεύτερη χρήση. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν και τα ίχνη στη ΝΔ και τη ΒΔ πλάκα του στυλοβάτη. Η ΝΔ πλάκα, που ακολουθεί την επανατοποθετημένη φάση του δυτικού στυλοβάτη, φέρει τέσσερις εντορμίες στη σειρά και τρεις σημείες. Το ένα ζεύγος σημείων οριοθετεί τον κίονα σε σχέση με τη παλιά του θέση, ενώ το δεύτερο ζεύγος ως προς τη νέα του θέση. Η ΒΔ πλάκα του στυλοβάτη φέρει ζεύγος εντορμιών εκτός θέσης και τετράγωνη εντορμία στο κέντρο, που δείχνει να είναι στη σωστή θέση αναφορικά με τον άξονα της κιονοστοιχίας. Φαίνεται μάλιστα ότι μόνον οι γωνιακοί κίονες ήταν γομφωμένοι στον στυλοβάτη, ενώ οι υπόλοιποι εδράζονταν άνευ γόμφων.
Στη βόρεια πλευρά, που σώζει μόνο το δυτικότερο τμήμα του στυλοβάτη σε μήκος μικρότερο των 8 μ, η απόσταση μεταξύ δύο τετράγωνων εντορμιών είναι 2,45 μ, που ίσως αντιστοιχεί στο μεταξόνιο της β’ φάσης του ανδήρου. Αυτό το μεταξόνιο διαιρεί ικανοποιητικά τον δυτικό στυλοβάτη σε 24 μεταξόνια διαστήματα με 23 κίονες, και τον βόρειο στυλοβάτη σε 8 μεταξόνια με 7 κίονες μην υπολογίζοντας τυχόν γωνιακή συνίζηση. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η στάθμη του στυλοβάτη στη βόρεια πλευρά είναι κατά περίπου 60 εκ. χαμηλότερα απ’ ό,τι στη νότια πλευρά του άνω ανδήρου, και την ίδια περίπου υψομετρική διαφορά παρουσιάζουν και οι αντίστοιχες αύλακες.
Οι κίονες και τα τμήματα του θριγκού που υπάρχουν στο χώρο ανήκουν στη β’ οικοδομική φάση. Πρόκειται για κίονες, κάτω διαμέτρου 0,61-0,62 μ, με αρράβδωτο το κάτω μέρος τους και με κιονόκρανα αδρής κατεργασίας, για μεγάλα τμήματα γείσων επίσης αδρής κατεργασίας, και για τρίγλυφα με συμφυείς μετόπες, που σε μία ακόμα μεταγενέστερη φάση, όταν πλέον η στοά είχε καταρρεύσει, τοποθετήθηκαν στο νότιο τοίχο του άνω ανδήρου. Αντίθετα, τα δύο δωρικά κιονόκρανα και τα θραύσματα των γείσων που έχουν βρεθεί και αποδοθεί στην α’ φάση είναι προϊόντα σαφώς επιμελέστερης εργασίας και λεπτότερης τέχνης, όπως είχε αναγνωρίσει ο Α. Ορλάνδος.
Στο κατώτερο (ανατολικό) άνδηρο, οι εργασίες καθαρισμού επικεντρώθηκαν στην δυτική και τη νότια πλευρά, που είχαν υποστεί τις μεγαλύτερες επιχώσεις. Κατά μήκος της δυτικής πλευράς, όπου και ο αναλημματικός τοίχος με την κυφωτή τοιχοποιία, χώματα από το άνω άνδηρο είχαν καλύψει τον τοιχοβάτη και μεγάλο μέρος του κατώτερου δόμου. H απομάκρυνση των χωμάτων καθ' όλο το μήκος του αναλήμματος ανέδειξε όλη την τοιχοποιία που σώζεται σε μέγιστο ύψος τεσσάρων δόμων. Ιδιαίτερη προσοχή δώσαμε στον καθαρισμό των κρηνών. Το πάχος των επιχώσεων εντός της νότιας, αναστυλωμένης κρήνης ήταν σχετικά μικρό, και ο προσεκτικός καθαρισμός της ανέδειξε το βοτσαλωτό δάπεδο της δεξαμενής. Κατά τον καθαρισμό του προστώου της κρήνης, μεταξύ των αρμών των λίθινων πλακών του, βρέθηκε χάλκινο Κορινθιακό νόμισμα κοπής του 50/51 μ.Χ. Στη βόρεια κρήνη οι επιχώσεις ήταν μεγάλες, άνω του μισού μέτρου, έχοντας καλύψει και τα διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη της που είχαν τοποθετηθεί εντός της δεξαμενής. Κατά την διαδικασία της αφαίρεσης των επιχώσεων ανασύραμε και τα αρχιτεκτονικά μέλη, τα οποία και τοποθετήσαμε σε ξύλινους κύβους μπροστά από την κρήνη. Πρόκειται για επιστύλια από την πρόσοψη της δεξαμενής και του προστώου που είχαν επιτρέψει στον Α. Ορλάνδο να αναπαραστήσει γραφικά την όψη της κρήνης.
Η επίχωση των δωματίων κατά μήκος της νότιας πλευράς του κάτω ανδήρου της παλαίστρας ήταν επίσης μεγάλη εξαιτίας της διάβρωσης του πρανούς. Με τον καθαρισμό της εμφανίστηκε η γραμμή του τοιχοβάτη του νότιου τοίχου και το θεμέλιο του τοίχου της πρόσοψης των δωματίων. Ο τοίχος αυτός μαζί με τα νότια δωμάτια της παλαίστρας καταργήθηκε όταν κατασκευάστηκε η κλίμακα ανόδου στο άνω άνδηρο, ακριβώς στον άξονά του. Δεδομένου ότι η πρώτη βαθμίδα της κλίμακας είναι 62 εκ. ψηλότερα από τη στάθμη του τοιχοβάτη, εύλογα συμπεραίνουμε ότι όταν κατασκευάστηκε η κλίμακα, το επίπεδο του εδάφους τουλάχιστον κατά μήκος της νότιας πλευράς της παλαίστρας είχε ανέβει περισσότερο από 40 εκ. Επιπλέον, η επανάχρηση τμημάτων της ζωφόρου του άνω ανδήρου στον τοίχο νότια της κλίμακας συνηγορεί στην υπόθεση ότι όταν κατασκευάστηκε αυτή η κλίμακα, το γυμνάσιο είχε εγκαταλειφθεί και ότι η κλίμακα εξυπηρετούσε άλλο σκοπό που επί του παρόντος μας διαφεύγει.
Η βόρεια πλευρά του κάτω ανδήρου επίσης παρουσιάζει τουλάχιστον δύο φάσεις, όπως δείχνει η παράλληλη σειρά των λιθοπλίνθων, η μία μπροστά από τα δωμάτια και η δεύτερη 80 εκ. νοτιότερα. Η νοτιότερη σειρά καταλήγει προς δυσμάς στον αναλημματικό τοίχο όπου σώζεται ανάγλυφη παραστάδα. Τα βασικά ερωτήματα αφορούν τη σχέση της νοτιότερης σειράς των λίθων με την είσοδο που σώζεται στη ΒΔ γωνία του κάτω ανδήρου και με τα δωμάτια κατά μήκος της βόρειας πλευράς. Για να διερευνήσουμε τη σχέση με τα δωμάτια και τους εγκάρσιους τοίχους τους, εάν δηλαδή η σειρά αυτή αντιστοιχεί σε τυχόν παλαιότερη πρόσοψη των δωματίων που αργότερα μετατέθηκε κατά 0,80 μ προς βορρά, διανοίξαμε δύο μικρές τομές μεταξύ των δύο σειρών θεμελίων και στον άξονα δύο εγκάρσιων τοίχων των δωματίων. Η ανασκαφή της δυτικής τομής, διαστάσεων 2 x 1,80 μ, προχώρησε μέχρι το φυσικό πέτρωμα που εμφανίστηκε σε βάθος 26 εκ. Κάτω από το επιφανειακό χώμα συναντήσαμε ένα στρώμα (context 5520) που ερμηνεύσαμε ως οικοδομικό γέμισμα, πάχους περίπου 20 εκ. Κατά την αφαίρεσή του αποκαλύφθηκε η ευθυντηρία του τοιχοβάτη, προεξέχουσα κατά 19 εκ., και ένα τρίχαλκον Σικυώνος, κοπή του α’ μισού του 2ου αι. π.Χ. Η ανασκαφή της ανατολικής τομής σε μέγιστο βάθος 59 εκ. φανέρωσε πάλι το φυσικό πέτρωμα και την ευθυντηρία του τοιχοβάτη που στο σημείο αυτό προεξέχει κατά 14 εκ. Σε καμία από τις δύο τομές δεν είχαμε σαφείς ενδείξεις ότι οι αντίστοιχοι εγκάρσιοι τοίχοι των δωματίων συνέχιζαν κάποτε νοτιότερα της υφιστάμενης πρόσοψης των δωματίων, και κατά συνέπεια η υπόθεση ότι η νοτιότερη σειρά των λίθων μπορεί να αντιστοιχούσε στην παλαιότερη πρόσοψη των δωματίων πριν αυτή μεταφερθεί βορειότερα φαίνεται να μην ευσταθεί. Από την άλλη μεριά κάποιοι τουλάχιστον από τους λίθους της πρόσοψης των δωματίων είναι σε δεύτερη χρήση, και φαίνεται να προέρχονται από στυλοβάτη καθώς φέρουν εντορμίες για την έδραση κιόνων. Το θέμα χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, αλλά το βέβαιον είναι ότι έχουμε να κάνουμε με δύο διακριτές οικοδομικές φάσεις της βόρειας πλευράς του κάτω γυμνασίου.
Ο καθαρισμός της λίθινης αύλακας περιμετρικά της στοάς καθώς και του στυλοβάτη όπου αυτός σώζεται, μας επέτρεψε να παρατηρήσουμε την επιφάνεια των λίθων, να μετρήσουμε τα μεταξόνια διαστήματα και να υπολογίσουμε τον συνολικό αριθμό των κιόνων, με διάμετρο βάσης 0,65 μ. Με ένα σταθερό μεταξόνιο 2,12 μ, υπολογίζουμε ότι η βόρεια και η νότια πλευρά του περιστυλίου έφεραν 10 ιωνικούς κίονες χωρίς τον γωνιακό και ότι η ανατολική, μακρά πλευρά 25 κίονες. Η κατακόρυφη σύνδεση των βάσεων με τον στυλοβάτη αλλά και των σφονδύλων μεταξύ τους γινόταν με ζεύγος αντιδιαμετρικών εντορμιών και με κεντρική εντορμία. Κατά τον καθαρισμό της κρηπίδας του στυλοβάτη στη βόρεια πλευρά της παλαίστρας βρέθηκε χάλκινο νόμισμα, Σικυώνιο τρίχαλκον του α΄ μισού του 2ου αι. π.Χ.
Μετά τον καθαρισμό προβήκαμε σε φωτογραμμετρική αποτύπωση του μνημείου με τη χρήση μη επανδρωμένου αεροσκάφους (drone). H ορθοφωτογραφία μεγάλης ευκρίνειας που παρήχθη βασίστηκε σε 824 λήψεις, ενώ το τρισδιάστατο μοντέλο σε 1317 λήψεις υψηλής ανάλυσης. Η ανάλυση αυτή επέτρεψε τη φωτογραμμετρική απόδοση του μνημείου σε κλίμακα 1:10 και την λεπτομερέστατη παρατήρηση της αρχιτεκτονικής του.
Η αρχιτεκτονική μελέτη συμπεριέλαβε και καταγραφή όλων των διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών που ανήκαν στα δωρικά και ιωνικά στοιχεία του μνημείου. Συνολικά καταγράψαμε 75 μέλη, κυρίως σφονδύλους και βάσεις κιόνων, αλλά επίσης θραύσματα γείσων και τμήματα επιστυλίων και παραστάδων. Το corpus αυτό συμπληρώνεται από συναφή μέλη που εκτίθενται εντός και πέριξ του αρχαιολογικού μουσείου Σικυώνος, καθώς και εντός του αρχαιολογικού χώρου, και συγκεκριμένα δυτικά του μεγάλου ναού της αγοράς. Ο κατάλογος αυτών των μελών, που προέρχονται κυρίως από τις παλιές ανασκαφές στον χώρο, δηλαδή στο γυμνάσιο, τον μεγάλο ναό, τη νότια στοά και το βουλευτήριο, αριθμεί συνολικά 124 εγγραφές. Ο στόχος τώρα είναι η αναγνώριση των μελών, η σχεδίαση και η φωτογραμμετρική αποτύπωση των πιο σημαντικών, και η απόδοσή τους σε συγκεκριμένα μνημεία.