Ανασκαφική έκθεση 2015
Το 2015, από 6-26 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκαν καθαρισμοί στην αρχαία πόλη της Κύθνου (Βρυόκαστρο). Παράλληλα πραγματοποιήθηκε περίοδος μελέτης ενόψει της προετοιμασίας της τελικής δημοσίευσης της ανασκαφής του αρχαϊκού ιερού του Μεσαίου Πλατώματος και του δημοσίου κτιρίου 5. Από πλευράς εφορείας αρχαιοτήτων υπεύθυνη ήταν η αρχαιολόγος Θεοδώρα Παπαγγελοπούλου.
α) Στο ανασκαμένο ιερό στο Βόρειο άκρο του Μεσαίου Πλατώματος (ανασκαφές 2002-2013) πραγματοποιήθηκε καθαρισμός από την αυτοφυή βλάστηση. Ο αρχιτέκτων Γουλιέλμος Ορεστίδης πραγματοποίησε αποτυπώσεις της όψης του Δυτικού αναλήμματος του αρχαϊκού ναού (εντός του μαντριού) και εκείνης της Βόρειας του μνημειακού αναλήμματος 4.
β) Οι εργασίες μας επικεντρώθηκαν στον καθαρισμό της περιοχής των Κτιρίων 1 και 2 του Νότιου τμήματος του Μεσαίου Πλατώματος (Τετράγωνο 67, Τοπογραφική πινακίδα ΧVII. Υψόμετρο από την επιφάνεια της θάλασσας 112,28 μ.). Σκοπός μας ήταν η προστασία των αρχαίων που φθείρονται χρόνο με το χρόνο εξαιτίας της βοσκής ζώων και της διάβρωσης (οι επιχώσεις έιναι εδώ μηδαμινές). Με την ευκαιρία αυτή επιτύχαμε να κατανοήσουμε καλύτερα την αρχιτεκτονική μορφή τους και να συμπληρώσουμε την κάτοψή τους. Πράγματι, τα κτίρια αυτά είχαν καθαριστεί από την ομάδα μας το 1991-1992 και σχεδιαστεί από τον αρχιτέκτονα Αλέξανδρο Γούναρη, αλλά σήμερα, λόγω της συνεχιζόμενης διάβρωσης, διακρίνονται λεπτομέρειες που δεν ήταν τότε ορατές, όπως ο στυλοβάτης του Κτιρίου 1 και ο πιθανολογούμενος Ανατολικός τοίχος του Κτιρίου 2. Τα κτίρια αυτά είχαν μελετηθεί παλαιότερα από τον υπογράφοντα και έχει διατυπωθεί η άποψη ότι πρόκειται για δύο από τα σημαντικότερα λατρευτικά οικοδομήματα της αρχαίας πόλης της Κύθνου, ενδεχομένως το Τελεστήριο των Σαμοθρακίων Θεών (Κτίριο 1) και το ναό της Αφροδίτης (Κτίριο 2), που στέγαζε το λατρευτικό άγαλμα που φιλοτέχνησε ο Μεσσήνιος γλύπτης Δαμοφών. Οι ολιγοήμερες εργασίες καθαρισμού οδήγησαν σε μια σειρά από σημαντικές διαπιστώσεις.
Κτίριο 1
Το Κτίριο 1, διαστ. 17,40 Χ 11,50 μ., είναι ευρυμέτωπο, διμερές, με εξωτ. τοίχους πλ. 0,60 μ. περίπου και στοά στα ανατολικά. Το μέγιστο σωζ. ύψ. του Δυτικού αναλήμματος (Τ1) πάνω στο οποίο έχει ιδρυθεί είναι 2,80 μ. (στη ΒΔ γωνία). Κατά τόπους, τόσο εσωτερικά, όσο και εξωτερικά του κτιρίου, σώζεται in situ το ερυθρό κονίαμα με το οποίο ήταν επιχρισμένοι οι τοίχοι του, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Όπως αναμενόταν αποκαλύφθηκε πλήρως ο στυλοβάτης (Τ4) κατώ από τη μηδαμινού πάχους στρώση χώματος που τον κάλυπτε. Είναι κατασκευασμένος από τεραστίων διαστάσεων ορθογώνιους δόμους από ντόπιο σχιστόλιθο, πλ. έως 0,80 μ. Θραύσματα κιόνων δεν βρέθηκαν, αν και παλαιότερα είχαμε συλλέξει από εδώ δύο αποσπασματικά θραυσματα δωρικών κιονοκράνων. Είναι ενδιαφέρουσα η παρατήρηση ότι η στοά αυτή, βάθους 4,50 μ., δεν είναι ενιαία, καθώς διακόπτεται από εγκάρσιο τοίχο (Τ6) που αποτελεί τη συνέχεια του εσωτερικού διαχωριστικού τοίχου ανάμεσα στις δύο αίθουσες Α και Β. Συνεπώς φαίνεται ότι έχουμε δύο επιμέρους οικοδομήματα: ένα μεγαλύτερο σχεδόν τετράγωνο (10,50 Χ 11,60 μ.), στα Βόρεια με βοτσαλωτό δάπεδο (Χώρος Α) και προστώο (Χώρος Γ) και ένα μικρότερο, στα Νότια (10,50 Χ 7,50μ.) (Χώρος Β και προστώο Χώρος Δ). Ο στυλοβάτης στις δύο στενές πλευρές του οικοδομήματος εφάπτεται στις «παραστάδες» των χώρων, εκατέρωθεν. Ενδέχεται αρχικά το κάθε ένα από τα δύο συνενωμένα οικοδομήματα να συνίστατο από ένα κυρίως δωμάτιο με σχετικά αβαθές προστώο. Σε β' φάση φαίνεται ότι η πρόσοψη των δύο ανεξάρτητων οίκων μνημειοποιήθηκε και ενοποιήθηκε κατασκευαστικά ώστε να δίνει την εντύπωση ενιαίας στοάς, ενώ το σκέλος του διαχωριστικού τοίχου Τ6 εντός της στοάς ίσως καθαιρέθηκε έως το ύψος του νέου δαπέδου. Η όλη διαρρύθμιση και αρχιτεκτονική εξέλιξη φέρνει στο νου εκείνην των αρχαϊκών κτιρίων Α1-Α2 στο Δεσποτικό, αλλά και την μεταγενέστερη σύνδεση τους με τα Κτίρια Α3-5.
Κατά τις εργασίες καθαρισμού αποκαλύφθηκε πλήρως ο φρεατόσχημος συλλεκτήρας που βρίσκεται σε επαφή με την απιόσχημη δεξαμενή, στη ΝΑ γωνία του οικοδομήματος. Έχει διάμετρο 1 μ. και βάθος 1,20 μ. και είναι επενδεδυμένος με υδραυλικό κονίαμα. Στο ανώτερο τμήμα του, 0,20 μ. από το στόμιο. υπάρχει αύλαξ υπερχείλισης που επέτρεπε την διοχέτευση καθαρού νερού εντός της παρακείμενης δεξαμενής, το βάθος της οποίας ξεπερνά τα 6 μ.
Στα Νότια του κτιρίου άρχισε να αποκαλύπτεται κλίμακα λαξευμένη στο φυσικό βράχο η οποία βαίνει παράλληλα και σε επαφή με το οικοδόμημα. Το πλάτος της κλίμακας δεν αποκαλύφθηκε πλήρως, ωστόσο πρέπει να ξεπερνά το 1,50 μ.
Η κεραμεική που συλλέχτηκε κατά τους καθαρισμούς του κτιρίου επιβεβαιώνει την άποψη που είχαμε διατυπώσει παλαιότερα ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα εδώ αρχίζει ήδη από τους Πρώιμους Ιστορικούς Χρόνους. Εκτός από το όστρακο κρατηροειδούς σκύφου του 10ου αι. π.Χ. που προέρχεται από τις παλαιότερες έρευνές μας, συλλέξαμε και πάλι ορισμένα θραύσματα γεωμετρικών-πρώιμων αρχαϊκών αγγείων με ταινιωτή διακόσμηση. Το κτίριο, με βάση τα επιφανειακά ευρήματα ήταν σε χρήση έως τουλάχιστον και τους ελληνιστικούς χρόνους.
Η λατρευτική χρήση του Κτιρίου 1 επιβεβαιώνεται, εκτός από τα ευρήματα της παλαιότερης έρευνας, και κάποια κινητά ευρήματα, όπως ένα ειδώλιο υδριαφόρου. Μια αετωματική μαρμάρινη ενεπίγραφη στήλη, δυστυχώς πολύ φθαρμένη που βρέθηκε εκεί κοντά, ενισχύει την άποψη για το δημόσιο χαρακτήρα του οικοδομήματος. Η σχέση τέλος με τον ορθογώνιο βωμό, ιδιαίτερα με το Βόρειο μισό του κτιρίου (Α/Γ) συνηγορεί και αυτή προς την προτεινόμενη ταύτιση. Παλαιότερα ο Πέτρος Θέμελης είχε διατυπώσει την άποψη ότι το Κτίριο 1 θα μπορούσε να ταυτιστεί με το «Τελεστήριο» των Σαμοθρακίων Θεών (τη σχετική επιγραφή είχαμε βρει παλαιότερα στο παρακείμενο κελλί) αλλά η διάκριση του κτιρίου σε δύο επιμέρους μέρη (Α/Γ που σχετίζεται με το βωμό, και Β/Δ που σχετίζεται με τη δεξαμενή), ενδέχεται να μας οδηγήσει σε μια επανεξέταση αυτής της άποψης.
Κτίριο 2
Η αρχιτεκτονική μορφή του Κτιρίου 2 βορειότερα, είναι περισσότερο ασαφής. Το μήκος του είναι 20,30 μ. και το δυτικό ανάλημμά του (Τ1) σώζεται σε ύψος τουλάχιστον 3,30 μ. Το πλάτος του κτιρίου και η μορφή του παρέμεναν έως σήμερα αβέβαια. Παλαιότερα είχαμε υποθέσει ότι ένας κατεργασμένος λίθος που ήταν ορατός στα ΒΑ θα ήταν δυνατόν να ανήκει στην ανωδομή του Ανατολικού τοίχου και είχαμε εκτιμήσει ότι το πλάτος του κτιρίου πρέπει να ήταν 8 περίπου μ. Οι υποψίες αυτές επιβεβαιώθηκαν καθώς ο καθαρισμός οδήγησε στην αποκάλυψη στο σημείο αυτό του αναζητούμενου Ανατολικού τοίχου του οικοδομήματος (Τ4). Ο κατεργασμένος λίθος, ωστόσο, είναι ο μόνος διατηρούμενος από την ανωδομή, και οδηγεί σε προβληματισμούς, καθώς το σύστημα κατασκευής της πλευράς αυτής διαφέρει σημαντικά από αυτό των υπολοίπων πλευρών: ορισμένες παρατηρήσεις οδηγούν σε μερικές πρώτες σκέψεις: είτε έχουμε να κάνουμε με ένα ευρυμέτωπο οικοδόμημα, μια στοά ανοιχτή προς Ανατολάς, είτε η διαφορετική τοιχοποιία υποδηλώνει δύο αρχιτεκτονικές φάσεις. Πράγματι, το Ανατολικό θεμέλιο (Τ4) ενδέχεται να αντιπροσωπεύει μια παλαιότερη φάση αναλήμματος. Η προσεκτική παρατήρηση των καταλοίπων και των λαξευμάτων στο βράχο βορειότερα επιτρέπουν την αποκατάσταση της συνέχειας του αναλήμματος Τ4 για 18,50 μ. περίπου πέραν της ΒΑ γωνίας του Κτιρίου 2. Το ανάλημμα στρέφεται στη συνέχεια προς Ανατολάς σε ορθή γωνία και σε μήκος 9 μ., και στη συνέχεια, σχηματίζοντας και πάλι ορθή γωνία, ακολουθεί εν νέου πορεία προς Βορράν και συναντά, σε αμβλεία γωνία, την απόληξη του Νότιου τοίχου του Αναλήμματος 4 του Βορείου άκρου του Μεσαίου Πλατώματος. Καθώς το Ανάλημμα 4 έχει χρονολογηθεί χάρη στις ανασκαφικές τομές που πραγματοποιήσαμε το 2011-12 στις αρχές της ελληνιστικής περιόδου, η όλη διαμόρφωση των αναλημμάτων του Μεσαίου Πλατώματος θα μπορούσε να χρονολογηθεί στην ίδια περίοδο, όταν οι Κύθνιοι, μετά τον σεισμό που κατάστρεψε το Κτίριο 3 (που ταυτίζουμε με το δίδυμο ναό πιθανώς του Απόλλωνα και της Άρτεμης, τον οποίον ανασκάψαμε μεταξύ 2002-2006), επισκεύασαν το ιερό και προχώρησαν στη μνημειακή διαμόρφωση των δημόσιων χώρων της Άνω Πόλης.
Το Κτίριο 2, συνεπώς, ενδέχεται να αποτελεί ελαφρώς μεταγενέστερη προσθήκη της μνημειακής αναδιοργάνωσης της άνω πόλης, πιθανώς, αν κρίνουμε από το τραπεζιόσχημο σύστημα τοιχοποιίας του Δυτικού αναλήμματος (Τ1), χρονολογούμενο πιθανότατα στην ελληνιστική περίοδο. Η ενδεχόμενη ταύτισή του με στοά και όχι για ναό, όπως είχαμε παλαιότερα υποθέσει, θα μάς υποχρεώσει να αναθεωρήσουμε τις απόψεις που είχαμε διατυπώσει παλαιότερα. Πράγματι, αν η υπόθεση αυτή αποδειχθεί ορθή, τότε η αναζήτηση του ναού της Αφροδίτης θα πρέπει να τεθεί σε νέα βάση. Αν δεχτούμε ότι το μαρμάρινο απότμημα αγάλματος που είχε βρεθεί παλαιότερα εκεί κοντά ανήκει στο άγαλμα της Αφροδίτης που φιλοτέχνησε ο Μεσσήνιος Δαμοφών (βλ και σχετικό ψήφισμα Κυθνίων που βρέθηκε στη Μεσσήνη, όπως υποστήριξε παλαιότερα ο Π. Θέμελης), τότε ο ναός της θα ήταν δυνατόν να ταυτιστεί με ένα από τα δύο δωμάτια του Κτιρίου 1, και όχι με το Κτίριο 2. Η ταύτιση του ναού της Αφροδίτης ακόμα και με το ανασκαμμένο Κτιρίο 3 βορειότερα δεν μπορεί να αποκλειστεί προς το παρόν εντελώς.
Λωρίδα ανάμεσα στα κτίρια 1 και 2
Ο πρόχειρος καθαρισμός της ελαφρώς τραπεζιόσχημης λωρίδας πλάτους 4,10 (Δ) /3,90 (Α) μ. ανάμεσα στα Κτίρια 1 και 2 δεν επέτρεψε την αποκάλυψη της κλίμακας που αναφέρεται από τους περιηγητές ότι υπήρχε στο σημείο αυτό, και η οποία οδηγούσε στο λιμάνι. Δεν αποκλείεται βεβαίως να αποκαλυφθεί όταν ο χώρος ερευνηθεί ανασκαφικά. Ο Ανατολικός τοίχος Τ4 του Κτιρίου 2 εκτείνεται προς Νότον για 2 μ. Υποθέτουμε ότι στο κενό πλ. 2 περίπου που σχηματίζεται ανάμεσα στο πέρας αυτού του τοίχου και τον Βόρειο τοίχο του Κτιρίου 1, υπήρχε κάποιου είδους «πρόπυλο».
Βωμός
Τέλος καθαρίστηκε ο ορθογώνιος βωμός πλ. 2,85 και σωζ. μήκ. 6,20 μ. με στόχο να αποσαφηνιστεί το ολικό μήκος του, κάτι το οποίο δεν επιτεύχθηκε. Είναι ωστόσο σημαντική η παρατήρηση ότι η έκκεντρη θέση του βωμού μάλλον οφείλεται στη διμερή διαίρεση του Κτιρίου 2 σε δύο αυτόνομα οικοδομήματα, το Α/Γ (με το οποίο συνδέεται ο βωμός) και το μικρότερο Β/Δ.
Οι καθαρισμοί του 2015 μολονότι αποσαφήνισαν σε μεγάλο βαθμό την αρχιτεκτονική μορφή των κτιρίων του Μεσαίου Πλατώματος, εντούτοις δημιούργησαν μια σειρά από νέα ερωτήματα τα οποία δεν είναι δυνατόν να απαντηθούν παρά μόνον εάν τα μνημεία ερευνηθούν ανασκαφικά.
Καταγραφές – μελέτη ευρημάτων
Συνεχίστηκε η μελέτη των κινητών ευρημάτων των χερσαίων ανασκαφών 2002-2006, 2009-2013.
Εργασίες συντήρησης και τεκμηρίωσης κινητών ευρημάτων.
Συνεχίστηκε η συντήρηση των κινητών ευρημάτων από τις ανασκαφές του ιερού τα έτη 2002-2006, 2009-2013 από τον συντηρητή Ελευθέριο Κοσμίδη (με τη συμπληρωματική βοήθεια της συντηρήτριας Βάλυς Μαϊδου)
Συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε η συστηματική φωτογράφηση όλων των ευρημάτων της ανασκαφής των ετών 2001-2013 από τη φωτογράφο Ουρανία Ησυχίδου.
Εκπονήθηκαν πολλά σχέδια κινητών ευρημάτων από τον Γιάννη Νάκα.
Χρηματοδότηση
Το ανασκαφικό-ερευνητικό πρόγραμμα Κύθνου στηρίχτηκε οικονομικά το 2016, εν μέσω των ιδιαίτερα δυσμενών συγκυριών, από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το Δήμο Κύθνου και κυρίως από τον χορηγό κύριο Αθανάσιο Μαρτίνο, ο οποίος χρηματοδοτεί πλεόν γενναιόδωρα τις ερευνές μας από το 2014 και εξής.
Δημοσιεύσεις
Ο πρώτος τόμος των τελικών πορισμάτων της ανασκαφής, όπου δημοσιεύονται η κεραμεική και τα πήλινα ειδώλια του ιερού από τους Α. Αλεξανδρίδου, Α. Αλεξανδροπούλου, Μ. Κουτσουμπού, Α. Μαζαράκη Αινιάν, Δ. Παλαιοθόδωρο, Μ. Πανάγου και Π. Τσιλογιάννη, βρίσκεται στο στάδιο της τελικής επιμέλειας των κειμένων και θα κυκλοφορήσει εντός του 2017 από τις εκδόσεις του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Ο τόμος που θα περιλαμβάνει τα μικρά ευρήματα βρίσκεται υπό προετοιμασία (πολλά από τα κείμενα έχουν ήδη κατατεθεί από τους μελετητές και βρίσκονται στο στάδιο της επιμέλειας). Παράλληλα, βρίσκεται υπό εκτύπωση συλλογικός τόμος για τα ιερά των Κυκλάδων με 5 μελέτες στην Αγγλική γλώσσα που αφορούν τα ευρήματα της Κύθνου (κυκλοφόρησε τον Ιαν. 2017), καθώς και μονογραφία του Α. Μαζαράκη Αινιάνος, επίσης στα Αγγλικά, για τα ιερά της Κύθνου (Presses Universitaires de Rennes). Οι εκδόσεις αυτές χρηματοδοτήθηκαν εξολοκλήρου από τη Chaire Internationale Blaise Pascal του Γαλλικού κράτους που απονεμήθηκε στον Α.Μ.Α. το 2012. Ένα άρθρο του Α. Μαζαράκης Αινιάνος για το δημόσιο κτίριο των ελληνιστικών χρόνων (Κτίριο 5), τυπώθηκε στον τιμητικό τόμο για τον Μ. Κορρέ.