Ανασκαφική έκθεση 2003
Κατά το 2003 συνεχίστηκε για δεύτερη συνεχόμενη περίοδο η συστηματική πανεπιστημιακή ανασκαφή του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του πανεπιστημίου Θεσσαλίας που πραγματοποιείται σε συνεργασία με την ΚΑ' ΕΠΚΑ στην αρχαία πόλη της Κύθνου της ομώνυμης νήσου των Κυκλαδων (σήμερα Βρυόκαστρο). Οι εργασίες πεδίου πραγματοποιήθηκαν από 1-28 Σεπτεμβρίου 2003.
Οι εργασίες συντήρησης και καταγραφής συνεχίζονται καθ' όλη τη διάρκεια του έτους. Η ανασκαφή χρηματοδοτήθηκε και πάλι από το Υπουργείο Αιγαίου και το Δήμο Κύθνου. Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας κάλυψε τα έξοδα των φοιτητών και ενοικίασε κτίριο στη Χώρα της Κύθνου, που χρησιμεύει πλέον ως χώρος εργασίας αλλά και φιλοξενίας των μελών της ερευνητικής ομάδας και των φοιτητών του ΙΑΚΑ.
Συγκεκριμένα κατά το 2003 ερευνήθηκαν οι εξής τομείς:
Άδυτο του ναού (χώρος Β)
Ολοκληρώθηκε η έρευνα του αδύτου και του σηκού του ναού. Αποκαλύφθηκε περιμετρικά η ευθυντηρία των τοίχων και μέσα στο άδυτο η ανασκαφή προχώρησε σε βάθος με στόχο την αποκάλυψη του φυσικού βράχου επάνω στον οποίο θεμελιώθηκε το οικοδόμημα. Στο ύψος περίπου του δαπέδου, μολονότι είχε θεωρηθεί ότι η έρευνα είχε ολοκληρωθεί, εντούτοις βρέθηκαν περίπου 30 αφιερώματα των γνωστών από την περυσινή ανασκαφή κατηγοριών. Ξεχωρίζουν δύο θραύσματα χρυσού ελάσματος με παράσταση πομπής αρμάτων (συνανήκουν με τα δύο παρόμοια ελάσματα που είχαν βρεθεί πέρυσι), σφενδόνη δαχτυλιδιού από κοράλλι επενδεδυμένο με χρυσό έλασμα, πεπονόσχημο χρυσό περίαπτο, χρυσός ρόδακας, οστέινες και χάλκινες πόρπες, οστέινη βελόνη, διάφορες χάνδρες και σφραγίδες, κ.ά.
Το υπόστρωμα του δαπέδου, έως και τουλάχιστον 1 μ. βαθύτερα, συνίστατο από λίθους μετρίου μεγέθους και λατύπη. Η εξισωτική αυτή επίχωση δεν περιείχε ευρήματα. Η στενότητα του χώρου δεν επέτρεψε τη συνέχιση της ανασκαφής σε μεγαλύτερο βάθος και να αποκαλυφθεί ο φυσικός βράχος.
Σηκός (χώρος Α)
Στο σηκό η έρευνα περιορίστηκε στην πλήρη αποκάλυψη της "ευθυντηρίας" πάνω στην οποία εδράζονται οι τοίχοι του ναού. Δεν συλλέχτηκαν πολλά χαρακτηριστικά ευρήματα.
Χώρος Γ
Στο στενόμακρο χώρο ανάμεσα στον πίσω (Α) τοίχο του αδύτου και τον περίβολο του ναού αφαιρέθηκε το στρώμα καταστροφής που περιείχε αρκετούς κεράμους και πολυάριθμους λίθους, μέχρι το ύψος του δαπέδου. Συλλέχτηκαν αρκετά κινητά ευρήματα αναθηματικού χαρακτήρα, χρονολο-γούμενα κυρίως στους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους (παρόμοιες κατηγορίες με εκείνες του αδύτου). Αναφέρουμε ενδεικτικά αρκετά χάλκινα αφιερώματα, ανάμεσά τους χάλκινη λαβή σκεύους σε μορφή λιονταριού, χάλκινες πόρπες και περόνες, οστέινες σφραγίδες, αρχαϊκοί δίμιξοι λύχνοι, θραύσματα πολύχρωμων μικρογραφικών υάλινων αγγείων, καθώς και μελανόμορφη κεραμεική. Δοκιμαστική τομή στο Ν άκρο του χώρου πιστοποίησε την ίδια εικόνα που περιγράφηκε παραπάνω σε σχέση με το άδυτο (εξισωτικό μπάζωμα με λίθους και λατύπη, από το οποίο απουσιάζουν παντελώς τα κινητά ευρήματα).
Χώρος Δ
Στο στενόμακρο χώρο ανάμεσα στον Νότιο τοίχο του ναού και τον περίβολο του ναού αφαιρέθηκε επίσης το στρώμα καταστροφής που κάλυπτε το εξωτερικό επίπεδο χρήσης. Η επίχωση περιείχε αρκετούς κεράμους και πολυάριθμους λίθους, μέχρι το ύψος του δαπέδου.
Από το Δυτικό μισό συλλέχτηκαν αρκετά κινητά ευρήματα αναθηματικού χαρακτήρα, χρονολογούμενα κυρίως στους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους (παρόμοιες κατηγορίες με εκείνες του αδύτου, αλλά λιγότερα ευρήματα, επίσης αρκετά αλλά τελείως θρυμματισμένα θραύσματα πήλινων ειδωλίων), αλλά και ορισμένα της ελληνιστικής περιόδου, συμπεριλαμβανομένου και ενός χάλκινου νομίσματος Κύθνου του 3ου-2ουπ.Χ. αι. Σε επαφή και σε αρκετή έκταση νότια της αντηρίδας που συνδέει τη ΝΑ γωνία του αδύτου με τον περίβολο απαντήθηκε εκτενής πυρά με στάχτη, οστά ζώων και θραυσμένα αγγεία της ελληνιστικής περιόδου (ανάμεσά τους κάνθαρος τύπου Δυτικής Κλιτύος του τέλους του 3ουαι. π.Χ.) η οποία ερμηνεύεται ως "εγκαίνιον" που πραγματοποιήθηκε όταν ο ναός επισκευάστηκε στα τέλη του 3ουπ.Χ. αι.
Ακολούθως ερευνήθηκε η υποθεμελίωση τόσο του ναού όσο και του περιβόλου. Η εικόνα ήταν η ίδια με εκείνη του αδύτου (μπάζωμα από λίθους μετρίου μεγέθους και λατύπη που δεν περιείχε ευρήματα). Στο ανώτερο στρώμα του μπαζώματος αυτού, δηλ. αμέσως κάτω από το δάπεδο, βρέθηκαν αρκετά μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη καθώς και ημικυκλική βάση από κογχυλιάτη λίθο. Εικάζεται ότι τα αρχιτεκτονικά αυτά μέλη προέρχονται από τον αρχαϊκό ναό ο οποίος πρέπει να είχε υποστεί σοβαρές ζημιές και τοποθετήθηκαν εκεί κατά την επισκευή του στα τέλη του 3ουπ.Χ. αι. Σε δοκιμαστική τομή σε βάθος, σε επαφή με την αντηρίδα, διαπιστώθηκε ότι η υποθεμελίωση τόσο του ναού όσο και του περιβόλου έχουν ύψος λίγο μεγαλύτερο του 1 μέτρου και εδράζονται στο φυσικό βράχο. Αντίθετα, η υποθεμελίωση της αντηρίδας έχει ύψος 0,25 μ. και σχετίζεται με την επιδιόρθωση του ναού κατά τους ελληνιστικούς χρόνους.
Χώρος Ε
Πρόκειται για το μακρόστενο χώρο ανάμεσα στο Β τοίχο του ναού και το σύγχρονο αναλημματικό τοίχο μερικά μέτρα βορειότερα (βλ. παρακάτω -8-). Η έρευνα δεν παρουσίασε ιδιαίτερο ενδιαφέρον (η περιοχή ήταν διαταραγμένη). Διαγράφηκαν ωστόσο καλύτερα οι πλάκες της ευθυντηρίας των τοίχων του ναού.
Περιοχή ανάμεσα στο ναό και στον οχυρωματικό περίβολο
Άρχισε η έρευνα Ανατολικά του ναού. Απαντήθηκε στρώμα καταστροφής από πολυάριθμους πεσμένους λίθους, ανάμεσα στους οποίους απαντώνται κατά τόπους μεγάλες συγκεντρώσεις από κεράμους και ευρήματα, κυρίως αγγεία της ελληνιστικής περιόδου. Η εικόνα είναι παρόμοια με εκείνην που απαντήθηκε κατά την ανασκαφή του Β αναλήμματος. Ξεχωρίζει ακέραιος ελληνιστικός "κνιδιακός" λύχνος. Διαπιστώθηκε ότι ο αναλημματικός τοίχος που στήριζε το ανάλημμα του ναού συνεχίζει κάτω από τον περίβολο και θεμελιώνεται σε μεγάλο βάθος. Πάνω στο ανάλημμα, πλ. 0,95 μ., εδράζεται μια σειρά από ευμεγέθεις ορθογώνιες πλάκες, οι οποίες προεξέχουν 0,25 μ. προς τα Ανατολικά (εξωτερικά). Ο περίβολος εδράζεται πάνω στις πλάκες αυτές και ενδέχεται να είναι κατά τι μεταγενέστερος του αναλήμματος. Η έρευνα στο χώρο αυτό δεν ολοκληρώθηκε.
Περιοχή νότια του ναού
Ερευνήθηκε το Δυτικό ήμισυ της περιοχής που ορίζεται Α από το τείχος, Δ από το μαντρί, Β από τον περίβολο του ναού και Ν από το φυσικό βράχο. Η έρευνα έφερε στο φως μακρόστενη λίθινη πειόσχημη κατασκευή μήκους 10,50 μ. και πλ. 3,25 (εσωτ. σωζ. πλ. 1,55 μ.), προσανατολισμένη Β-Ν.
Ανάμεσα στον περίβολο του ναού και το Ν άκρο του τεμένους σχηματίζονται στενά περάσματα, πλ. περίπου 1 μέτρου (στα Ν μάλιστα, ο φυσικός βράχος είναι λαξευμένος και σώζονται κατακόρυφες δοκοθήκες). Η κατασκευή, η οποία σώζεται καλύτερα προς Ν, ερμηνεύεται ως μνημειακός βωμός (πλησίον της ΝΔ γωνίας συλλέχτηκαν αρκετά θρυμματισμένα καμένα οστά ζώων). Η έρευνά της δεν ολοκληρώθηκε.
Στο ΝΔ άκρο ερευνήθηκε η περιοχή μπροστά από την κόγχη με το οξυκόρυφο τόξο που είναι λαξευμένη στην κάθετη παρειά του διαμορφωμένου βράχου, 1 μ. ψηλότερα από το φυσικό βράχο (διαστ: ύψ. 0,75, πλ. 0,50, βάθ. 0,30 μ.). Σώζεται ικανοποιητικά το κονίαμα και το ερυθρό επίχρισμα με το οποίο η κόγχη ήταν επενδεδυμένη.
Λίγο Δυτικότερα υπάρχει ορθογώνιο λάξευμα στο φυσικό βράχο, ύψ. 1,20, πλ. 1,10 και βάθ. 0,30 μ., που ενδέχεται να αντιπροσωπεύει την υποδοχή για τη στερέωση των δόμων του Δ αναλημματικού τοίχου του τεμένους, ο οποίος δεν σώζεται στο σημείο αυτό (διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση ωστόσο εσωτερικά του γειτονικού μαντριού. Η λιθορριπή που χαρακτήριζε την περιοχή γύρω από την κόγχη προερχόταν από σύγχρονο καμπύλο περίβολο, πιθανώς μαντρί. Στα περισσότερα σημεία η έρευνα έφθασε μέχρι το φυσικό βράχο, δίχως να συλλεχτούν αξιόλογα ή έστω ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ευρήματα.
Περιοχή βορείου αναλήμματος
Προς Βορράν του ναού το πρανές ήταν ιδιαίτερα έντονο. Η ανασκαφή οδήγησε στην αποκάλυψη ενός σύγχρονου μανδρότοιχου ο οποίος βαίνει παράλληλα με το ναό, και λίγο βορειότερα, αλλά σε μεγαλύτερο βάθος, κάτω από πεσμένους ογκόλιθους, φάνηκε το Βόρειο ανάλημμα του ναού (5,80 μ βορειότερα του Β τοίχου του ναού).
Το κεντρικό τμήμα του αναλημματικού τοίχου ήταν κατεστραμμένο ήδη από την αρχαιότητα. Στο σημείο αυτό αφέθηκε άσκαφο το στρώμα καταστροφής, εν είδει μάρτυρα. Εκατέρωθεν, η ανασκαφική έρευνα προχώρησε έως το φυσικό βράχο, επάνω στον οποίο είναι θεμελιωμένος ο αναλημματικός τοίχος. Οι κατώτεροι σχιστολιθικοί δόμοι, μολονότι έντονα διαβρωμένοι, σώζονται προς Ανατολάς σε ύψος 6 στρώσεων (έως 4 στα Νότια). Η ΝΔ γωνία αποκαλύφτηκε πλήρως, ενώ η ΒΑ μερικώς. Το συνολικό μήκος του Β αναλημματικού τοίχου είναι 15 μ., το πλ. του αγγίζει το 1 μέτρο, ενώ το μέγ. σωζ. ύψος του είναι 1,30 μ. Η όλη εικόνα δίνει την εντύπωση μιας ξαφνικής καταστροφής, πιθανώς οφειλόμενη σε σεισμό: οι δόμοι ήταν ερριμμένοι κατακόρυφα, σε παράταξη, ωσάν να κατέρρευσε ενιαία ολόκληρο το ανάλημμα, ιδιαίτερα μετά τη διάσπαση του κεντρικού του σκέλους. Ανάμεσα στους ογκόλιθους υπήρχαν μεγάλα χάσματα ή χαλαρά χώματα και κατά τόπους υπήρχε έντονη συγκέντρωση ευρημάτων, που χρονολογούνται από τα αρχαϊκά έως και τα ελληνιστικά χρόνια. Μεταξύ αυτών βρέθηκε θραύσμα τριγλύφου από κογχυλιάτη που οδηγεί στην υπόθεση ότι ο ναός ήταν δωρικού ρυθμού. Από τα λοιπά ευρήματα ξεχωρίζουν λίγα γυναικεία ειδώλια (ένα σχεδόν ακέραιο καθιστό και μία υδριαφόρος), πώμα μαρμάρινης κλασικής πυξίδας, ακέραιος άβαφος πολύμιξος λύχνος, ακέραιος λύχνος του 4ου π.Χ. αι., φιάλες και σκύφοι (ανάμεσά τους και ορισμένοι ανάγλυφοι) ελληνιστικών χρόνων, μικρογραφικές κοτύλες και σκύφοι και σχεδόν ακέραιος απιόσχημος αρύβαλλος, υάλινη κεφαλή ζώου (περίαπτο;), όλα τα τελευταία αρχαϊκών χρόνων.
Επίσης συλλέχτηκαν ακέραιη ασημένια περόνη, θραύσμα χάλκινης μικρογραφικής ασπίδας, χάλκινα στρεπτά ενώτια και ελάσματα με ανάγλυφη γεωμετρική διακόσμηση (π.χ. σύνθετος πλοχμός). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παρατήρηση ότι ορισμένα όστρακα από το στρώμα καταστροφής του Β αναλήμματος συνανήκουν με όστρακα που προέρχονται όχι μόνο από το σηκό και το χώρο Γ, κάτι αναμενόμενο, αλλά και σε μία τουλάχιστον περίπτωση με του αδύτου.
Εργασίες προστασίας των μνημείων, συντήρηση, μελέτη
Μετά το πέρας της ανασκαφής ο αρχιτέκτων Δρ Α. Γούναρης σχεδίασε την κάτοψη του ναού και τα άλλα αρχιτεκτονικά λείψανα και στη συνέχεια όλα τα χάσματα και οι βαθιές τομές μπαζώθηκαν πάλι για προστασία. Ο νεώτερος αναλημματικός τοίχος που αποκαλύφτηκε Β του ναού δεν καθαιρέθηκε προκειμένου να μην κινδυνεύσει ο υπερκείμενος ναός. Η τοιχοποιία του ναού και οι έως σήμερα συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στον αρχαιολογικό χώρο δεν εμπνέουν την παραμικρή ανησυχία για την τύχη και αποτελεσματική προστασία των αποκαλυφθέντων αρχιτεκτονικών λειψάνων. Με τους ακατέργαστους λίθους που συγκεντρώθηκαν κατά την ανασκαφή κτίστηκε μεγάλος μανδρότοιχος στο ΒΔ άκρο του αρχαιολογικού χώρου και φράχθηκαν τα ανοίγματα στους υπάρχοντες μανδρότοιχους που οδηγούν στον αρχαιολογικό χώρο που ανασκάπτεται, κλείνοντας την πρόσβαση στα ζώα. Οι κατεργασμένοι ογκόλιθοι και οι ορθογωνισμένοι λίθοι, ιδιαίτερα εκείνοι που προέρχονται από το Β ανάλημμα κτίστηκαν στα ΒΑ του αρχαιολογικού χώρου, με την προοπτική της μελλοντικής αναστήλωσης του αναλήμματος.
Η συντήρηση των κινητών ευρημάτων από τον έμπειρο συντηρητή κ. Θ. Μαυρίδη συνεχίζεται (οργανώθηκε και λειτουργεί μικρό εργαστήριο συντήρησης δίπλα στην αποθήκη όπου φυλάσσονται τα αρχαία). Οι καταγραφές και μελέτη των κινητών ευρημάτων των ανασκαφικών περιόδων 2002-03 συνεχίζονται με εντατικούς ρυθμούς από τα μέλη της ερευνητικής ομάδας. Με δωρεά του "Συλλόγου προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων" αγοράστηκε μεγάλο χρηματοκιβώτιο ασφαλείας στο οποίο έχουν τοποθετηθεί προσωρινά όλα τα πολύτιμα ευρήματα της ανασκαφής.
Συμμετέχοντες
Στις έρευνες συμμετείχαν φέτος, εκτός από τους μόνιμους και έμπειρους επιστημονικούς συνεργάτες του προγράμματος (αρκετοί πτυχιούχοι αρχαιολόγοι, ζωοαρχαιολόγος, αρχιτέκτων, τοπογράφος, φωτογράφος, συντηρητής), ο Επίκ. καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας του Τομέα Αρχαιολογίας Δ. Παλαιοθόδωρος καθώς και πολυάριθμοι φοιτητές του τμήματος ΙΑΚΑ του πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Διάχυση αποτελεσμάτων
Στις 15-8-03 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κωστής Στεφανόπουλος επισκέφτηκε την Κύθνο και ξεναγήθηκε από τον ανασκαφέα σε ορισμένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της ανασκαφής του 2002.
Επίσης διοργανώθηκε φωτογραφική έκθεση με θέμα τις αρχαιολογικές έρευνες στην Κύθνο στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Μάιος 2003) και τη Χώρα Κύθνου (Αύγουστος 2003), η οποία μεταφέρθηκε και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (29 Μαρτίου-14 Μαΐου 2003).