Ανασκαφική έκθεση 2010
Το Σεπτέμβριο του 2010 συνεχίστηκαν οι χερσαίες και ενάλιες αρχαιολογικές ανασκαφές στην αρχαία πόλη της Κύθνου (Βρυόκαστρο) από τον Τομέα Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, σε συνεργασία με την ΚΑ’ ΕΠΚΑ και την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, αντίστοιχα.
Τις αρχαιολογικές έρευνες στην αρχαία Κύθνο τα τελευταία χρόνια στηρίζει οικονομικά το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η οικονομική και ηθική στήριξη του Δήμου Κύθνου και η τρέχουσα χρηματοδότηση της Νομαρχίας Κυκλάδων.
Υποβρύχιες ανασκαφές
Τον Σεπτέμβριο του 2010 (από 6-19/09/2010) συνεχίστηκε για τέταρτη περίοδο η υποβρύχια ανασκαφική έρευνα στον όρμο Μανδράκι της Κύθνου. Εκεί έχουν εντοπιστεί τα καταποντισμένα κατάλοιπα του αρχαίου λιμένος της αρχαίας πρωτεύουσας του νησιού (την ομώνυμη Κύθνο, σήμερα «Βρυόκαστρο»).
Το 2008 και 2009 η έρευνα είχε επικεντρωθεί στην περιοχή του Τοίχου 2, στα θεμέλια του οποίου βρέθηκαν μαρμάρινα γλυπτά της ρωμαϊκής περιόδου. Το τμήμα του Τ2 όπου βρέθηκαν τα γλυπτά είναι προχειροκτισμένο. Στο σημείο αυτό εικάζουμε ότι υπήρχαν νεώσικοι (στέγαστρα για τα αρχαία πλοία) και ότι στην ύστερη αρχαιότητα, και πάντως πριν την εγκατάλειψη της πόλης τον 6ο ή 7ο αι. π.Χ., όταν πλέον η πόλη και το ναυτικό της ήταν σε παρακμή, τα ανοίγματα αυτά της παράκτιας οχύρωσης σφραγίστηκαν για προστασία.
Η προσπάθεια να καθαριστεί σε έκταση η περιοχή ανάμεσα στην Δυτική απόληξη του Τ2 και την ακτή προκειμένου να ελεγχθεί η παραπάνω υπόθεση δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, λόγω του μεγάλου πάχους του στρώματος της άμμου. Κατά τόπους, κάτω από το στρώμα της άμμου, αποκαλύφτηκε ένα εκτεταμένο στρώμα από ογκόλιθους που δεν είναι σαφές αν αποτελούν τμήμα κατασκευής. Η παρουσία ωστόσο τριών σφονδύλων από αρράβδωτους κίονες θα ήταν δυνατόν να ενισχύσει την υπόθεση για την παρουσία νεωσοίκων στην περιοχή αυτή.
Φέτος αποφασίστηκε να διενεργηθεί ανασκαφική τομή σε βάθος (Τομή 1/2010) περίπου 15 μέτρα Νότια (εξωτερικά) του Τ2, στο μέσον περίπου της λιμενολεκάνης, με στόχο τον έλεγχο της στρωματογραφίας. Η τομή είχε διαστάσεις περίπου 5 Χ 7 μέτρα. Κάτω από το στρώμα της άμμου (από βάθ. -3,10 μέτρα και εξής από την επιφάνεια της θάλασσας) υπήρχε στρώμα από φύκια πάχους περίπου 0,40 μ. Βαθύτερα άρχισαν να αποκαλύπτονται πολυάριθμοι διάσπαρτοι λίθοι διαφόρων διαστάσεων. Ορισμένοι από αυτούς ήταν δόμοι κατεργασμένοι και ενδέχεται να προέρχονται από το γκρέμισμα του Τ2.
Τα κινητά ευρήματα ανάμεσα στους λίθους ήταν πολυάριθμα. Στα ανώτερα στρώματα η κεραμεική ανήκει στους υστερορωμαϊκούς και ρωμαϊκούς χρόνους (κυρίως αμφορείς και λύχνοι).
Βαθύτερα, έως και το βάθος -4,90 μ. που διακόπηκε η έρευνα της Τομής 1/2010 για εφέτος, άρχισαν να αποκαλύπτονται θραύσματα κεραμεικής της ελληνιστικής και κλασικής περιόδου.
Ανάμεσα στα μικρά ευρήματα συγκαταλέγονται πολυάριθμα θραύσματα από μολύβδινα βαρίδια, χάλκινο δαχτυλίδι, πήλινο σφράγισμα, κ.ά.
Τέλος, ο Α. Τούρτας πραγματοποίησε φωτομωσαϊκή αποτύπωση του Τοίχου 2.
Η ενάλια ανασκαφή διεξάγεται υπό τη διεύθυνση του καθηγητού κ. Αλέξανδρου Μαζαράκη Αινιάνος, από την πλευρά του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και του αρχαιολόγου Δρ. Δημήτρη Κουρκουμέλη, από την πλευρά της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων. Στις έρευνες του αρχαίου λιμανιού, που σημειωτέον ξεκίνησαν το 2005, συμμετέχουν πολυάριθμοι προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές της αρχαιολογίας του τμήματος Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, καθώς και αρχαιολόγοι ή μεταπτυχιακοί φοιτητές από πανεπιστήμια της Ελλάδας και του Εξωτερικού.
Χερσαίες ανασκαφές
Στην Άνω Πόλη συνεχίστηκαν οι ανασκαφικές εργασίες στο Βόρειο άκρο του Μεσαίου Πλατώματος (Ανάλημμα 4) και στο Κτίριο 5. Οι εργασίες στο πεδίο διήρκεσαν τρεις εβδομάδες (από 6-26/09/2010) Τα αποτελέσματα υπήρξαν και πάλι σημαντικά.
Ανάλημμα 4
Συνεχίστηκε η έρευνα στο μνημειακό ανάλημμα Δυτικά του ναού (ΑΝΑΛΗΜΜΑ 4), το οποίο έχει μήκος περί τα 60 μ. (Τοίχος 25) και πλ. γύρω στα 20 μ. (Τοίχοι 24 και 26). Στόχος της ανασκαφής στο χώρο αυτό είναι αφενός η χρονολόγησή του αναλήμματος και αφετέρου η κατανόηση της χρήσης του. Φέτος ολοκληρώθηκε η ανασκαφική έρευνα στα Τετράγωνα Α, Β, Υ 18, Νότια του Τ24 και Ανατολικά του Τ25. Τα προκαταρκτικά συμπεράσματα συνοψίζονται στα ακόλουθα:
Η πρώτη διαμόρφωση του αναλήμματος ενδέχεται να χρονολογείται στη διάρκεια της αρχαϊκής περιόδου και πιθανώς επεκτάθηκε και έλαβε τη μνημειακή του μορφή στη διάρκεια της Ελληνιστικής περιόδου. Εσωτερικά (Ανατολικά) του εξωτερικού αναλημματικού τοίχου (Τ25) άρχισαν να αποκαλύπτονται μια σειρά από παράλληλοι παλαιότεροι αναλημματικοί τοίχοι, με σημαντικότερους τους Τοίχους 27 και 29, που ίσως ανήκουν στις παλαιότερες διαμορφώσεις του ανδήρου. Οι τοίχοι αυτοί ακολουθούν λοξή πορεία σε σχέση με τον προσανατολισμό του ανδήρου της Ελληνιστικής εποχής. Παρόμοιο προσανατολισμό ακολουθεί και ο Τ28, εξωτερικά της ΒΔ γωνίας του Ανδήρου 4, ο οποίος αποκαλύφτηκε το 2009 και χρονολογείται και αυτός πριν από την οικοδόμηση του αναλήμματος της Ελληνιστικής περιόδου.
Οι εργασίες φέτος επικεντρώθηκαν στο δυτικό τμήμα της τομής, ανάμεσα στους Τ29, Τ24 και Τ25. Κατά τόπους το εξισωτικό μπάζωμα του αναλήμματος περιείχε μεγάλες ποσότητες κεραμικής και ευρημάτων, ορισμένα από τα οποία συνανήκουν ή συγκολλώνται με τα αντίστοιχα ευρήματα που έχουν προέλθει παλαιότερα από την περιοχή γύρω από το ναό (Κτίριο 3).
Η έντονη κατωφέρεια του φυσικού βράχου από Α/ΝΑ προς Δ/ΒΔ δικαιολογεί την κατασκευή του μνημειακού Αναλήμματος 4. Σε δύο σημεία εσωτερικά και παράλληλα με τον Β τοίχο του Αναλήμματος 4 αποκαλύφτηκαν κοιλότητες μεγάλης διαμέτρου οι οποίες ενδέχεται να σχετίζονται με τις σκαλωσιές που στήθηκαν για την οικοδόμηση του μνημειακού αναλήμματος.
Σε επαφή με τη νότια παρειά των τετραγώνων Α, Β, Υ 18, και συγκεκριμένα μεταξύ των τετραγώνων Υ και Α 18, αποκαλύφτηκε ένας ακόμη εγκάρσιος τοίχος, ο Τ31, ο οποίος συναντά κάθετα τον Τ29. Ο Τ31 σώζεται σε μήκος 2,05 μ., Θεμελιώνεται πάνω σε επίχωση, λίγο ψηλότερα από το φυσικό βράχο: πρόκειται είτε για υπόλειμμα παλαιότερου αναλημματικού τοίχου ο οποίος καταστράφηκε εν μέρει κατά την κατασκευή του μνημειακού αναλήμματος (Τ24 και Τ25), είτε για εσωτερικό τοίχο για την ενίσχυση του ίδιου του μνημειακού αναλήμματος.
Κτίριο 5
Μερικές δεκάδες δυτικότερα, στην Τοπογραφική Πινακίδα VI, Φύλλο 58, στα Τετράγωνα Ν-Ξ/14-17 συνεχίστηκε η ανασκαφή του Κτιρίου 5. Πρόκειται για σημαντικό ορθογώνιο κτίριο διαστάσεων 17 Χ 10 μ. περίπου, της κλασικής περιόδου.
Σώζονται καλύτερα το Ανατολικό μισό του Κτιρίου (Χώροι Α και Β), καθώς και η ΒΔ του γωνία. Το ΝΔ τμήμα του κτιρίου έχει καταρρεύσει και σήμερα δε σώζεται. Το οικοδόμημα είναι επίμηκες ορθογώνιο (Τ1-Τ4), με Β-Ν προσανατολισμό, και χωρίζεται κατά μήκος του επιμήκη άξονα σε δύο περίπου ίσα μέρη από ένα θεμέλιο (Τ5). Στο Ανατολικό μισό αναγνωρίστηκαν τουλάχιστον δύο ορθογώνιοι χώροι, ο «Α» στα Βόρεια, και ο «Β» στα Νότια.
Χώρος Β
Ο ΝΑ χώρος (Β) έχει διαστάσεις 8,60 Χ 4 μ. περίπου. Οριοθετείται από τις εξωτερικές παρειές του οικοδομήματος, Τ1 και Τ4 (λαξευμένος φυσικός βράχος), και τους Τ6 (Δ εσωτερικός τοίχος) και Τ8 (Β τοίχος ανάμεσα στο Χώρο Β και τον Χώρο Α που αποκαλύφθηκε εφέτος). Δύο λίθοι που είχαν θεωρηθεί το 2009 ότι αντιπροσωπεύουν ενδεχομένως τον Β τοίχο του δωματίου Τ7 αποσαφηνίστηκε ότι ανήκουν στο πλακόστρωτο δάπεδο. Το δάπεδο του Χώρου Β, σε έκταση 5 Χ 2,50 μ. περίπου, ήταν στρωμένο με μεγάλες σχιστόπλακες (ανάμεσά τους και μία μαρμάρινη πλάκα με ίχνη αναθύρωσης, προφανώς σε β’ χρήση). Το υπόλοιπο τμήμα του δαπέδου διαμορφώνεται στα Ανατολικά από το φυσικό βράχο που είχε εξισωθεί για το σκοπό αυτό και από εξισωτικό μπάζωμα (στα Δυτικά).
Κατά μήκος της Α πλευράς του δωματίου, στο Β τμήμα του, αποκαλύφθηκε στενό λάξευμα («αύλακα») που κατά τόπους περιείχε αρκετά και ενδιαφέροντα ευρήματα.
Στη ΝΑ γωνία του δωματίου ο βράχος έχει επίσης λαξευτεί προκειμένου να διαμορφωθεί μικρό περίπου τετράγωνο «θρανίο», μέγ. διαστ. 0,70 Χ 0,57 Χ 0,48 (ύψ). Σε επαφή με τη Β παρειά του «θρανίου» αποκαλύφτηκε πρόχειρη εστία που είχε κατασκευαστεί από κατακόρυφα τοποθετημένους στρωτήρες κορινθιακού τύπου. Εσωτερικά της εστίας βρέθηκε στρώμα καθαρής στάχτης.
Η εικόνα στο Β άκρο του Δωματίου Β είναι ακόμα συγκεχυμένη. Αποκαλύφθηκε λίθινο θεμέλιο (Τ8), πλ. 0,75 μ., και φοράς Α-Δ, που προφανώς αντιπροσωπεύει την υποθεμελίωση του διαχωριστικού τοίχου ανάμεσα στα Δωμάτια Α και Β. Το θεμέλιο αυτό εδράζεται στο φυσικό βράχο αλλά σε απόσταση 3 περίπου μέτρων από την Α πλευρά του κτιρίου (Τ1), επειδή δημιουργείται ένα απότομο χάσμα στο βράχο, διακόπτεται και γωνιάζει με ισχυρό αναλημματικό τοίχο που κατευθύνεται προς Νότον (Τ9). Δεν γνωρίζουμε ακόμη ποιο είναι το μήκος του Τ9, καθώς η έρευνα προχώρησε σε βάθος μόνον εντός του Τετραγώνου Ξ16, δηλ. στη Β απόληξη του Δωματίου Β. Ο Τ9 εδράζεται στο φυσικό βράχο και έχει ύψος 1,70 μ. Οι επιχώσεις Δυτικά του Τ9 περιείχαν πολυάριθμα κεραμεικά ευρήματα των κλασικών χρόνων, επιβεβαιώνοντας τη χρονολόγηση της κατασκευής του Κτιρίου 5 σε αυτήν την εποχή.
Ο εγκάρσιος τοίχος Τ5 που διαιρεί σε δύο μέρη το Κτίριο 5 βαίνει παράλληλα και σε απόσταση 1 μ., Δυτικά του Τ9. Ο Τ5 δεν σώζεται στο ανώτερο τμήμα του καθώς η πτώση του φυσικού βράχου προς Δυσμάς είναι πολύ έντονη και το κτίριο έχει καταρρεύσει στην πλαγιά. Ωστόσο διατηρείται σε αρκετά καλύτερη κατάσταση εντός του Χώρου Α.
Χώρος Α
Ο Χώρος Α έχει εσωτερικές διαστάσεις 5x4 μέτρα περίπου. Ορίζεται στα Α και Β από τους Τ1 και Τ2, αντίστοιχα, στα Δ από τον Τ5 και στα Ν από τον Τ9.
Η ανασκαφή προχώρησε σε όλη την έκταση του χώρου σε βάθος, κάτω από το τελευταίο δάπεδο χρήσης. Η επίχωση χαρακτηριζόταν από την παρουσία λατύπης με κατά τόπους διάσπαρτα ευρήματα της κλασικής κυρίως περιόδου (ενδεχομένως από την αρχική περίοδο χρήσης του κτιρίου).
Πλησίον της ΒΔ γωνίας του δωματίου ήρθε στο φως αγωγός στη βάση του Τ1. Ο αγωγός διατρέχει εγκάρσια τον Τ1 και η απόληξή του εντός του Χώρου Α σχηματίζεται από καλυπτήρα κορινθιακού τύπου. Λίγο Ανατολικότερα, σε απόσταση 0,50 μ. από τον Τ2, βρέθηκε περιοχή διαμ. 0,40 μ. με έντονα ίχνη καύσης και θραυσμένα αγγεία.
Τα ευρήματα επιτρέπουν τη χρονολόγηση του κτιρίου στους κλασικούς χρόνους, αν και η παρουσία πολυάριθμων ευρημάτων της ελληνιστικής περιόδου στις άμεσες επιχώσεις του μάλλον συνιστούν ενδείξεις για τη χρήση του και κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους. Μια σειρά από παρατηρήσεις που αφορούν στις κατασκευαστικές λεπτομέρειες του οικοδομήματος (μεταξύ άλλων ο Δ τοίχος του Δωματίου Α που δίνει την εντύπωση ότι ανήκει σε μεταγενέστερη φάση) επιτρέπουν τη διατύπωση της υπόθεσης ότι πραγματοποιήθηκαν σημαντικές επισκευές στο κτίριο κατά την ελληνιστική περίοδο. Μολονότι κάτι τέτοιο δεν τεκμηριώνεται προς το παρόν από την κεραμεική, που ακόμη δεν έχει μελετηθεί, εντούτοις δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο η επισκευή αυτή να είναι σύγχρονη με αυτήν του υπερκείμενου ναού, που όπως πιστοποίησε η ανασκαφή το 2003, επισκευάστηκε και αυτός στα τέλη του 3ου αι. π.Χ., πιθανώς ύστερα από καταστρεπτικό σεισμό. Ο ίδιος σεισμός πιθανώς προξένησε σημαντικές φθορές και στο Κτίριο 5, το οποίο στη συνέχεια επισκευάστηκε. Η «κατάχωση» με ευλάβεια αναθηματικού υλικού στη θέση που κατασκευάστηκε η ορθογώνια εστία φέρνει στο νου την αναδιάταξη των παλιών αναθημάτων του γειτονικού ναού εντός του αδύτου που ενδεχομένως δημιουργήθηκε για το σκοπό αυτό.
Όλα τα παραπάνω φανερώνουν ότι έχουμε να κάνουμε με οικοδόμημα δημόσιου, χαρακτήρα, ενώ η παραλληλόγραμμη κατασκευή στο μέσον του Δωματίου Α φαίνεται ότι είχε λατρευτικό προορισμό. Μολονότι η υπόθεση ότι θα ήταν δυνατόν να πρόκειται για το Πρυτανείο της αρχαίας Κύθνου είναι ελκυστική, εντούτοις δεν μπορεί να υποστηριχτεί ακόμη εφόσον δεν ολοκληρωθεί η ανασκαφική έρευνα του οικοδομήματος. Ο πιθανός δημόσιος χαρακτήρας του Κτιρίου 5 σε συνδυασμό με τα ευρήματα του υπερκείμενου μνημειακού Αναλήμματος 4 δεν αποκλείουν πάντως την εκδοχή ότι στην περιοχή αυτή βρισκόταν η αναζητούμενη Αγορά της αρχαίας πόλης της Κύθνου. Η σκέψη ότι το μνημειακό Ανάλημμα 4, σε επαφή με το ιερό (Κτίριο 3) ήταν ο χώρος συνάθροισης των Κυθνίων μένει να αποδειχτεί.
Αποτυπώσεις
Ο αρχιτέκτων Δρ Αλέξανδρος Γούναρης, σε συνεργασία με τον τοπογράφο Θεόδωρο Χατζηθεοδώρου εργάστηκαν για μακρά διαστήματα στον αρχαιολογικό χώρο προκειμένου να σχεδιαστούν όψεις και τομές, τόσο του ναού (Κτίριο 3) όσο και του παρακείμενου οχυρωματικού περιβόλου. Επίσης έγινε τοπογραφική αποτύπωση του Κτρίου 5 από τον Γιώργο Χιώτη.
Καθαρισμοί-προστασία μνημείων
Στον αρχαιολογικό χώρο καθαρίστηκε η ανασκαμμένη περιοχή από την αυτοφυή βλάστηση και έγιναν μικρής έκτασης μπαζώματα για λόγους προστασίας των αρχαίων μνημείων.
Ορισμένοι ευπαθείς τοίχοι του ναού σκεπάστηκαν με γαιόπανο. Επίσης πραγματοποιήθηκαν εργασίες τακτοποίησης του χώρου (μετακίνηση λιθοσωρών και μπάζων) προκειμένου ο χώρος να είναι ευπρεπισμένος και επισκέψιμος. Τέλος χτίσαμε τις ξερολιθιές που περιβάλλουν την ιδιοκτησία του Δημοσίου όπου διενεργούνται οι ανασκαφές, οι οποίες είχαν γκρεμιστεί σε ορισμένα σημεία από τις βροχές του χειμώνα, προκειμένου να αποτρέψουμε τα κοπάδια αιγοπροβάτων και αγελάδων να εισέρχονται στον αρχαιολογικό χώρο.
Εργασίες συντήρησης
Στην αρχαιολογική αποθήκη της Χώρας Κύθνου εργάστηκε για πολλές εβδομάδες και διαφορετικά διαστήματα στη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού ο συντηρητής αρχαιοτήτων Λευτέρης Κοσμίδης. Συντηρήθηκαν πολυάριθμα ευρήματα προερχόμενα από τις ανασκαφές του ιερού των ετών 2002-2006, 2009-10. Οι εργασίες συντήρησης συνεχίζονται.
Μελέτη ευρημάτων
Κατά τους μήνες Ιούνιο έως Οκτώβριο 2010 συνεχίστηκαν οι συστηματικές καταγραφές του υλικού των χερσαίων ανασκαφών των ετών 2002-2006, 2009-10 από τους διάφορους επιστημονικούς συνεργάτες του προγράμματος (χρυσών, χάλκινων, οστέινων, μελανόμορφης και ερυθρόμορφης κεραμικής, κορινθιακής αρχαϊκής κεραμικής, πήλινων ειδωλίων κ.ά.), και συνεχίστηκε η σχεδίαση των μικροαντικειμένων.
Εν γένει στις εργασίες στο πεδίο και στην αποθήκη συμμετείχαν οι παλαιοί και έμπειροι συνεργάτες του προγράμματος, περίπου 30 πτυχιούχοι αρχαιολογίας της Ελλάδας και του εξωτερικού και προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές της Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και άλλων πανεπιστημίων της Ελλάδας και του Εξωτερικού. Μεταξύ των βασικών συνεργατών αναφέρουμε το Δρα Δημήτρη Κουρκουμέλη (Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και διδάσκων του τμήματος ΙΑΚΑ), Δρα Αλέξανδρο Γούναρη (αρχιτέκτων του Εργαστηρίου Αρχαιολογίας τμήματος ΙΑΚΑ και διδάσκων του τμήματος ΙΑΚΑ), Θεόδωρο Χατζηθεοδώρου (τοπογράφο του ΥΠ.ΠΟ.Τ.), Ελευθέριο Κοσμίδη (συντηρητή), και τους αρχαιολόγους Δρ Α. Αλεξανδρίδου, Δ. Βαή, Γ. Βήτο, Επίκ. Καθ. Ε. Ζυμή, Δρ Χ. Μητσοπούλου, Χ. Παγωμένου, Μ. Πανάγου, Ε. Παπανικολάου, Ι. Παπανικολάου, Γ. Τιμοθέου, Γ. Τσιλογιάννη, Γ. Χιώτη, κ.ά.
Πρόσφατες δημοσιεύσεις
A. Mazarakis Ainian, «Ein antikes Heiligtum auf Kythnos», στο Neuen Funden in griechischen Städten und Heiligtümern. Kolloquium. 4-5. Nov. 2005. Univ. Regensburg (Festschrift Bernard Wesenberg), (επιμ. H. Frielinghaus & J. Stroszeck), Wiesbaden 2010, 21-53.
Διάχυση αποτελεσμάτων
Σχεδιάστηκε και αναρτήθηκε στο διαδίκτυο ο νέος ηλεκτρονικός κόμβος του ανασκαφικού προγράμματος της Κύθνου.
Μαρία Θερμού, «Στο φως το αρχαίο Πρυτανείο της Κύθνου», ΤΟ ΒΗΜΑ, Τρίτη 30/11/2010 (βλ. ωστόσο την προσεκτική διατύπωση για την ταύτιση του Κτιρίου 5, παραπάνω).