Δεν έχετε συνδεθεί

Ανασκαφική έκθεση 2011

Κατά το 2011 συνεχίστηκαν οι χερσαίες και ενάλιες ανασκαφικές έρευνες στο Βρυόκαστρο, την αρχαία πόλη της Κύθνου που πραγματοποιούνται σε συνεργασία με την ΚΑ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα των ερευνών συνοψίζονται στα ακόλουθα.

Χερσαίες ανασκαφές

Υπό τη διεύθυνση του Α. Μαζαράκη Αινιάνος συνεχίστηκε για τρίτη περίοδο η ανασκαφική έρευνα που άρχισε το 2009 στο ορθογώνιο Κτίριο 5, τα κατάλοιπα του οποίου σώζονται σε απόσταση 40 περίπου μέτρων δυτικά του μνημειακού αναλήμματος (Τοπογραφική Πινακίδα VI, Φύλλο 58, στα Τετράγωνα Ν-Ξ/14-17). Εντός του οικοδομήματος η έρευνα επικεντρώθηκε σε τρεις τομείς (στους χώρους Β-Γ και Δ και στο «Διάδρομο» μεταξύ Τ1.1 & Τ1.2), ενώ Βόρεια του Τ2 και εξωτερικά του οικοδομήματος ερευνήθηκε το Τετράγωνο Ξ 17.

Η έρευνα διήρκεσε από 1-24 Σεπτεμβρίου 2011 και συμμετείχαν σε αυτήν 22 φοιτητές και αρχαιολόγοι.

Λεπτομέρεια Τοπογραφικής Πινακίδας VI. Μεσαίο Πλάτωμα. Βόρειο Τμήμα.
Ιερό αρχαϊκής-κλασικής περιόδου (Κτίριο 3), Άνδηρο 4 και Κτίριο 5.

Εσωτερικά του οικοδομήματος

Τετράγωνο Ξ15. Χώροι Β και Γ.

Οι εργασίες επικεντρώθηκαν στο άσκαφο Δυτικό τμήμα του Τετραγώνου Ξ15. Αποκαλύφτηκε η συνέχεια προς Νότον του Τ9 (Τ9.1), καθώς και η προς Βορράν συνέχεια του Τ6. Δεν αποσαφηνίστηκε η χρονική αλληλουχία των δύο αυτών τοίχων, αν και το γεγονός ότι ο Τ9 θεμελιώνεται σε πολύ μεγάλο βάθος (βλ. έκθεση 2010), θα ήταν δυνατόν να υποδηλώνει ότι είναι παλαιότερος του Τ6. Ωστόσο, το Νότιο σκέλος του τελευταίου είναι λαξευμένο στο βράχο και συνεπώς πρέπει να ανήκει στον αρχικό σχεδιασμό του οικοδομήματος. Η άλλη εκδοχή είναι ότι και οι δύο τοίχοι είναι σύγχρονοι και συνεπώς ο Τ9 πρέπει να αποτελεί την υποθεμελίωση του Τ6. Ο Τ6 ορίζει το Δυτικό τοίχο του Χώρου Β, ενώ το βορειότερο τμήμα του Τ9 εκείνον του Χώρου Γ, δηλ. του κεντρικού δωματίου του οικοδομήματος, που ορίζεται προς Β από τον Τ8 και προς Νότον από τον Τ7. Πράγματι, ύστερα από προσεκτικούς καθαρισμούς των λίθων του εγκάρσιου Τ7, διαπιστώθηκε ότι ο τελευταίος ενδέχεται να αντιπροσωπεύει ό,τι απέμεινε από έναν διαχωριστικό τοίχο ανάμεσα σε δύο χώρους: τον «Β» προς Νότον και τον «Γ» προς Βορράν.


Το Κτίριο 5 μετά την ανασκαφική περίοδο του 2011, από τα ΒΑ. Σε πρώτο πλάνο ο Χώρος Α με την εστία.







Κάτοψη του Κτιρίου 5 μετά την ανασκαφική περίοδο του 2011. Σχέδιο με μολύβι, υπό προετοιμασία για μελάνωμα (σχ. Γ. Χιώτης, Ν. Κουντούρη, Α. Μαζαράκης Αινιάν).

Η μορφή του αναλημματικού Τ9 προς Νότον δεν είναι ξεκάθαρη, καθώς καλύπτεται προς το παρόν εν μέρει από τον κύριο Β-Ν μάρτυρα, ο οποίος δεν έχει καθαιρεθεί ακόμη. Ένα σκέλος, αποτελούμενο από ορθογωνισμένους ογκόλιθους (Τ9.1) ακολουθεί ευθύγραμμη πορεία προς Νότον. Το Νότιο πέρας δεν βρέθηκε καθώς έχει καλυφθεί από το πλακόστρωτο δάπεδο του Χώρου Β. Δυτικά του Τ9.1 βρέθηκαν αρκετές μεγάλες μάζες λευκού κονιάματος που προφανώς δηλώνουν ότι η κατασκευή ήταν επιχρισμένη. Ένα άλλο σκέλος (Τ9.2) ξεκινάει από το σημείο που συμβάλλουν οι Τ9 και Τ7 και ακολουθεί πορεία λοξή προς τα ΝΔ και χάνεται κάτω από τον Β-Ν μάρτυρα. Σε βαθύτερο επίπεδο εντός του Χώρου Δ, βρέθηκε ένας καμπύλος αναλημματικός τοίχος παρόμοιας κατασκευής που θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει τη συνέχεια του Τ9.2. Καθώς αυτό δεν είναι σίγουρο, προτιμήθηκε να αριθμηθεί Τ12. Ο Τ12 σχηματίζει καμπύλη προς Ν και στο Νότιο πέρας του εφάπτεται (δίχως να είναι οργανικά συνδεδεμένος) με την εσωτερική παρειά του Νότιου τοίχου του Κτιρίου (Τ4). Η καμπύλη αυτή κατασκευή μάλλον εξυπηρετούσε την απορροή των υδάτων έξω από το κτίριο, καθώς στο σημείο που εφάπτεται με τον Τ4 παρατηρήθηκαν (α) στο Δ άκρο μια κτιστή αύλακα που διατρέχει τον Τ4 (α3) και (β) ένας πήλινος αγωγός (α2) που επίσης τέμνει εγκάρσια τον ίδιο τοίχο, 1,30 μ Δυτικότερα. Και οι δυο αγωγοί που τέμνουν τον Τ4 καταλήγουν σε κτιστό αγωγό (α4), πλ. 0,20 μ, ο οποίος βαίνει παράλληλα με τη Νότια πλευρά του κτιρίου (δηλ. τον Τ4), ακολουθώντας τη φυσική κατωφέρεια προς Δυσμάς. Εντός του αγωγού αυτού βρέθηκε ακέραιο ιχθυοπινάκιο, αναποδογυρισμένο.


Ακέραιο ιχθυοπινάκιο εντός του Αγωγού 4, εξωτερικά του κτιρίου. Λήψη από το Νότο.

Τετράγωνα Ξ-Ο/16-17. «Διάδρομος» μεταξύ Τ1.1 και Τ1.2.

Μέχρι τώρα θεωρούσαμε ότι ο Ανατολικός τοίχος του κτηρίου ήταν μια ενιαία κατασκευή (ο Τ1). Φέτος ωστόσο η συνέχιση της έρευνας φανέρωσε ότι στο Βόρειο μισό ο τοίχος αυτός παρουσιάζει μια πιο σύνθετη εικόνα καθώς αποδείχτηκε ότι έχουμε δύο τοίχους στα Ανατολικά, τους οποίους χαρακτιρίσαμε Τ1.1 και Τ1.2. Ο Τ1.1 είναι η αρχική Ανατολική επιμήκης πλευρά του κτιρίου, εν μέρει λαξευμένη στο φυσικό βράχο και με λιθοδομή ψηλότερα και εκτείνεται σε ολόκληρο το μήκος του κτιρίου. Ο Τ1.2 είναι κτισμένος παράλληλα προς αυτόν, σε απόσταση 0,75 μ δυτικότερα και έχει πλ. 0,50 μ. Ο Τ1.2 σώζεται σε μήκος 5,60 μ, αλλά μια εγκοπή στο βράχο φανερώνει ότι πρέπει να συνέχιζε κάποτε περίπου ακόμη 3 μέτρα προς Νότον (δηλ. έως το σημείο συμβολής με τον εγκάρσιο Τ7). Η ερμηνεία αυτής της διαμόρφωσης δεν είναι σαφής. Ο Τ1.2 δεν φαίνεται να αποτελεί προσθήκη σε μεταγενέστερη φάση όπως αρχικά υποθέσαμε, καθώς παρουσιάζει δύο παρειές με καλά επεξεργασμένους λίθους. Σε τακτά διαστήματα (περίπου 1 μ), και σε ύψ. περ. 1 μ από το δάπεδο του Χώρου Α, παρατηρήθηκαν τρεις πλάκες τοποθετημένες οριζόντια και στο ίδιο ύψος εντός του πάχους του τοίχου και οι οποίες προεξέχουν προς Δυσμάς. Δεν γνωρίζουμε αν πρόκειται για δοκοθήκες (για στερέωση κάποιου ραφιού;), κόγχες (ιδεά της Δρος Μ. Ζαρμακούπη), ή κάποια άλλη κατασκευή. Το πλάτος μεταξύ των 2 τοίχων είναι μόλις 0,75 μ. Πλησίον της βάσης των τοίχων βρέθηκαν αρκετά κεραμίδια κορινθιακού τύπου, προφανώς από τη στέγη του κτιρίου. Πάνω από το στρώμα αυτό της καταστροφής υπήρχε ένα σχετικά ακανόνιστο γέμισμα με τεράστιους ογκόλιθους και άλλους δόμους μετρίου μεγέθους, που δυσκολευόμαστε να δεχθούμε ότι συσσωρεύτηκαν εκεί τυχαία. Μολονότι η σκέψη ότι ο «διάδρομος» αυτός θα ήταν δυνατόν να είναι ένα κλιμακοστάσιο που οδηγούσε σε όροφο ή σε ένα άνοιγμα θύρας προς τη μεριά της ανωφέρειας της πλαγιάς, εντούτοις το λάξευμα που βαίνει παράλληλα προς τη βάση του Τ1.1, και στη συνέχεια στρέφεται προς Δυσμάς, παράλληλα με τον εγκάρσιο Τ7, δημιουργεί υποψίες ότι ίσως η διαμόρφωση αυτή συνδέεται με το σύστημα αγωγών με το οποίο ήταν εξοπλισμένο το οικοδόμημα.


Χώρος Δ, από το Νότο.

Τετράγωνο Ν14. Χώρος Δ.

Η έρευνα με στόχο την αποκάλυψη της ΝΔ γωνίας του οικοδομήματος είχε απρόσμενα αποτελέσματα. Εκτός από τον καμπύλο Τ12 που αναφέρθηκε παραπάνω, βρέθηκε ένα ακόμη θεμέλιο, πρόχειρης κατασκευής, ο Τ11, φοράς Α-Δ, ο οποίος στο Ανατολικό άκρο του εφάπτεται με την εξωτερική παρειά του Τ12, με τον οποίο όμως δεν είναι οργανικά συνδεδεμένος. Η Βόρεια όψη του Τ11 δεν αποκαλύφθηκε ακόμη, καθώς εκτείνεται εντός του άσκαφου Τετραγώνου Ν15. Επίσης, ο Δυτικός τοίχος του Κτιρίου 5, ο Τ3, σχηματίζει αμβλεία γωνία με το Νότιο, Τ4. Δεν γνωρίζουμε ακόμη αν τούτο οφείλεται στην καταστροφή και πτώση του κτιρίου προς Δυσμάς, ή αν πρόκειται για ηθελημένη κατασκευαστική διαμόρφωση. Οι Τ3-Τ4 (εξωτερικοί τοίχοι) και Τ11-Τ12 (εσωτερικοί τοίχοι) σχηματίζουν έναν ακανόνιστο τραπεζιόσχημο χώρο, διαστ. περίπου 2 Χ 2,50 μ (το συνολικό πλ. του Χώρου Δ, μεταξύ των Τ3 και Τ6, είναι 5,40 μ).


Χώρος Δ. Στρώμα με πυρακτωμένα χώματα και διάσπαρτα ευρήματα. Άποψη από ΒΔ.


Χώρος Δ. Χάλκινη φιάλη κατά χώραν.

Αρχικά, κατά την έρευνα του εσωτερικού του Χώρου Δ αφαιρέθηκε στρώμα πολυάριθμων πεσμένων λίθων μεγάλου και μεσαίου μεγέθους. Ακολούθησε στρώμα κεράμων και χαμηλότερα, στρώμα πάχους 0,45 μ περίπου που περιείχε πολυάριθμα ευρήματα, αρκετά από αυτά ακέραια, τα οποία φαίνεται ότι αποτέθηκαν εκεί προκειμένου να ανυψωθεί σε β’ φάση το δάπεδο χρήσης του δωματίου. Τα ευρήματα αυτά (από +94.98 μ έως +95.45 μ από την επιφάνεια της θάλασσας) χρονολογούνται στους ελληνιστικούς χρόνους (από τα τέλη του 4ου έως τουλάχιστον τα μέσα του 2ου αι. π.Χ.) και περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, πήλινα ειδώλια γυναικεία (το ένα καθήμενο με αιλουροειδές στα γόνατα) και παιδικά (παρόμοια με αυτά από το ιερό της Δήμητρας της Ακροπόλεως της Κύθνου), δύο σκύφους με ανάγλυφη διονυσιακή (;) παράσταση ασπασμού (πρβλ. παράλληλα από τη Δήλο και την Αγορά των Αθηνών), τέσσερα άβαφα μικρογραφικά ληκύθια, καλλωπιστικά σκεύη (μαρμάρινη κυλινδρική πυξίδα, οστέινη λαβίδα), μολύβδινο πυραμιδόσχημο βάρος, διάφορα μικρογραφικά αγγεία, χάλκινη καλυκόσχημη φιάλη, μικρά κοσμήματα από διάφορα υλικά (π.χ. κεφαλή οστέινης περόνης ή βελόνας, υάλινα χάνδρα και σφραγιδόλιθος, σκαραβοειδές περίαπτο από αμέθυστο, κ.ά.), θραύσματα από ανάγλυφους ελληνιστικούς λύχνους και ανάγλυφους σκύφους, άβαφα μαγειρικά σκεύη, οστά ζώων και όστρεα (ιδιαίτερα πολυάριθμες πεταλίδες, οι οποίες απαντούν και στα ελληνιστικά στρώματα του ιερού του Μεσαίου Πλατώματος).


Εσωτερικό Κτιρίου 5, Χώροι Β-Γ και στο βάθος Α (λήψη από ΝΔ).

Εξωτερικά του οικοδομήματος

Βόρεια του Τ2. Τετράγωνο Ξ 17

Η έρευνα σε βάθος εξωτερικά (Βόρεια) του κτιρίου είχε ως στόχο να αποκαλυφθεί πλήρως η όψη του Βόρειου τοίχου, ο οποίος είναι και ο καλύτερα σωζόμενος του κτιρίου. Και εδώ τα αποτελέσματα υπήρξαν ενδιαφέροντα. Σε απόσταση 0,70 μ από τον Τ2 βρέθηκε παράλληλος προς αυτόν τοίχος, Τ10. Ο τοίχος αυτός εκτείνεται εντός του άσκαφου Τετραγώνου Ξ18 και συνεπώς δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν πρόκειται για το Νότιο όριο κάποιου άλλου οικοδομήματος ή για κάποιο περίβολο ή ανάλημμα. Στα Ανατολικά υπήρχε ένα φυσικό έξαρμα του βράχου, το οποίο θεωρήσαμε και ως όριο της περιοχής που θα ερευνούσαμε. Ωστόσο, ανάμεσα στον Τ10 και το έξαρμα του βράχου άρχισε να αποκαλύπτεται ένα «χάσμα», μπαζωμένο στο ανώτερο τμήμα του με λίθους μετρίου μεγέθους και στο κατώτερο με άβαφα αγγεία. Η μορφή, τα όρια και η λειτουργία του «χάσματος» δεν ήταν δυνατόν να αποσαφηνιστούν εφέτος. Μια εκδοχή που διατυπώνεται με μεγάλη επιφύλαξη είναι ότι πρόκειται για υδραυλική εγκατάσταση. Τόσο το «χάσμα», όσο και ολόκληρη η έκταση Βόρεια από τα Κτίριο 5, περιείχαν πολύ μεγάλες ποσότητες άβαφης κεραμεικής της ελληνιστικής περιόδου (κυρίως εμπορικοί αμφορείς και μαγειρικά σκεύη). Οι μεγάλες ποσότητες της κεραμεικής οδήγησε στην υπόθεση ότι στην περιοχή αυτή έχουμε έναν χώρο απόρριψης που σχετίζεται με τη χρήση του Κτιρίου 5, δηλαδή έναν εκτεταμένο αποθέτη. Μεταξύ των ευρημάτων συγκαταλέγονται και ορισμένα όστρακα της κλασικής περιόδου, ανάμεσά τους θραύσμα από ερυθρόμορφο αττικό αγγείο με παράσταση μάχης (ιππέας;). Η έρευνα στο χώρο αυτό δεν ολοκληρώθηκε.


Το Κτίριο 5 μετά την ανασκαφική περίοδο του 2011, από τα ΒΔ.



Τετράγωνο Ξ17 από Δυτικά. Αριστερά ο Τ10 και το «χάσμα», στο μέσον το βραχώδες έξαρμα, δεξιά ο Βόρειος τοίχος Τ2 του Κτιρίου 5. Λήψη από Δυσμάς.

Μετά τις φετινές έρευνες, η υπόθεση ότι το Κτίριο 5 ήταν ένα δημόσιο οικοδόμημα επιβεβαιώνεται, ενώ ο λατρευτικός χαρακτήρας του οικοδομήματος ενισχύεται από τα ευρήματα του Χώρου Δ. Η σκέψη ότι το κτίριο ενδέχεται να είναι το πρυτανείο της Κύθνου παραμένει μια πιθανή υπόθεση που ωστόσο δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμη.

Ενάλιες ανασκαφές

Κατά το 2011 συνεχίστηκε για πέμπτη συνεχή χρονιά, η υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα στο αρχαίο λιμάνι της Κύθνου, υπό την διεύθυνση των Δημήτρη Κουρκουμέλη και Α. Μαζαράκη Αινιάνος. Στο διάστημα από 6 έως 18 Σεπτεμβρίου, η δεκατετραμελής ομάδα αρχαιολόγων, φοιτητών, τεχνικών, που συμμετείχε στην έρευνα, τόσο από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων όσο και από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, διερεύνησαν τομή στο κέντρο περίπου της αρχαίας λιμενολεκάνης.

Ανασκαφή Τομής 1/2011.

Τομή 1/2011. Άβαφοι αμφορείς κατά χώραν.

Η Τομή 1/2001, διαστάσεων αρχικά 5 Χ 5 μ, παρουσιάζει την ίδια στρωματογραφική συνέχεια με την τομή του 2010, δηλαδή ένα στρώμα λεπτής άμμου, στη συνέχεια ένα στρώμα από ρίζες ποσειδωνίας, το οποία στην ουσία «σφραγίζει» τα αρχαιολογικά στρώματα, που ακολουθούν. Κάτω από το στρώμα αυτό εντοπίζονται ανάμεσα σε μικρού και μεσαίου μεγέθους λίθους, αρχαία αντικείμενα προφανώς ριγμένα σε διάφορες περιόδους κατά τη χρήση του λιμένα. Έτσι βρέθηκαν διαδοχικά αντικείμενα και κυρίως πολυάριθμη κεραμική των παλαιοχριστιανικών, ρωμαϊκών, ελληνιστικών και κλασικών χρόνων.

Η ανασκαφή της τομής διακόπηκε στο βάθος -5,6μ., ενώ το αρχικό βάθος του πυθμένα ήταν -3,5μ. Η εικόνα της τομής μετά το πέρας της ανασκαφής, πρέπει να αντιστοιχεί στην εικόνα του πυθμένα στην αντίστοιχη περίοδο (ύστερα κλασικά χρόνια) με προφανή την ελάχιστη ιζηματογένεση και την αρκετά μεγάλη ποσότητα βότσαλων και λίθων.

Φωτογραμμετρική αποτύπωση της τομής από τον Α. Τούρτα.

Καταγραφές, μελέτη, συντήρηση

Καταγραφές-μελέτη. Παράλληλα πραγματοποιήθηκε περίοδος μελέτης των κινητών ευρημάτων των ανασκαφών 2002-2006, 2009-2011. Για μεγάλα ή μικρότερα διαστήματα εργάστηκαν στην Αρχαιολογική Συλλογή της Χώρας οι Γ. Βήτος (αττική κεραμεική), Επίκ. Καθ. Ν. Ζυμή (χάλκινα), Μ. Κουτσουμπού (πρώιμη κεραμεική), Λ. Νικολαϊδη (άβαφη κεραμεική), Χ. Παγωμένου (χάλκινα), Μ. Πανάγου (κορινθιακή κεραμεική), Π. Τσιλογιάννη (άβαφη κεραμεική και ευρήματα Κτιρίου 5), Ή. Χρίστου (άβαφη κεραμεική).

Μελέτη κεράμων: Ο Γ. Τιμοθέου, με τη βοήθεια του Π. Γατή, πραγματοποίησε συστηματική καταγραφή των κεράμων του ναού που φυλάσσονται στα κελλιά εντός του αρχαιολογικού χώρου. Ένα σημαντικό τμήμα των κεράμων αυτών μεταφέρθηκε εφέτος από τον αρχαιολογικό χώρο στην αρχαιολογική συλλογή της Χώρας. Η Δρ M.-F. Billot επισκέφτηκε την Κύθνο και συνεισέφερε σημαντικά στη σχετική μελέτη.

Αποτυπώσεις. Η αποτύπωση του Κτιρίου 5 πραγματοποιήθηκε από τον Γ. Χιώτη, σε συνεργασία με την αρχιτέκτονα Ν. Κουντούρη.

Εργασίες συντήρησης. Τα πολυπληθή κινητά ευρήματα που ήρθαν στο φως κατά τις ανασκαφές του ιερού τα έτη 2002-2006, 2009-2011 έχουν σε μεγάλο ποσοστό συντηρηθεί και καταγραφεί, ενώ μέρος από αυτά έχει ήδη μελετηθεί ή μελετώνται από τους συνεργάτες του προγράμματος. Φέτος συνεχίστηκαν οι εργασίες συντήρησης, από τον συντηρητή Λ. Κοσμίδη.

Πραγματοποιήθηκαν τέλος εργασίες καθαρισμού και τακτοποίησης του ανασκαμμένου αρχαιολογικού χώρου (κοπή αυτοφυούς βλάστησης, μετακίνηση διάσπαρτων λίθων και φράξιμο ανοιγμάτων στους λίθινους φράχτες) προκειμένου να προστατευθούν τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, ιδιαίτερα από τα αιγοπρόβατα που βόσκουν στα όμορα χωράφια, και ο χώρος να είναι ευπρεπισμένος και επισκέψιμος.

Το ανασκαφικό-ερευνητικό πρόγραμμα στηρίχτηκε οικονομικά και πάλι από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το Δήμο Κύθνου (ανέλαβε τα έξοδα σίτισης και στέγασης της ερευνητικής ομάδας) και τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κυκλάδων. Τα κονδύλια χρησιμοποιήθηκαν για την κάλυψη των ιδιαίτερα αυξημένων δαπανών της συντήρησης των κινητών ευρημάτων και της μελέτης του υλικού, τα έξοδα των εργασιών συντήρησης και προστασίας του αρχαιολογικού χώρου.

Στις χερσαίες ανασκαφές συμμετείχαν 22 πτυχιούχοι αρχαιολογίας της Ελλάδας και του εξωτερικού και προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές της Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Στις ενάλιες ανασκαφές συμμετείχαν 14 αρχαιολόγοι-δύτες, καθώς και τεχνικό προσωπικό. Μελέτη πραγματοποίησαν 10 αρχαιολόγοι, συνεργάτες του προγράμματος. Πολύτιμη υπήρξε η βοήθεια της αρχαιολόγου της ΚΑ’ ΕΠΚΑ, Δώρας Παπαγγελοπούλου.

Φέτος ο σχεδιαστής David Hopkins σχεδίασε μια σειρά από ευρήματα από την ανασκαφή του ιερού του Μεσαίου Πλατώματος. Δυστυχώς ο David έχασε λίγες μέρες μετά την αναχώρησή του από την Κύθνο τη ζωή του, σε ατύχημα στο Ουζμπεκιστάν. Όσοι είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε θα τον θυμόμαστε για το ζεστό χαρακτήρα του και τα εξαιρετικά σχέδιά του θα μας τον φέρνουν πάντα στο νου.