Η έρευνα του 2016Ανασκαφική έρευναΗ φετινή ανασκαφική περίοδος στη θέση Κεφάλα της Σκιάθου ήταν η τελευταία του πενταετούς ανασκαφικού προγράμματος. Είχε διάρκεια 2 εβδομάδων (5-17 Σεπτεμβρίου 2016) και διενεργήθηκε από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μαγνησίας υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Α. Μαζαράκη Αινιάνος και της προϊσταμένης επί τιμή Α. Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου αντίστοιχα, με τη συμμετοχή των αρχαιολόγων Ε. Χρυσοπούλου από την Εφορεία και Α. Αλεξανδρίδου από το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών και φοιτητών της αρχαιολογίας. Οι έρευνες χρηματοδοτήθηκαν από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και το ΥΠΠΟΑ. Σημαντική πρακτική στήριξη παρέχει ο Δήμος Σκιάθου και ορισμένοι κάτοικοι του νησιού. Η συντήρηση των κινητών ευρημάτων πραγματοποιείται από τους συντηρητές της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας. Η μελέτη των οστών πραγματοποιείται από την Δρ Αναστασία Παπαθανασίου. Οι εργασίες περιορίστηκαν στην περιοχή του λεγόμενου «Νοτιο-Δυτικού Νεκροταφείου» του όρμου Ξάνεμου, κατά μήκος της παραλίας, καθώς και στο ΒΔ πρανές του λόφου της Κεφάλας. Στόχος ήταν να εντοπισθούν αφενός περισσότερες ταφές στο χώρο του νεκροταφείου μετά την ανασκαφή 2 εγχυτρισμών και ενός ενταφιασμού κατά τα έτη 2014 και 2015, αλλά και να ολοκληρωθεί η έρευνα ορισμένων κατασκευών που είχαν εντοπισθεί το 2015 εξωτερικά των τειχών του οικισμού. Στην περιοχή του Δυτικού Νεκροταφείου, στην παραλία του Ξάνεμου πραγματοποιήθηκαν 3 δοκιμαστικές τομές που οδήγησαν στον εντοπισμό 2 (ή ενδεχομένως 3) τάφων. Σε βάθος περίπου 0.70 μ. από το οδόστρωμα, εντοπίστηκε η διαταραγμένη Ταφή ΙV/2016. Πρόκειται για απλό λακκοειδή τάφο ενταφιασμού ενήλικου ατόμου, δυστυχώς διαταραγμένο. Λίγα οστά και θραύσματα αγγείων (οινοχόη, σκυφοειδής κρατήρας, σκύφος με κρεμάμενα ημικύκλια), που βρέθηκαν περίπου 0.50 μ. ψηλότερα, ίσως αντιπροσωπεύουν έναν ακόμη διαταραγμένο Τάφο V/2016. Ανάμεσα στα κτερίσματα της ταφής IV, συγκαταλέγονται βελόνες από χάλκινες πόρπες ή περόνες, μεγάλο τμήμα χάλκινης περόνης με επίπεδη δισκοειδή κεφαλή και σφαιρίδιο, 2 χάλκινοι σφηκωτήρες, μαζί με θραύσματα από πήλινα αγγεία (οινοχόες, αμφορίσκος, χειροποίητη πρόχους). Στη ΒΑ γωνία του ορύγματος, αλλά σε υψηλότερο επίπεδο, μέσα σε συσσώρευση πλακοειδών λίθων που ίσως σχετίζονται με τον πλούσιο τάφο ΙΙΙ του πρώιμου 10ου αι. π.Χ. που είχε ανασκαφτεί πέρυσι, εντοπίσθηκε ακέραιο άβαφο πήλινο ειδώλιο βοοειδούς καθώς και ένα επίμηκες οστό. Στο Βόρειο-ΒΔ πρανές του οικισμού ερευνήθηκε ημικυκλική κατασκευή (Δ1), διαστάσεων 3 X 2 μ περίπου, αποτελούμενη από ακατέργαστους λίθους. Η «τράπεζα» αυτή πρέπει να αποτελούσε τη βάση μιας ανώτερης κατασκευής από πλίθρες που δεν διασώθηκε (αναγνωρίστηκαν εν μέρει πυρακτωμένες πλίθρες καθώς και συγκεντρώσεις από κάρβουνα). Πάνω στην κατασκευή βρέθηκαν αρκετά όστρεα και λίγα όστρακα όχι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Σε επαφή με την «τράπεζα» αποκαλύφθηκε αναλημματικός τοίχος μήκ. 2.90 μ., με κατεύθυνση ΒΔ-ΝΑ, Είναι χτισμένος από μεγάλους κατεργασμένους λίθους με μικρότερους ανάμεσά τους. Η κατασκευή του προηγείται αυτής της «τράπεζας». Η παρουσία των οστρέων δεν ερμηνεύεται εύκολα. Από την άλλη πλευρά, τα ίχνη καύσης ίσως παραπέμπουν σε υπολείμματα κάποιας εργαστηριακής εγκατάστασης. Τα κεραμεικά ή άλλα ευρήματα από την κατασκευή ήταν λιγοστά, αλλά επιτρέπουν μια χρονολόγηση στα μέσα και στο τρίτο τέταρτο του 6ου αιώνα. Λίγα θραύσματα αγγείων του 7ου αιώνα π.Χ. σε χαμηλότερο επίπεδο ενδεχομένως να σχετίζονται με τον αναλημματικό τοίχο. Ανατολικότερα, στο πρανές, περίπου 3 μ. ψηλότερα ερευνήθηκε τμήμα αναλημματικού τοίχου (Δ5, αποκ. μήκ. 3 μ περίπου), το Νότιο άκρο του οποίου κάμπτεται σε ελαφρά οξεία γωνία. Η ύπαρξη αναλημματικών τοίχων σε οδοντωτή διάταξη στο πρανές αυτό του λόφου υποδεικνύει μια επέκταση της πόλης εκτός των τειχών κατά την Αρχαϊκή περίοδο. Η επέκταση αυτή πρέπει να σχετίζεται με εργαστηριακές μάλλον δραστηριότητες που εντοπίζονται σε κάποια απόσταση από τον οικιστικό πυρήνα. Ως μία από τις ελάχιστες γνωστές έως τώρα θέσεις και η μοναδική συστηματικά ανασκαπτόμενη θέση των πρώιμων ιστορικών χρόνων στις Βόρειες Σποράδες, η «Κεφάλα» της Σκιάθου είναι ιδιαίτερης σπουδαιότητας. Τα έως τώρα ευρήματα υποδεικνύουν έναν κομβικό πρώιμο οικισμό του κεντρικού Αιγαίου, σε άμεση γειτνίαση και επαφή κυρίως με τη Θεσσαλία και την Εύβοια. Η Σκιάθος, όπως και τα παρακείμενα νησιά των Βορείων Σποράδων, θα πρέπει να αποτέλεσαν για τους κινητικότατους Ευβοείς τους ενδιάμεσους σταθμούς στην πορεία τους προς το Θερμαϊκό Κόλπο και τη Χαλκιδική. Η γεωγραφική θέση της «Κεφάλας» διευκόλυνε τις επαφές μεταξύ του κεντρικού και βόρειου ελλαδικού χώρου όχι μόνο κατά την πρωιμότερη και κύρια φάση ακμής του οικισμού, αλλά και καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Μετά το πέρας των εργασιών στις κατασκευές Δ1, Δ2 και Δ5, πραγματοποιήθηκε κατάχωση για προστασία. Αλλες εργασίεςΣτο αρχαιολογικό μουσείο του Βόλου πραγματοποιήθηκαν (και συνεχίζονται) καταγραφές και μελέτη των ευρημάτων, τόσο της τρέχουσας ανασκαφικής περιόδου, όσο και των προηγούμενων ετών. ΣυμμετέχοντεςΤα μέλη της ερευνητικής ομάδας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας ήταν η Δρ Αλεξάνδρα Αλεξανδρίδου, και οι φοιτητές του ΙΑΚΑ Ατόσογλου Αικατερίνη, Γκουντρουμπή Βάσω, Καλαή Φωτεινή - Γαλάτεια, Καραδήμου Αθανασία, Κολοφωτιά Εύα, Κουλαυτάκη Ελένη, Λιβογιάννη Πολυξένη, Μακρίδου Παρασκευή, Μόσιου Αγγελική, Πράπα Μαλαματή, Προφυλλίδης Λάζαρος-Μάριος, καθώς και οι Ντάμτσιος Παναγώτης (Δημοκρίτειο παν/μιο) και Κοκ Κατερίνα (παν/μιο Marburg). Δημοσιεύσεις
Υπό έκδοση:
|
|||||||||||||||||||||||||||||||||||||
© 2009-2020: ΠΘ - ΙΑΚΑ |