Κεντρική σελίδα Επιφανειακή έρευνα στη θέση «Κεφάλα» της Σκιάθου

 

Εισαγωγή
Ετήσιες εκθέσεις
  Η έρευνα του 2009
  Η έρευνα του 2010
  Η έρευνα του 2011
  Η έρευνα του 2012
  Η έρευνα του 2013
  Η έρευνα του 2014
  Η έρευνα του 2015
  Η έρευνα του 2016
  Η έρευνα του 2019
Συμμετέχοντες
Υποστηρικτές
Βιβλιογραφία
Επικοινωνία
Switch to English

Η έρευνα του 2011

Ο Τομέας Αρχαιολογίας του Τμήματος ΙΑΚΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, σε συνεργασία με την ΙΓ’ ΕΠΚΑ, πραγματοποίησε για τρίτη και τελευταία περίοδο μικρής διάρκειας επιφανειακές έρευνες στη θέση «Κεφάλα» της Σκιάθου, από 27/6-6/7/2011.

 

Click to enlarge
Τοπογραφικό διάγραμμα της θέσης «Κεφάλα» (2010).

Click to enlarge
Λεπτομέρεια από το τοπογραφικό διάγραμμα.


Οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν κατά το 2011 ήταν συνοπτικά οι ακόλουθες:

  1. Έγιναν καθαρισμοί και σχεδιάστηκαν τμήματα της όψης και της κάτοψης του οχυρωματικού τείχους στην περιοχή του τείχους Τ1.1 (στα σημεία Τ1.1.1 – Τ1.1.4).
  2. Πραγματοποιήθηκε καθαρισμός στη βάση του τείχους στο σημείο Τ1.4.
  3. Στο σημείο Τ1.3, όπου η διάβρωση του πρανούς είναι μεγάλη, συνεχίστηκε η μικρή «στρωματογραφική τομή» με στόχο να αναγνωριστούν τα επάλληλα στρώματα της κατοίκησης του πλατώματος.
  4. Στα ΝΑ του οικισμού, πραγματοποιήθηκε σωστικού χαρακτήρα έρευνα τάφου ο οποίος κινδύνευε να καταρρεύσει στο κενό.
  5. Πλησίον του τάφου, πραγματοποιήθηκε σωστικού χαρακτήρα έρευνα αρχαίου φρέατος.
  6. Πραγματοποιήθηκε περισυλλογή επιφανειακών ευρημάτων.

Α. ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ (Τ1.1 - Τ1.7)

Οι έρευνες του 2009-2010 επέτρεψαν την αναγνώριση τμημάτων του οχυρωματικού περιβόλου που διατηρείται στον ισθμό του πλατώματος, στη Ν-ΝΑ πλευρά του οικισμού. Ένα τμήμα στα ΝΔ παρουσιάζει αλλεπάλληλες οδοντώσεις (Τ1.6). Η τοιχοποιία στα ορατά τμήματα της οχύρωσης είναι πρώιμη (λίθοι μετρίου μεγέθους, αδρά κατεργασμένοι, κατά τόπους σφήνες [«βύσματα»]). Κατά τόπους (ιδιαίτερα στο σημείο Τ1.4) το σωζόμενο ύψος ξεπερνά τα 3 μέτρα. Τμήματα του τείχους ενδέχεται να χρονολογούνται ακόμη και στη γεωμετρική περίοδο. Την υπόθεση αυτή φαίνεται να στηρίζει η παρουσία λίγων οστράκων της υστερογεωμετρικής/πρώιμης αρχαϊκής περιόδου που συλλέχτηκαν το 2009 μέσα στο «έμπλεκτο» γέμισμα του τείχους στη θέση Τ1.4. Εφέτος πραγματοποιήθηκαν καθαρισμοί στα σημεία του τείχους Τ1.1 και Τ1.4.

Τείχος Τ1.1.

Το καλύτερα σωζόμενο τμήμα του τείχους είναι στα ΝΔ (Τ1.1), όπου φαίνεται ότι πρέπει να αναζητηθεί και κάποια διαμόρφωση εισόδου. Το τμήμα της κατασκευής που είχε καθαριστεί τις δύο προηγούμενες περιόδους αποδείχτηκε ότι αποτελεί εσωτερικό διαμέρισμα εσωτερικά των τειχών. Στο σημείο αυτό είχαν αποκαλυφθεί ικανοποιητικά τμήμα της όψης ενός τοίχου μαζί με το «έμπλεκτο» γέμισμά του (Τ1.1.1), καθώς και τμήμα εγκάρσιου τοίχου, σωζ. μήκ. 1.04 μ και πλ. 0,80 μ (Τ.1.1.2). Φέτος φανερώθηκε αφενός ένας αντίστοιχος εγκάρσιος προς τον Τ1.1.1 τοίχος, ο Τ1.1.4 (πλ. 0,50 μ), σε απόσταση 7 μ από τον Τ1.1.2, καθώς και ένα επίμηκες σκέλος τείχους, Τ1.1.3, που βαίνει παράλληλα με τον Τ1.1.1, σε απόσταση 2,80 μ από αυτόν. Είναι συνεπώς σαφές ότι οι τέσσερεις τοίχοι Τ1.1.1-4 ορίζουν έναν μακρόστενο χώρο, εσωτερικών διαστάσεων 7 Χ 2 μ περίπου. Ο Τ1.1.3, αποκαλύφθηκε σε μήκος περίπου 12 μ,, θεμελιώνεται πάνω στο φυσικό βράχο και σώζεται σε ύψος περίπου 1 μ. Είναι κατασκευασμένος από κατεργασμένους ορθογώνιους δόμους σχετικά μεγάλων και μεσαίων διαστάσεων και προφανώς αντιπροσωπεύει την εξωτερική όψη του τείχους (το πάχος του Τ1.13 δεν είναι γνωστό). Η ακριβής μορφή του τείχους εδώ δεν μπορεί ακόμη να προσδιοριστεί λόγω της πυκνής βλάστησης, αν και διαπιστώθηκε ότι τέμνει σε ορθή γωνία το οδοντωτό τμήμα τείχους Τ1.6.

Click to enlarge
Ο εσωτερικός χώρος T1.1.1,2 και 4, από τα ΝΔ.

Click to enlarge
Η ΝΑ γωνία του εσωτερικού χώρου Τ1.1.1-4 (συμβολή Τ1.1.1 με Τ1.1.4).

Click to enlarge
Λεπτομέρεια της εξωτερικής όψης του Τ1.3, από τα Δυτικά.


Click to enlarge
Ο εξωτερικός Τ1.3, από το Νότο.

Εξωτερικά του τείχους συλλέχτηκαν όστρακα, κυρίως των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (μεταξύ άλλων συλλέχτηκε αρκετή αττική κεραμεική μελαμβαφής και μελανόμορφη, τέλους 6ου αρχών 5ου αι. π.Χ.). Αξιοσημείωτη είναι η εύρεση θραύσματος τμήματος κύλικας τύπου Σιάννων του τρίτου τετάρτου του 6ου αι. π.Χ. του Ζ. Griffin-Bird.

Στη βάση του εγκάρσιου τοίχου Τ1.1.4 συλλέχτηκαν όστρακα της πρώιμης αρχαϊκής περιόδου τα οποία πιθανώς χρονολογούν την κατασκευή του συγκεκριμένου τοίχου.

Τείχος Τ1.4

Στο σημείο Τ1.4 σώζεται μεγάλο τμήμα του τείχους, σε ύψος που ξεπερνά τα 3 μέτρα. Η εξωτερική παρειά του τείχους έχει καταρρεύσει στο μεγαλύτερο τμήμα της. Φέτος καταβλήθηκε προσπάθεια να αποσαφηνιστεί η πορεία της εξωτερικής παρειάς της οχύρωσης.

Καθαρίστηκε η βάση της κατασκευής έως το φυσικό βράχο, που κατά τόπους είναι εμφανής. Η εξωτερική όψη του τείχους εδώ παρουσιάζει μια βαθμιδωτή διαμόρφωση αλλά η κακή κατάσταση διατήρησης δεν επιτρέπει να κατανοήσουμε απόλυτα τη μορφή που θα είχε το τείχος στο σημείο αυτό. Λίγο ψηλότερα από το φυσικό βράχο βρέθηκε όστρακο από τον ώμο μεγάλου κλειστού αγγείου της Πρωτογεωμετρικής περιόδου με διακόσμηση από ομόκεντρα ημικύκλια.

 

Click to enlarge
Τμήμα τείχους Τ1.4 από το Νότο.

Click to enlarge
Πρωτογεωμετρικό αγγείο από τη βάση του Τ1.4.


Τείχος Τ1.3. Στρωματογραφική τομή

Στο σημείο Τ1.3 όπου η διάβρωση του πρανούς είναι μεγάλη διευρύνθηκε η μικρή «στρωματογραφική τομή» που είχε πραγματοποιηθεί το 2010. Από την επιφάνεια του εδάφους έως -1,75/1,85 μ βαθύτερα απαντήθηκαν 6 στρώματα:

(1) Από βάθ. 0,80 μ. από το ύψος περίπου της άσκαφης επιφάνειας έως -1,06 μ. τα χώματα ήταν χαλαρά διαταραγμένα.
(2) Από 1.06 μ. – 1,26 μ. υπήρχε στρώμα πεσμένων λίθων που ίσως σχετίζεται με το έμπλεκτο γέμισμα του οχυρωματικού περιβόλου.
(3) Τα χώματα από 1,26 μ. – 1,52 μ. ήταν αρκετά σκληρά.
(4) Aκολουθούσε από 1,52 μ. – 1,58 μ. στρώμα με διάσπαρτους μικρούς λίθους.
(5) Το στρώμα από 1,58 μ. – 1,76 μ. (έως και - 1,84 μ.) παρουσιάζει μια πτώση προς Νότον. Ήταν χαλαρό και χαρακτηριζόταν από την έντονη παρουσία ξυλανθράκων, οστών ζώων και κυρίως θαλασσινών οστρέων (cardium, πεταλίδες, στρείδια). Το στρώμα αυτό περιέχει πολυάριθμα όστρακα της Πρωτογεωμετρικής και Υποπρωτογεωμετρικής περιόδου (10ος – 9ος αι. π.Χ.). Επειδή η έκταση της στρωματογραφικής τομής είναι μικρός δεν είναι σαφές εάν πρόκειται για περιοχή απόθεσης ή για ορίζοντα κατοίκησης. Πάντως το στρώμα αυτό κάλυψε μια κατασκευή από μικρούς λίθους, φοράς ΒΔ-ΝΑ, η οποία μάλλον σχετίζεται με το κατώτερο στρώμα.
(6) Τέλος, ακολουθούσε το κατώτερο στρώμα από ξανθα χώματα έως τουλάχιστον το βάθ. 1,86 μ. όπου εμφανίζεται ο φυσικός βράχος.

Το τείχος στο σημείο Τ1.3 είναι κατεστραμμένο αλλά σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις φαίνεται ότι εδράζόταν ψηλότερα από το Πρωτογεωμετρικό / Υπο-Πρωτογεωμετρικό στρώμα 5, οπότε πρέπει να είναι υστερότερο.

 

Click to enlarge
Τ1.3. Άποψη τομής στρωματογραφίας από το Νότο.

Click to enlarge
Όστρακο με διακόσμηση ομόκεντρων κύκλων της Πρωτογεωμετρικής περιόδου.


Β. ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΜΑΤΟΣ

Νεκρόπολη

Η νεκρόπολη του οικισμού πρέπει ενδεχομένως να αναζητηθεί στα ΝΑ του οικισμού, πλησίον της ακτής, όπου φαινόταν τουλάχιστον ένας τάφος με την καλυπτήρια πλάκα στη θέση του, σε ύψος περίπου 8 μ από την επιφάνεια της θάλασσας, έτοιμος να καταρρεύσει στη θάλασσα. Η περιοχή είναι διάσπαρτη με μεγάλες λίθινες πλάκες, μετακινημένες ασφαλώς από την αρχική τους θέση, προφανώς ένδειξη αρχαιοκαπηλικής δραστηριότητας.

Το εκσκαφικό μηχάνημα δημιούργησε ένα βαθμιδωτό άνδηρο που επέτρεψε την έρευνα του τάφου. Κάτω από τις καλυπτήριες πλάκες φάνηκε ότι ο τάφος ήταν λακκοειδής λαξευμένος στο μαλακό βράχο, και όχι κιβωτιόσχημος όπως είχαμε υποθέσει πέρυσι. Το σωζώμενο μήκος του ορύγματος ήταν 1,70 μ, το πλ. 0,60 μ. Προς Νότον υπήρχε «πατούρα» πλ. 0,12 μ και ύψους 0,25 μ από τον πθυμένα του τάφου. Ο σκελετός, σε ύπτια στάση, ήταν προσανατολισμένος προς Α-ΝΑ, αλλά η κεφαλή και τμήμα του στέρνου είχαν πέσει στο γκρεμό. Σε επαφή με το αριστερό χέρι και τον αριστερό μηρό του νεκρού, αντίστοιχα, βρέθηκαν δύο ερυθρόμορφα αρυβαλλοειδή ληκύθια του τέλους του 5ου – αρχών 4ου αι. π.Χ. με παράσταση (α) κριού και (β) φτερωτής γυναικείας μορφής καθισμένη σε δίφρο. Η εύρεση του τάφου είναι σημαντική καθώς αφενός υποδηλώνει την περιοχή που θα πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες εντοπισμού της νεκρόπολης του αρχαίου οικισμού και αφετέρου πιστοποιεί ότι η θέση συνέχισε να κατοικείται έως τουλάχιστον τους χρόνους αυτούς.


Φρέαρ

Κατά τις εκσκαφικές εργασίες με στόχο τη δημιουργία πρόσβασης στον τάφο, σε μικρή απόσταση και σε ίδιο βάθος με τον τάφο (-2,50 μ από την επιφάνεια του εδάφους) το εκσκαφικό μηχάνημα έφερε στο φως αρχαίο φρέαρ, διαμέτρου 0,85 μ, το οποίο ερευνήθηκε έως 3,12 μ βάθος βαθύτερα από το στόμιό του. Ένας δακτύλιος από λίθους, πλ. 0,80-1 μ, περιβάλλει το στόμιο του φρέατος. Το φρέαρ ενδέχεται να είναι περίπου σύγχρονο με τον τάφο, αλλά ενδεχομένως κατάστρεψε κατά τη διάνοιξή του παλαιότερες ταφές, αν ερμηνεύονται σωστά οι κατακόρυφα τοποθετημένες πλάκες που πλαισιώνουν στα Βόρεια και Ανατολικά το φρέαρ εν είδει περιβόλου. Μόνον η επέκταση του σκάμματος θα ήταν δυνατόν να δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα που τέθηκαν.

Click to enlarge
Η περιοχή του φρέατος και η σχέση του με το πλάτωμα. Λήψη από ΝΑ.

Click to enlarge
Το φρέαρ από τα ΒΔ.

Click to enlarge
Όστρακο των πρωτογεωμετρικών χρόνων.


Γ. ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Τα ευρήματα που συλλέχτηκαν κατά τις φετινές εργασίες τεκμηριώνουν ότι η θέση κατοικήθηκε τουλάχιστον από τους πρωτογεωμετρικούς χρόνους. Ορισμένα από αυτά, ιδιαίτερα όσα χρονολογούνται από τον 10ο έως και τον 8ο αι. π.Χ., σύμφωνα και με την προκαταρκτική μελέτη των οστράκων που περισυλλέξαμε, παραπέμπουν στην Εύβοια. Από τα επιφανειακά και πάλι ευρήματα, αλλά και από τα κτερίσματα που περιείχε η ταφή, προκύπτει ότι η θέση ήταν κατοικημένη και κατά την κλασική περίοδο.

Τα κινητά ευρήματα μεταφέρθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου. 165 χαρακτηριστικά όστρακα, καθώς και όλα τα μικρά ευρήματα, πήραν αριθμό καταλόγου, συντάχθηκαν περιγραφικά δελτία και φωτογραφήθηκαν.

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ

Click to enlarge
Τα μέλη της ερευνητικής ομάδας (2011).

Στις εργασίες του 2011, από πλευράς πανεπιστημίου, συμμετείχαν, ο Καθ. Αλέξανδρος Μαζαράκης Αινιάν, οι διδάκτορες Δρ Αλεξάνδρα Αλεξανδρίδου και Κατερίνα Τζαβελοπούλου, οι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος Ιωάννα Ανδρέου και Γιώργος Χιώτης, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές Ναταλένα Ζάχου, Arianna Sacco, Παρασκευή Θεοχαρίδου, Όλγα Πράππα, η πτυχιούχος αρχαιολόγος Eλένη Μαστρογιάννη, και οι προπτυχιακοί φοιτητές Αργυρώ Κοντού, Ευαγγελία Λιάπη, Ελένη Μακεδόνα, Μυρτώ Μανάτου, Θανάσης Παπαγεωργίου, Ευγενία Παπαδοπούλου, Θεοδώρα Πατσίκα, Ελένη Παπαδημητρίου, Μαρία Ρεντίφη, Αντωνία Στεφάνου, Σταυρούλα Στράτου, Αθηνά Τρεμπίσκα. Στις έρευνες συμμετείχε και η φοιτήτρια της Αρχιτεκτονικής Νήρεια Κουντούρη. Από την πλευρά της ΙΓ’ ΕΠΚΑ στις έρευνες συμμετείχαν η Δρ. Αργυρούλα Δουγλέρη-Ιντζεσίλογλου και η Ελένη Χρυσοπούλου.

Οι έρευνες χρηματοδοτήθηκαν από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (ΚΑΕ 4129), ενώ τα έξοδα της διαμονής της ερευνητικής ομάδας στη Σκιάθο καλύφθηκαν από τον Εξωραϊστικό Σύλλογο του «Ξανέμου» και το Δήμο Σκιάθου. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλουμε στον κύριο Βασίλη Ταμπάκη.


Α. Μαζαράκης Αινιάν
Καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας

© 2009-2020: ΠΘ - ΙΑΚΑ