Μετανάστριες από την Ανατολική Ευρώπη Μορφές κινητικότητας και πολιτική συγκρότηση Σε Πρώτο Πρόσωπο Links
Κεντρική σελίδα

Φύλο και Μετανάστευση

Φύλο και Μετανάστευση

Μορφές κινητικότητας και πολιτικής συγκρότησης

 

 

Ευαγγελία Κ. Τόπη

Ηνωμένες Πολιτείες : Γυναικεία μετανάστευση και η συγκρότηση ενός ερευνητικού παραδείγματος.

Το «From the Other Side» προσπαθεί να προσφέρει μια εικόνα των μεταναστριών και των φυλών στην μεταναστευτική ζωή που σέβεται την πολιτισμική ανομοιότητα, την ιδεολογία των φυλών και που αλλάζει με τον χρόνο. Το βιβλίο κατευθύνει την προσοχή του αναγνώστη στα σημεία επαφής μεταξύ των μεταναστριών, των μεταναστών και των αυτοχθόνων Αμερικανών. Αποκαλύπτει παρόμοιες εμπειρίες που μοιράστηκαν οι μετανάστριες στο παρελθόν και το παρόν, άλλες μοιράστηκαν και από τους άντρες και από τις γυναίκες του ίδιου υπόβαθρου, και άλλες μοιράστηκαν οι μετανάστριες με τις αυτόχθονες γυναίκες. Σημειώνει τους δεσμούς που έδεσαν τις γυναίκες με άλλους ανθρώπους - άντρες και γυναίκες παρόμοιων αλλά και διαφορετικών υποβάθρων - καθώς και τις δυνάμεις που χώρισαν τις γυναίκες από τους άντρες και τους άντρες από τις γυναίκες.

Συνολικά, η ιστορία των μεταναστριών στις Ηνωμένες Πολιτείες, δείχνει στην ευελιξία της αμερικανικής ταυτότητας και την ικανότητα προσαρμογής του ορισμού του αμερικανικού θηλυκού πληθυσμού για την εθνικότητα. Οι άνθρωποι της «άλλης πλευράς» έγιναν Αμερικάνοι μέσω της διαμόρφωσης των φυλών: οι ξένοι άντρες έγιναν εθνικοί Αμερικάνοι και οι ξένες γυναίκες έγιναν εθνικές Αμερικανίδες. Για την τρίτη γενιά, αλλά μόνο για αυτούς που είχαν ευρωπαϊκή καταγωγή, η εθνικότητα ήταν μια επιλογή, πιθανώς αντιστρέφοντας την αρχική διαδικασία «εθνικοποίησης». Η φυλή παραμένει το μεγαλύτερο εμπόδιο στην απόκτηση εθνικότητας αλλά ακόμα και η φυλετική κατανόηση μερικές φορές άλλαξε μετά από ευμεγέθεις μεταναστεύσεις. Το «From the Other Side» μας αφήνει με ένα παράδοξο, η ζωή των μεταναστριών έδειξε μεγαλύτερη σύγκλιση με αυτή των άλλων Αμερικανίδων (ειδικά όσον αφορά την εργασία με μισθό και τον κύκλο ζωής) από ότι η ζωή των ανδρών μεταξύ τους (όπου οι εθνικές και φυλετικές διαφορές στους μισθούς και στα επαγγέλματα ήταν έντονες). Αλλά, οι μετανάστριες επέδειξαν περισσότερη ταύτιση με τον εθνικισμό και την ξένη καταγωγή τους με το πέρασμα των διαφορετικών γενεών.

Ο Oscar Handlin κάποτε δήλωσε πως είχε ξεκινήσει να μελετά τους μετανάστες στην Αμερική για να ανακαλύψει ότι η αμερικανική ιστορία, ήταν στην πραγματικότητα, η ιστορία της μετανάστευσης. Οποιαδήποτε στιγμή του δεκάτου ενάτου αιώνα, οι μετανάστριες και οι κόρες τους αποτελούσαν το ένα τέταρτο του γυναικείου πληθυσμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου ο μισός αμερικανικός πληθυσμός είχε τουλάχιστον έναν μετανάστη παππού ή γιαγιά. Σήμερα, οι μετανάστριες και οι κόρες τους αποτελούν λιγότερο από το δέκα τοις εκατό των γυναικών της Αμερικής, αλλά αν συμπεριλάβουμε και τις Αμερικανίδες τρίτης γενιάς, που ενστερνίζονται τις εθνικές ταυτότητες, θα ανέβαζαν το ποσοστό των ζωντανών γυναικείων συνδέσμων με την άλλη πλευρά. Οι μειονότητες των μεταναστών είναι μια εμφανής παρουσία στην αμερικανική ζωή, αν δεν είναι πια η ίδια η αμερικάνικη ιστορία.

Αποικιοκρατία και μετανάστευση: Φυλετικές και μεταναστευτικές μειονότητες

Το «From the Other Side» υποστηρίζει πως το να διαχωρίζονται οι φυλετικές από τις μεταναστευτικές μειονότητες σαν τύποι, αν και χρήσιμο, μπορεί να οδηγήσει σε λάθος συμπεράσματα. Και οι δύο τύποι μειονοτήτων εμφανίστηκαν μέσα στην παγκόσμια οικονομία που τότε διαμορφώνονταν και που δημιουργούσε οικονομικές ευκαιρίες για κάποιους ενώ την ίδια στιγμή ενθάρρυνε την εγκαθίδρυση των ανισοτήτων μεταξύ των δυνατών κρατών και «της άλλης πλευράς». Η εθνικότητα, η θρησκεία, η φυλή και η τάξη καθόρισαν το σύνορο που τα χώριζε. Αυτό το σύνορο βρισκόταν και μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες - μεταξύ της λευκής πλειονότητας και της αποικιακής μειοψηφίας - καθώς και γύρω της. Οι μετανάστες του δέκατου ένατου αιώνα ήρθαν από τον Τρίτο Κόσμο της παγκόσμιας οικονομίας του καιρού τους. Οι σημερινές μεταναστεύσεις συχνά εμφανίζονται σαν την εκδίκηση των αυτοκρατοριών του Τρίτου Κόσμου. Οι μετανάστες, άντρες και γυναίκες, μερικές φορές, ήταν αποικιοκρατούμενες μειονότητες στις πατρίδες τους. Έτσι δεν μας προκαλεί έκπληξη, πως οι εμπειρίες των μεταναστών και των μεταναστριών στην οικονομία και την κοινωνία των Ηνωμένων Πολιτειών - στο παρελθόν και στο παρόν - μοιάζουν με τις εμπειρίες της αυτόχθονης μειονότητας και της αυτόχθονης πλειονότητας. Το αναπάντητο ερώτημα σχετικά με τους σημερινούς μετανάστες είναι, όπως αναφέρθηκε, το αν θα γίνουν μέρη των αμερικανικών φυλετικών μειονοτήτων, ή αν αντίθετα θα προστεθούν στην ανομοιογένεια των Αμερικανών.

Η φυλή δεν ήταν ο βασικός δείκτης, των συνόρων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της άλλης πλευράς. Οι γυναίκες μοιραζόντουσαν με τους άντρες του ίδιου υποβάθρου, την υποταγή τους σαν χωρικοί, τις περιπέτειες και τους κινδύνους της μετανάστευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες και την εμπειρία του να είναι ξένοι σε μια ξένη χώρα. Αλλά η φυλή ήταν σημαντική με πολλούς τρόπους. Η φυλή δημιούργησε ξεχωριστές εκδοχές αυτών των εμπειριών για τους άντρες και τις γυναίκες. Οι ζωές των μεταναστών, και των δύο φύλων, διαφέρουν σημαντικά - στην εργασία τους για μισθό, και στις υποχρεώσεις τους στην οικογένεια και στην κοινωνία - ενώ η γλώσσα και η θρησκεία τους ήταν κοινή και συνέδεε και τους δύο σε μια πολιτισμική αλληλεγγύη. Η φυλή επίσης επηρέασε την κατανόηση των ανδρών και των γυναικών για τα κοινωνικά και πολιτισμικά όρια, τις ευκαιρίες και τα ταμπού. Και για τους δύο αυτούς λόγους, δεν γίνεται να συμπεράνουμε ότι οι μετανάστριες στο σύνολό τους, έγιναν Αμερικανίδες πιο αργά και πιο διστακτικά ή πιο γρήγορα και πιο πρόθυμα από τους μετανάστες. Δομικά, ακολούθησαν διαφορετικά μονοπάτια σε διαφορετικούς προορισμούς - τον εθνικό Αμερικανικό γυναικείο χαρακτήρα και τον εθνικό Αμερικανικό αντρικό χαρακτήρα.

Η μελέτη των φυλών επίσης αποκαλύπτει μερικές σημαντικές διαφορές μεταξύ των Αφροαμερικανών και άλλες μειονότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι μετανάστριες όπως και οι γυναίκες των αποικιών σε όλον τον κόσμο και στις Ηνωμένες Πολιτείες, έφτασαν κάτω από υψηλές πιέσεις για να αντιγράψουν τα οικιακά ιδανικά και τις συμπεριφορές της μεσαίας τάξης των εθνικών ομάδων που κυριαρχούσαν. Η συμπεριφορά τους σαν σεξουαλικά όντα και σαν μητέρες βρισκόταν συνεχώς υπό λεπτομερή εξέταση. Όλως παραδόξως, όταν οι γυναίκες απαιτούσαν κάποια από τα προνόμια του εγκλεισμού στο σπίτι της μεσαίας τάξης - όπως ήταν ο ελεύθερος χρόνος, η κατανάλωση, η ενασχόληση με την ιδιωτική εμφάνιση, τα μοντέρνα ρούχα ή τα κοινωνικά έθιμα της μπουρζουαζίας - οι προσπάθειες τους μερικές φορές γίνονταν αντικείμενο χλευασμού τόσο από τους αυτόχθονες Αμερικάνους όσο και από τους ανθρώπους των δικών τους ομάδων.

Οι λευκοί Αμερικάνοι έβλεπαν τις ξένες γυναίκες - όπως και τις αυτόχθονες Αμερικανίδες αλλά και τις Chicana - σαν θύματα των αντρών των ομάδων τους παρά σαν ανθρώπους που έλεγχαν την ζωή τους. Οι λευκοί Αμερικάνοι επανειλημμένα χρησιμοποιούσαν τις φυλές για να δώσουν μια ηθική διάσταση στα κατ΄ ουσία οικονομικά και πολιτικά σύνορα μεταξύ των ίδιων και της άλλης πλευράς. Αν και μερικές φορές αμφισβητούσαν την ηθική των γυναικών της άλλης πλευράς, έβλεπαν πιο συχνά τις γυναίκες με συμπόνια, ή με όρους συγκατάβασης σαν παιδιά και πάσχουσες. Την ίδια στιγμή, και τουλάχιστον από την λήξη της σκλαβιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες, πολύ διαφορετικά στερεότυπα, των Αφροαμερικανών γυναικών, έχουν εμφανιστεί επανειλημμένα, για να χωρίσουν τους απογόνους των σκλαβωμένων γυναικών από τις περισσότερες γυναίκες της άλλης πλευράς. Οι λευκοί Αμερικανοί ξεχωρίσανε της Αφροαμερικανίδες σαν δυναμικές «Mammies» και σαν αρχηγούς μιας μητριαρχικής οικογένειας, με αρκετή δύναμη ώστε να αψηφούν τα αδέρφια τους, τους γιους τους, και τους συζύγους τους την αντρική φύση που χρειάζεται για να επιτύχουν σε μια αντροκρατούμενη χώρα. Αλλά και τα στερεότυπα των δυνατών, θυμωμένων και σεξουαλικά απαιτητικών γυναικών - «Jezebels» και «Sapphires» - δεν έχουν εξαφανιστεί από τις σύγχρονες διαμάχες για τις Αφροαμερικανικές κοινωνίες στο τέλος του εικοστού αιώνα.

Φυλή, εθνικότητα και θρησκεία

Δομικά, οι ζωές των Αμερικανίδων αναπτύσσονταν σε παράλληλα ρεύματα τον δέκατο ένατο αιώνα, πριν την έναρξη της σύγκλισης που κρατάει από την δεκαετία του 1920 μέχρι σήμερα, που παρακινήθηκαν κυρίως από την ζήτηση για εργαζόμενες σε δουλειές γραφείου και σε υπηρεσίες. Τον δέκατο ένατο αιώνα, οι μετανάστριες και οι γυναίκες έποικες, κάνανε κάποιες ίδιες δουλειές αλλά σε διαφορετικά μέρη. Σήμερα, οι εργατικές ζωές των εργαζομένων γυναικών, που κατάγονται από διαφορετικά περιβάλλοντα, ακολουθούν περισσότερο παρόμοιες τροχιές από ότι στο παρελθόν.

Υποκειμενικά, ωστόσο, η πολιτισμική ποικιλία μεταξύ των γυναικών αποδείχθηκε περισσότερο εμφανής και επίμονη, τόσο στο σήμερα όσο και στο παρελθόν, από ότι οι οικονομικές και οι κοινωνικές δομές υπονοούσαν. Οι οικιακές υπηρέτριες από την Σουηδία και την Ιρλανδία, έμοιαζαν μεταξύ τους στους τρόπους επαγγελματικής απασχόλησης και σε κάποιες από τις επιλογές για τον γάμο και την οικογένεια. Αλλά ζούσαν σε γλωσσικά, εθνικά και θρησκευτικά διαφορετικές κοινωνίες, με μικρή αίσθηση κοινωνικότητας και κοινής αδελφικότητας. Τόσο οι ξένες όσο και οι Αφροαμερικάνες στράφηκαν προς την διασκέδαση και τις κοινωνικές υπηρεσίες για να αναζητήσουν δουλειά και προσωπική ολοκλήρωση, αλλά ούτε η κοινή θρησκευτική πίστη, η κοινή κουλτούρα και οι προσωπικές συμπάθειες δεν κατάφεραν να ενώσουν αυτές τις δύο ομάδες γυναικών. Για να συζητήσουμε την επιρροή της εθνικότητας ή της θρησκείας στις μετανάστριες, πρέπει να δεχτούμε τον παραλληλισμό, τις κοινές εμπειρίες και τις εντυπωσιακές δομικές ομοιότητες που υπάρχουν, όταν στις γυναίκες αυτές αναγνωρίζονται πολιτισμικά διαφορετικές απόψεις για τον κόσμο, σαν σημαντικές πηγές διαχωρισμού.

Τελικά, η θρησκευτική πίστη έχει παρουσιάσει τα λιγότερα εμπόδια στις μετανάστριες και τους μετανάστες που ζητούσαν να γίνουν Αμερικανοί. Η θρησκευτική ανεκτικότητα που διαφυλάσσεται στο Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών δεν μπορούσε να εμποδίσει σφοδρές θρησκευτικές συγκρούσεις, και αυτό ήταν πραγματικότητα τον δέκατο ένατο αιώνα όταν όχλοι Προτεσταντών επιτέθηκαν σε μονές, κοσμικούς Καθολικούς ή Εβραίους - αλλά εγκαθίδρυσε ξεκάθαρα όρια στον αμερικανικό εθνικισμό στις αρχικές θρησκευτικές του μορφές. Οι εθνικιστές Αμερικανοί Προτεστάντες δεν είχαν δυνατούς νομικούς μηχανισμούς για να απαιτήσουν την μετατροπή την θρησκευτική μεταστροφή σαν προαπαιτούμενο για τους επίδοξους Αμερικανούς. Καθώς οι Καθολικοί και οι Εβραίοι εκδήλωσαν τις απαιτήσεις τους σαν Αμερικανοί, δημιούργησαν στέρεο έδαφος για άλλους που ήλπιζαν να δηλώσουν παρόμοιες απαιτήσεις ενάντια σε άλλες πρακτικές εξαίρεσης. Οι σημερινοί μετανάστες επηρεάζονται κατά πολύ από τις αντιμαχόμενες δυναμικές της φυλής και της τάξης, που παραμένουν τα μεγαλύτερα εμπόδια στο να γίνει κανείς Αμερικανός. Στο παρελθόν, οι Αμερικανοί είχαν την τάση να χρησιμοποιούν τους όρους «εθνικισμός» και «φυλή» σαν ταυτόσημους, αλλά πολλοί είδαν τις εθνικές και πολιτισμικές διαφορές σαν να προκλήθηκαν από τις φυλετικές και φυσικές διαφορές. Στον εικοστό αιώνα, οι μελετητές ξεχώριζαν με σαφήνεια τις εθνικές (δηλαδή τις πολιτισμικές) ομάδες και τις φυλετικές (δηλαδή βιολογικές) ομάδες. Τα πιο πρόσφατα χρόνια αυτή η διττή αντιμετώπιση της φυλής και της εθνικότητας επίσης αμφισβητήθηκε. Σαν έναν ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό δημοσιεύσεων που απορρίπτουν την φυλή σαν αντικείμενο ή σαν επιστημονική κατηγορία το «From the Other Side» τονίζει ότι η φυλετικές / εθνικές κατηγορίες άλλαξαν δραματικά με τον χρόνο. Για αυτό το λόγο βλέπει όλες τις φυλετικές κατηγορίες σαν πολιτισμικές στην πραγματικότητα. Για αυτόν τον λόγο επίσης, το βιβλίο σπάνια χρησιμοποιεί τον σύγχρονα δημοφιλή όρο «Ευρωαμερικανοί». Όποιες και αν ήταν οι πολιτισμικές ομοιότητες μεταξύ των Αμερικανών ευρωπαϊκής καταγωγής σήμερα (και αυτές είναι σημαντικές) οι Ευρωπαίοι μετανάστες που έφτασαν πρόσφατα τον δέκατο ένατο αιώνα, δεν μοιραζόντουσαν ούτε κοινή θρησκεία, ούτε κοινή γλώσσα, ούτε ίδιους κανόνες σε σχέση με τους συγγενείς τους και ούτε κοινά έθιμα που αφορούσαν στην καθημερινή ζωή. Ούτε είχαν μια αίσθηση αλληλεγγύης βασισμένη στην κοινή ιστορία. Το «From the Other Side» αναδεικνύει συχνά την πολιτισμική ποικιλία που υπήρχε στις αμερικανικές φυλετικές κατηγορίες.

Κάποια φυλετικά σύνορα, υπέκυψαν στην οικονομική κινητικότητα των μεταναστών μέσα στη διάρκεια τριών γενεών. Όπως οι πρώτοι Καθολικοί Ιρλανδοί και μετά οι Καθολικοί, Ορθόδοξοι και Εβραίοι νότιο- και ανατολικό- Ευρωπαίοι και τα παιδιά τους, μπήκαν στην μεσαία τάξη. Επίσης, με πολύ πρακτικούς όρους, έγιναν λευκοί. Οι προς τα πάνω κινούμενοι απόγονοι των Κινέζων και των Γιαπωνέζων δεν είχαν γίνει λευκοί, όταν μπήκαν στην μεσαία τάξη. Τα εγγόνια και τα δισέγγονα των Ασιατών μεταναστών παρατηρούσαν ότι πολλές φορές οι λευκοί Αμερικανοί τους ρωτούσαν από πού είναι, καθώς δεν μπορούν να δούνε ότι είναι Αγγλόφωνοι αμερικανοί και πολιτισμικά ίδιοι με αυτούς. Πράγματι, όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, το μεγαλύτερο ερώτημα που προέκυψε από τις σύγχρονες μεταναστεύσεις είναι αν οι ανώτερες ταξικές θέσεις μιας ευμεγέθους μειονότητας των μεταναστών του Τρίτου Κόσμου, θα τους επιτρέψει να γίνουνε Αμερικάνοι με τρόπους σαν αυτούς που χρησιμοποιήθηκαν για τους απογόνους των Ευρωπαίων στο παρελθόν.

Η θρησκεία, η φυλή και εθνικότητα διαμόρφωσαν τις γυναίκες των ανδρών και των γυναικών με τον ίδιο τρόπο. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το φύλο δεν είχε καμία σημασία για τις μετανάστριες ή το ότι η εθνικότητα και η φυλή δεν ήταν πολύ πιο σημαντικά από το φύλο στη διαμόρφωση των εμπειριών τους ή των εμπειριών των κορών τους. Το φύλο λειτούργησε μέσα στις γλωσσικές και θρησκευτικές ομάδες, μέσα στις εθνικές, φυλετικές και θρησκευτικές κατηγορίες. Όπως οι Αφροαμερικανίδες μελετητές επανειλημμένα σημείωσαν, οι γυναίκες δεν μπορούν να χωριστούν αναλυτικά στα διαφορετικά στοιχεία της ταυτότητας τους. Οι μετανάστριες δεν δρούσαν σαν γυναίκες σε ένα περιβάλλον και σαν εθνικίστριες σε κάποιο άλλο. Έτσι είναι αναλυτικά απλοϊκό να ρωτά κανείς αν η εθνικότητα ή το φύλο ήταν πιο σημαντικό στην ιστορία των μεταναστριών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το «From the Other Side» επικεντρώνεται στην αλληλεπίδραση των δύο φύλων, της τάξης, της φυλής, της εθνικότητας και της θρησκείας στις ζωές των ξένων.

Το καλύτερο παράδειγμα αυτής της αλληλεπίδρασης παρέχεται από την αντίληψη της σημασίας της εθνικότητας ανάμεσα στα εγγόνια των μεταναστών. Αυτές μπορούν να εντοπιστούν απευθείας στους διαχωρισμούς των εργασιών με βάση το φύλο μέσα στις οικογένειες και τις κοινωνίες των μεταναστών και των παιδιών τους. Πρώτα σαν κοινωνικές ακτιβίστριες και ύστερα σαν κυβερνήτες παιδιών και οργανωτές οικογενειακών και θρησκευτικών τελετών οι μετανάστριες αναπαρήγαγαν και μετασχημάτισαν τις πολιτισμικές παραδόσεις μέσω της εργασίας τους. Οι άντρες αρχικά αναζητούσαν την βοήθεια των γυναικών για να αναπαράγουν την εθνικότητα και ύστερα την άφηναν ολοένα και περισσότερο στα χέρια των γυναικών και στους οικιακούς τους ρόλους. Είναι τρομακτικά εντυπωσιακό ότι οι γυναίκες, περισσότερο από τους άντρες, συνέχιζαν να βλέπουν την εθνικότητα και τις μεταναστευτικές τους ρίζες σαν μια σημαντική επιρροή στις ζωές τους.

Τάξη

Το «From the Other Side» ανιχνεύει την μετανάστευση σε μια παγκόσμια οικονομία που σχηματιζότανε, και επισημαίνει την παράλληλη παγίωση των διεθνών τάξεων, που υπερέβη τα εθνικά σύνορα με τον χρόνο. Η προσαρμογή των μεταναστριών στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι δουλειές που έκαναν, οι οικογένειες και οι κοινωνίες που έχτιζαν και οι επαγγελματικές σταδιοδρομίες που ζητούσαν αντικατόπτριζαν την αρχική τους θέση στην παγκόσμια οικονομία. Οι γυναίκες που είχαν αρχίσει τις ζωές τους στις οικονομίες παραγωγής των απαραίτητων για την διαβίωση, φαίνεται να είχαν επιτύχει κινητικότητα προς τα πάνω και να έχουν γίνει Αμερικάνοι πιο αργά από τις γυναίκες που άφησαν τις αναπτυσσόμενες περιφέρειες του κόσμου. Επιπλέον, ο καλύτερος προάγγελος της μακροπρόθεσμης οικονομικής επιτυχίας, της εκπαίδευσης και του κοινωνικού ακτιβισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν το να ξεκινήσει κανείς από την μεσαία τάξη της πατρίδας του, πριν μεταναστεύσει.

Ακόμη, οι Αμερικανοί επέμεναν ότι οι αμερικανίδες της μεσαίας τάξη διαφέρουν από αυτές των άλλων εθνικοτήτων. Τον δέκατο ένατο αιώνα είδαν τις γυναίκες της μεσαίας τάξης σαν αποκλειστικά έγκλειστες στο σπίτι, σήμερα, τις βλέπουν σαν αποκλειστικά αυτόνομες. Καθώς οι απόψεις των Αμερικανών για τον εαυτό τους άλλαξαν, το ίδιο άλλαξε και ο βαθμός κατανόησης των κινούμενων προς τα πάνω μεταναστριών ή των μεταναστριών της μεσαίας τάξης: ενώ κάποτε κατηγορούνταν ότι δεν ασχολούνταν με το σπίτι αρκετά, σήμερα κατηγορούνται ότι δίνουν ανάρμοστα μεγάλη προσοχή στις οικογένειες και τις οικογενειακές παραδόσεις. Μια ματιά στον εθελοντισμό μεταξύ των γυναικών της μεσαίας τάξης, δείχνει περαιτέρω ότι οι Αμερικανίδες ήταν πιο εύκολο να εργαστούν με τις φτωχότερες των μεταναστριών, εργατριών-κοριτσιών, από ότι αν δουλεύανε για τους ξένους ομότιμούς τους της μεσαίας τάξης. Για παράδειγμα, στο ομαδικό κίνημα των γυναικών, όπου οι εθνικές, οι φυλετικές και οι θρησκευτικές διαχωρισμοί βασίλευαν.

Για αυτούς τους λόγους, οι εμπειρίες των μεταναστριών του παρελθόντος, επέτρεπαν λίγες λογικές προβλέψεις για το μέλλον των πολλών μεταναστών της μεσαίας τάξης και της ελίτ, που φτάνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες από τον σημερινό Τρίτο Κόσμο. Η κοινωνική τάξη, η μόρφωση και το επάγγελμα φαίνεται να οδηγούν αυτές τις γυναίκες γρήγορα στην επικρατούσα τάση της Αμερικής. Απ’ την άλλη, η γνώμη των Αμερικάνων για τους ξένους, σαν απαραίτητες στριμωγμένες μάζες και η υπόθεση ότι τα μεγάλα ποσοστά των νεοαφιχθέντων είναι αδιάκριτα από τους Αφροαμερικανούς και του Hispanics που γεννήθηκαν στην Αμερική, φαίνεται να εμποδίζουν αυτή την κατάληξη. Στο παρελθόν όπως και στο παρόν, οι μετανάστριες μπορούν να βρουν μεγαλύτερη δεκτικότητα μεταξύ των ανθρώπων της ίδιας εθνικότητας - τόσο άντρες όσο και γυναίκες - από ότι μεταξύ των αυτοχθόνων Αμερικανίδων της δικιάς τους τάξης.

Εθνικότητα και εθνικισμός

Αν και Αμερικανοί μελετητές συνηθίζουν να βλέπουν τον μετασχηματισμό των μεταναστών σε Αμερικανούς, σαν ένα αποκλειστικά αμερικανικό φαινόμενο, στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο λίγα στοιχεία που είναι μοναδικά στην Αμερική σχετικά με τις εμπειρίες των μεταναστριών. Διασχίζοντας τα σύνορα των Ηνωμένων Πολιτειών μοιάζει να ήταν λιγότερο σημαντικό για τις γυναίκες από το να εργασθούν με μισθό, προσαρμοζόμενες στην αστική ζωή, αντιμετωπίζοντας νέες διαλέκτους και γλώσσες, ή όταν παρουσιαζόντουσαν στα νέα πρότυπα της μπουρζουαζίας για την οικιακή ζωή, τις σχέσεις μητέρας – παιδιού και των συζυγικών προσδοκιών. Οι αγρότισσες της Ιρλανδίας που πηγαίνανε στο Δουβλίνο, είχαν πολλές από τις ίδιες εμπειρίες με την αδερφή της που πήγε στην Βοστόνη. Η κόρη ενός Ιαπωνικού κτηματία που διακινδύνευσε να ξεκινήσει μια δουλειά σε ένα αστικό πανδοχείο στην Χιροσίμα, μοιράστηκε πολλές εμπειρίες με τις νύφες με φωτογραφίες που ξεκινούσαν για να εργαστούν στα ξενοδοχεία του Σιάτλ.

Ακόμη, η μετανάστευση ήταν βασική για την αντίληψη της εθνικής ταυτότητας των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι Αμερικανοί συνεχίζουν ακόμη και σήμερα, να αναφέρονται στην πατρίδα τους σαν ένα έθνος μεταναστών, και να περηφανεύονται για αυτή την ονομασία. Η μετανάστευση μπορεί να σχηματίσει μόνο ένα κανάλι στο ευρύτερο ιστορικό ρεύμα της εθνικοποίησης των φτωχών ανθρώπων των αγροτικών περιοχών κατά τη διάρκεια του δέκατου ένατου και εικοστού αιώνα. Αλλά είναι ένα σημαντικό κανάλι, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλα έθνη μεταναστών όπως ο Καναδάς, η Αργεντινή και η Αυστραλία.

Μια βάση για την εθνική υπερηφάνεια των Αμερικανών είναι η υπόθεση ότι τα πλεονεκτήματα του αμερικανικού πολιτικού συστήματος παρέμεναν ανοιχτά σε όλους, ακόμη και ξένους μέσω πολιτογράφησης. Φυσικά, ξέρουμε αυτό απλοποιεί την ιστορία. Οι Ασιάτες δεν μπορούσαν να γίνουν πολίτες πριν το 1943, αυτοί που είχαν αφρικανική καταγωγή δεν μπορούσαν να ψηφίσουν ακόμη και αν πολιτογραφούνταν. Οι γυναίκες επίσης, και ανεξάρτητα από την καταγωγή τους, δεν είχαν κανένα δικαίωμα ψήφου μέχρι το 1920. Η πολιτογράφηση όλων αυτών των ξένων είχε μια αργή, αντικρουόμενη και αυξητική ιστορία.

Ενώ η φυλή ήταν ένα συμβολικό διακριτικό του συνόρου μεταξύ των δυνατών κρατών και της άλλης πλευράς, ήταν μεγάλης σημασίας για την πολιτογράφηση των ξένων γυναικών. Η μεγάλη πλειονότητα των ανδρών και των γυναικών, της άλλης πλευράς, δεν είχαν δυνατές εθνικές ταυτότητες όταν έφταναν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήρθαν αντίθετα με τοπικές, εθνικές, θρησκευτικές και οικογενειακές αφοσιώσεις. Ολοένα και περισσότεροι άντρες της άλλης πλευράς, απαίτησαν εθνικές ταυτότητες και τα πλεονεκτήματα της πολιτογράφησης και της συμμετοχής στην πολιτική ζωή, σαν άντρες, κατά τη διάρκεια του δεκάτου ενάτου αιώνα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, πολλοί από αυτούς τους άντρες βρήκαν τον δρόμο, προς την υπηκοότητα, την πολιτική συμμετοχή και την εθνική ταυτότητα ανοιχτό, μολονότι μπορούσαν να γίνουν μόνο ψηφοφόροι εθνικών συνασπισμών ή εθνικοί υποψήφιοι ή στρατιώτες από τον εμφύλιο πόλεμο μέχρι τον πόλεμο του Βιετνάμ.

Η πολιτογράφηση των μεταναστριών, όπως αυτές των Ασιατικών μεταναστεύσεων, των φυλετικών μειονοτήτων και των λευκών αυτοχθόνων γυναικών, ακολούθησαν τον δικό τους δρόμο. Οι λευκές μετανάστριες κέρδιζαν την υπηκοότητα, αρχικά όχι σαν ιδιώτες αλλά σαν εξαρτώμενες από την οικογένεια. Η υπηκοότητα έφερε μικρή ανταπόδοση πριν το 1920 και την απελευθέρωση των γυναικών γενικά. Η Δέκατη Ένατη Τροπολογία, επιπλέον, εθνικοποίησε τους πολιτογραφημένους Ευρωπαίους μετανάστες σαν γυναίκες - όχι σαν ξένες ή σαν μέλη εθνικών ομάδων. Οι γυναίκες αφρικανικής ή ασιατικής καταγωγής, σε αντίθεση, βρήκαν πρόσβαση στην εθνική ζωή, μαζί με τους άντρες του ίδιου υπόβαθρου - και συνήθως αρκετά μετά το 1920. Από όλες αυτές τις γυναίκες το κράτος απαιτούσε υπηρεσίες σαν συζύγους και μητέρες, όχι σαν ηγέτες και κυβερνήτες, γιατί μέχρι πρόσφατα η πολιτική παρέμεινε σχεδόν απρόσιτη για όλες τις γυναίκες.

Στην εθνική πατριωτική μυθολογία, τότε οι μετανάστριες σπάνια συμμετέχουν στο «εμείς που χτίσαμε τις Ηνωμένες Πολιτείες». Η άφιξη αρκετών κυμάτων μεταναστών, έχει ενισχύσει τις απόψεις των Αμερικανών για την πατρίδα τους σαν μια γη που οι ξένοι αναζητούσαν ενεργά και εθελοντικά. Παρ’ όλα αυτά, όπως αναφέρθηκε, η νομοθεσία των Ηνωμένων Πολιτειών σήμερα διασφαλίζει ότι ο γάμος και οι οικογενειακοί σύνδεσμοι, και όχι η ατομική πρωτοβουλία των γυναικών και η αναζήτηση οικονομικής κινητικότητας, φέρνουν το μεγαλύτερο μέρος των μεταναστριών στις Ηνωμένες Πολιτείες διαιωνίζοντας τα παλιότερα στερεότυπα των μεταναστριών σαν παθητικούς δέκτες, και όχι ενεργούς δημιουργούς του αμερικανικού τους μέλλοντος.

Εκμοντερνισμός και γυναικεία αυτονομία

Οι μετανάστριες ούτε ποτέ δεν γινόντουσαν «Αμερικανίδες» στην διαδικασία του να γίνουν Αμερικανοί πολίτες. Το αν η Τζαμαϊκανή νοσοκόμα ταξιδεύει σήμερα στο Λονδίνο ή στη Νέα Υόρκη, θεωρεί ότι αλλάζει συμπεριφορά με πολλούς παράλληλους τρόπους. Και στα δύο μέρη, επίσης, η νοσοκόμα είναι πιθανό να διατηρήσει δεσμούς με την πατρίδα της και μια αίσθηση ταυτότητας σαν Τζαμαϊκανή. Από αυτή την άποψη, οι μελετητές έχουν δίκιο που απορρίπτουν, την αμερικανοποίηση, σαν μια περιγραφή των μεταβαλλόμενων ζωών των μεταναστών. Ο όρος με τον οποίο συνήθως αντικαθιστούν την αμερικανοποίηση - ο εκμοντερνισμός - είναι επίσης προβληματικός.

Σαν μια περιγραφή της πολιτισμικής αλλαγής μεταξύ των μεταναστριών ο «εκμοντερνισμός» έχει τόσο μικρή αξία όση και η «αμερικανοποίηση». Ο εκμοντερνισμός χρησιμοποιείται συνήθως για να επισημάνει τις ευκαιρίες που ανοίγει, και όχι τις πιθανότητες που αποκλείει. Αυτές οι ευκαιρίες είναι προφανείς για τους Αμερικανούς, συμπεριλαμβάνουν το ατομικό μεροκάματο, την μόρφωση, την ελεύθερη κίνηση, την τάση αποκλεισμού θρησκευτικών προτύπων τις συμμετοχικές πολιτικές σε μια φιλελεύθερη δημόσια σφαίρα. Έτσι ο εκμοντερνισμός των μεταναστριών σήμαινε την διαφυγή από τα παραδοσιακά και αρνητικά στερεότυπα για τις γυναίκες, ή ακόμη και από την ίδια την πατριαρχική οργάνωση. Ο εκμοντερνισμός, με άλλα λόγια, ορίστηκε μέσω των αρνητικών αντιθέσεων μεταξύ των ζωών των αντρών και των γυναικών της άλλης πλευράς, και αυτές των δυνατότερων κρατών του κόσμου. Ο εκμοντερνισμός δεν ήταν ένας όρος με ουδέτερη σημασία, και πολλοί κοινωνικοί επιστήμονες απέρριψαν ακριβώς για αυτόν τον λόγο.

Οι μετανάστριες δεν έβλεπαν υποχρεωτικά τις προηγούμενες ζωές τους, ή τις ζωές των μεταναστριών μητέρων τους αρνητικά. Γενικά δεν υποφέρανε ασυνήθιστα από την κυριαρχία των αντρών στην άλλη πλευρά, ούτε διέφευγαν στον μοντέρνο κόσμο ελεύθεροι από την πατριαρχική οργάνωση κοινωνίας. Και δεν δεχόντουσαν τις ζωές των μοντέρνων Αμερικανίδων σαν αναμφίβολα θετικά πρότυπα. Όπως οι ανθρωπολόγοι, που καταγράφουν τον εγκλεισμό στο σπίτι των γυναικών του Τρίτου Κόσμου υπό την αποικιοκρατία, ή των Μαρξιστών που αποδίδουν την φτώχεια στην προλεταριοποίηση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, οι μετανάστριες ήξεραν ότι το να διασχίσουν τα σύνορα από την άλλη πλευρά, έφερνα και απώλειες μαζί με τις νέες ευκαιρίες. Για αυτούς, η μεγαλύτερη πρόκληση της μετανάστευσης ήταν να απαιτήσουν νέες μορφές δύναμης - είτε με τη μορφή ενός ατομικού μισθού, την επιλογή συζύγου ή τον ελεύθερο χρόνο - χωρίς να χάσουν τους παλιούς θηλυκούς τρόπους επιρροής μέσα στις κοινωνίες και τα δίκτυα των συγγενών. Για πολλούς, ο στόχος θα ήταν τόσο βολικός και τόσο αποδεκτός όσο και κάθε Αμερικανός ενώ ακόμη παρέμενε “mensch”. Η επιθυμία να παραμείνουν mensch σε μια χώρα κυριαρχούμενη από ατομικές αξίες ήταν βασική στην αναπαραγωγή των οικογενειακών και των εθνικών παραδόσεων από τις γυναίκες, καθώς και στην πιο σταθερή (σε σχέση με τους άντρες) απαίτηση για εθνικές ταυτότητες.

Συνεχίζοντας να θεωρούν τους εαυτούς τους σαν εθνικές Αμερικανίδες, οι μετανάστριες μπορούσαν να συμπεριφέρονται με καινούριους και μοντέρνους τρόπους χωρίς να πετούνε τις αξίες που μάθανε στην άλλη πλευρά. Κρατώντας τις παραδοσιακές αξίες, μπορούσαν να προστατεύσουν τους εαυτούς τους από το τίμημα που ο εκμοντερνισμός μπορούσε να τις κάνει να πληρώσουν κυρίως κοινωνική απομόνωση, την απώλεια της καταγωγής τους και την φτώχεια. Μπορούσαν να γίνουν όπως το έθεσε η Maria Zambello «το ίδιο καλές», «το ίδιο ενημερωμένες» και «το ίδιο ευγενικές» ενώ ακόμη παρέμεναν «νεαρές Ιταλίδες». Με τις ικανότητές τους σαν «άνθρωποι των ανθρώπων» οι γυναίκες της άλλης πλευράς, που τώρα πιο συχνά εκφράζονται από τις γυναίκες του Τρίτου Κόσμου και τις φεμινίστριες των μειονοτήτων στις Ηνωμένες Πολιτείες, θυμίζουν στις Αμερικανίδες, και σε όσες από αυτές είναι φεμινίστριες, μερικά από τα όρια του οράματος του εκμοντερνισμού. Προσφέρουν εναλλακτικές όψεις, όχι μόνο για την γυναικεία χειραφέτηση, αλλά και για τη σημασία μιας καλής ζωής για όλους.

Η Παπάζογλου – Μάργαρη, μέσα από “ Το Χρονικό του Χωλστεντ στρητ ”, περιγράφει τη δική της προσωπική εμπειρία. Η ίδια, ύστερα από τη Μικρασιατική καταστροφή έφυγε στην Αμερική ως υιοθετημένη κόρη αμερικανού πολίτη. Η πεζογραφία της συγγραφέως, αξιοποιεί με απλότητα και ειλικρινή συγκίνηση, τον μετανάστη, σαν θέμα, μέσα στην ελληνική πεζογραφία.

Το παρόν βιβλίο ξεκινά με τον ξεριζωμό της συγγραφέως από την Πόλη στην Αμερική. Η συγγραφέας περιγράφει την εγκατάσταση της στο Σικάγο και τις απεγνωσμένες προσπάθειες που έκανε η ίδια σαν ελληνίδα μετανάστρια στην Αμερική να βρει μια πατριώτισσα της, την Ευγενία, για να νιώσει ότι υπάρχει έστω ένας δικός της άνθρωπος στην ξένη γη. Πίστευε ότι αν δεν έχεις κανέναν άνθρωπο απ` τα παλιά σου χρόνια να μιλάς γι `αυτά, είναι σαν να μην τα έζησες! Σαν να πέθανε ο παλιός σου εαυτός!Η πληγή του ξεριζωμού ήταν χαραγμένη στην ψυχή της, ώσπου όταν ανακαλύπτει την Ευγενία, συνειδητοποιεί ότι δεν είναι πια ο ίδιος άνθρωπος που γνώριζε όταν έφυγε από την πατρίδα, ότι η ζωή στην ξενιτιά την έχει αλλάξει και δεν νιώθει πια την ανάγκη να μιλά για τα παλιά.

Στη συνέχεια, διηγείται το γράμμα μιας μάνας που έπεσε τυχαία στα χέρια της και η οποία το έστελνε στο γιο της που είχε ξενιτευτεί από χρόνια στην Αμερική και απάντηση δεν είχε πάρει εδώ και χρόνια. Πρόκειται για ένα κομμάτι του βιβλίου ιδιαίτερα συγκινητικό καθώς αναδεικνύεται η λαχτάρα και η αγάπη που έχει μια μάνα για το παιδί της που βρίσκεται στα ξένα. Και η οποία παρακαλά την Παναγιά να ανταμώσει το πολυαγαπημένο της παιδί και μετά ας κλείσει τα μάτια της.Που να ήξερε, όμως, η άμοιρη μάνα ότι το “μονάκριβο αστέρι” της πέθανε στο ξένο χώμα…

Ακολούθως, αναφέρεται στη συνήθεια που είχαν οι γραικοί στην Αμερική να παίρνουν νύφες με φωτογραφία. Οι γραικοί, προκειμένου να πάρουν γυναίκες απ` την πατρίδα, έπαιρναν φωτογραφία τους και ύστερα τις περίμεναν με το πλοίο στην Αμερική για να τις παντρευτούν.Πρόκειται για μια κατάσταση που μας παραπέμπει στην ομότιτλη ταινία “Νύφες”, στην οποία πολυάριθμες γυναίκες ταξίδευαν στην Αμερική προκειμένου να κάνουν οικογένεια με ρωμιούς.

Η συγγραφέας σε πολλά σημεία του βιβλίου, τονίζει την ανάγκη που είχαν οι μετανάστες στην Αμερική να μιλούν τη γλώσσα τους, την ελληνική γλώσσα. Ύστερα από πολλά χρόνια διαμονής στην ξενιτιά και συναναστροφής με ξένους, είχαν μάθει πλέον αρκετά εγγλέζικα και αυτή ήταν η γλώσσα επικοινωνίας. Έτσι, όταν συναντούσαν έναν γραικό η χαρά τους που θα μιλούσαν τη μητρική τους γλώσσα, ήταν απεριόριστη.

Το Χωλστεντ στρητ δεν είναι ένας δρόμος, είναι ένας κόσμος, που δεν φτάνει μια μέρα για να το περπατήσεις από τη μια άκρη στην άλλη. Γεμάτο σπίτια, πολυκατοικίες, μαγαζιά, και άνθρωποι όλων των φυλών που μιλούν πολλές γλώσσες. Μέσα από το συγκεκριμένο βιβλίο περιγράφηκε η ζωή των μεταναστών και μεταναστριών σε μια τεράστια χώρα, όπως η Αμερική από μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα που άφησαν πατρίδα, οικογένεια και παρελθόν για να “καζαντίσουν” και γενικά να προσφέρουν στον εαυτό τους και στους απόγονους τους, ένα καλύτερο αύριο.

Τα διηγήματα της Μάργαρη αποτελούν μια αυθεντική απεικόνιση της ζωής των ξενιτεμένων παιδιών της Ελλάδας που ξεριζώθηκαν από το χώμα τους και προσπαθούν να φτιάξουν τη ζωή τους σε έναν άλλο, τόσο αλλιώτικο, τόπο! Όσο κι αν ο τόπος αυτός είναι πλούσιος και μεγάλος, δεν μπορεί να αντιπαλέψει τη δύναμη των πρώτων ριζών. Οι ψυχές μένουν μετέωρες…