ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

2ο Διεθνές Συνέδριο Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας

Οι "Αγορές" και η Πολιτική
Ιδιωτικά συμφέροντα και δημόσια εξουσία (18ος-20ός αιώνας)

Βόλος, 10-12 Φεβρουαρίου 2012

To σκεπτικό του συνεδρίου Οργανωτές και χορηγοί Συμμετέχοντες Το πρόγραμμα του συνεδρίου Το πρακτικά του συνεδρίου

Περιλήψεις

Θάνος Ανδρίτσος & Δημήτρης Πούλιος «Ο Φούρνος του Χότζα»: Προσεγγίζοντας τις «ελληνικές ιδιαιτερότητες». Πολεοδομική πρακτική, δημόσια εξουσία και ιδιωτικά συμφέροντα (19ος-21ος αι.)

Στο βιβλίο «Δικαίωμα στη Πόλη» ο Henry Lefebvre προσπαθεί να δώσει ένα ορισμό στο αστικό φαινόμενο. Ορίζει έτσι τη πόλη ως το τόπο συνάντησης διαφόρων «προτύπων ζωής», ως ένα «σύνολο διαφορών» αλλά κυρίως ως τη «προβολή της κοινωνίας πάνω στο έδαφος» (Lefebvre : 2007). Υιοθετώντας αυτό τον ορισμό η εισήγηση θα προσπαθήσει να αναγνώσει το ελληνικό αστικό φαινόμενο μέσα από του ρόλους της πολιτικής, της οικονομίας αλλά και ευρύτερα της κρατικής και δημόσιας εξουσίας από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι και σήμερα. Το χρονικό πλαίσιο είναι ευρύ και γι’ αυτό θα επικεντρωθούμε στη παρουσίαση μιας μεθοδολογίας ανάλυσης της ελληνικής πόλης. Παράλληλα όμως υποστηρίζουμε ότι για να ερμηνεύσουμε το φαινόμενο «Ελληνική Πόλη» σήμερα, πρέπει να ξεκινήσουμε από τις αρχές του 19ου αιώνα, αυτή η περιοδολόγηση κρίνεται αναγκαία καθώς πολλές ιδιαιτερότητες έχουν τις ρίζες τους στα πρώτα βήματα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού εκείνης της εποχής.
Όπως ακριβώς και η ελληνική κοινωνία, οι πόλεις στην Ελλάδα δε μπορούν να χαρακτηριστούν εύκολα από αναλύσεις για «Τη» πόλη ή «Το» αστικό φαινόμενο (Leontidou : 1995). Σύγχρονες ερμηνείες καταλήγουν στα συμπέρασμα ότι τα βασικά χαρακτηριστικά εξέλιξης των ελληνικών πόλεων, είναι η απουσία σχεδιασμού, η παρανομία, και η αυτό-στέγαση νόμιμη ή και σε πολλές περιπτώσεις αυθαίρετη (Gospodini : 2001, Leontidou : 1995, Mantouvalou κ.α. : 1995). Οι συνειρμοί με την ελληνική κοινωνία είναι ξεκάθαροι και εδώ έχουν αφετηρία θεωρίες για την «ιδιαιτερότητα των Ελλήνων», ή τη «διαστρεβλωμένη ανάπτυξη» της χώρας. Οι ρίζες όμως αυτών των χαρακτηριστικών είναι διαφορετικές και συνδέονται άμεσα με το πεδίο της οικονομίας και της πολιτικής. Όπως σημειώνει και ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, η ελληνική κοινωνία δεν είναι αποτέλεσμα μια «ελληνική ιδιαιτερότητας, η οποία θα παρέπεμπε την ανάλυση σε μια ιδιαίτερη «φύση» της ελληνικής πατρίδας». Ούτε όμως «μια νόθευση, μια διαστρέβλωση ή ελλιπής έκφραση ενός δήθεν «γνήσιου» και σωστού μηχανισμού, όπως αναπτύσσεται στη Δύση». Είναι αποτέλεσμα της εισαγωγής θεσμών και προτύπων που λειτούργησαν μέσα σε μια πραγματικότητα διαφορετική από της Δύσης. Θεσμών και προτύπων που δε λειτούργησαν απλά διαφορετικά, αλλά επίσης «βιώθηκαν, αντιπαρατέθηκαν… με ένα διαφορετικό σύστημα συλλογικών παραστάσεων και κοσμοθεωρήσεων» (Τσουκαλάς : 1991). Αυτή τη διαφορετική πραγματικότητα θα τη δούμε μέσα τις φάσεις ανάπτυξης της ελληνικής πόλης. Επιλέγουμε να χωρίσουμε τη χρονική περίοδο που μελετάμε σε τρία μέρη:
Το πρώτο ξεκινάει με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους και φτάνει στο μεσοπόλεμο. Ουσιαστικά ταυτίζεται με τα πρώτα βήματα του ελληνικού κεφαλαίου και το τέλος της γεωγραφικής επέκτασης του ελληνικού κράτους. Είναι η περίοδος της νεοκλασικής πόλης.
Το δεύτερο είναι η μεταπολεμική περίοδος και οι πρώτος δεκαετίες της μεταπολίτευσης. Είναι η περίοδος του μοντέρνου εκσυγχρονισμού της ελληνικής πόλης και της έντονης αστικοποίησης.
Το τρίτο αρχίζει με την ευφορία της ελεύθερης αγοράς και καταλήγει στην οικονομική κρίση του σήμερα. Είναι η περίοδος της προσπάθειας μετασχηματισμών στη κατεύθυνση της «επιχειρηματικής πόλης».
Όλο το χρονικό πλαίσιο θα το φιλτράρουμε μέσα από τις σχέσεις που δημιουργούν οι πολιτικές γης, ο τρόπος συγκρότησης του κράτους καθώς και οι σχέσεις κράτους, πολιτικής και ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Η σύγχρονη ελληνική πόλη γεννιέται σε ένα τοπίο κατεστραμμένο από τις πολεμικές εκστρατείες, τις επιδρομές, τις εμφύλιες συγκρούσεις που έφερε η επταετία του Απελευθερωτικού Αγώνα (1821-1827). Οι παραγωγικές μονάδες είχαν καταστραφεί, βιοτεχνίες είχαν εγκαταλειφθεί, γεωργικές εκτάσεις έμειναν ακαλλιέργητες. Το σημαντικό όμως για το οικιστικό μέλλον του νέου κράτους δεν ήταν οι συνέπειες των πολεμικών συγκρούσεων, αλλά η «ίδια η δημιουργία του» (Καυκούλα κ.α. 1990). Πράγματι η συγκρότηση μιας νέας, οικονομικά ανεξάρτητης κρατικής οντότητας σε μια επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν ο βασικός καταλύτης όλων των χαρακτηριστικών τόσο της ελληνικής κοινωνίας όσο και της ελληνικής πόλης. Οι προσπάθειες μετατροπής και ανασυγκρότησης του ελλαδικού χώρου, από τον οθωμανικό φεουδαλισμό στο δυτικό καπιταλισμό, καθορίζουν όλο το κοινωνικό, οικιστικό, οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Η ιστορία της ελληνικής πολεοδομίας ξεκινάει ακριβώς εκείνη την περίοδο, με τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους. Είναι τότε που το «σχέδιο της νεοκλασικής πόλης των Ευρωπαίων ηγεμόνων και των ανερχόμενων αστών εισάγεται στο τόπο προέλευσης του Κλασικισμού, όπου όμως ούτε ηγεμόνες υπάρχουν, ούτε αστοί, ούτε πόλεις» (Βαϊου κ.α. : 2000). Η συνθήκη αυτή και οι ιδιομορφίες που γέννησε είναι εμποτισμένες στο γενετικό υλικό της Ελληνικής πόλης, αλλά απαραίτητες για τη συγκρότηση του κρατικού μηχανισμού και τη δημιουργία εθνικής αστικής ταυτότητας στο νέο κράτος. Η ρήξη με το οθωμανικό παρελθόν στην κατεύθυνση ενός νέου αστικού κράτους προέβλεπε τη διάλυση των τοπικών δομών εξουσίας και την αλλαγή των παραγωγικών διαδικασιών. Σε αυτή τη λογική γίνονται δύο αλλαγές που το αντίκτυπο τους θεωρούμε ότι είναι βασικό στην ελληνική πόλη και την ανοικοδόμησή της. Το πρώτο έχει να κάνει με τη συγκρότηση του κράτους και της διοικητικής γεωγραφίας του και το δεύτερο με το καθεστώς ιδιοκτησίας.


<<