4-7 Δεκεμβρίου 2008 | ||||||||||||||||
Αμφιθέατρο "Δημήτρης Σαράτσης" Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Αργοναυτών και Φιλελλήνων - Βόλος |
||||||||||||||||
|
||||||||||||||||
|
Περιλήψεις εργασιώνΧΑΤΖΗΤΟΥΛΟΥΣΗΣ Σταμάτης Ι. και ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ Γεώργιος Χ. Στόχος αυτής της ανακοίνωσης είναι να στρέψει την προσοχή των Ελλήνων αρχαιολόγων σε έναν κλάδο της αρχαιολογίας, ο οποίος έχει παραγκωνιστεί μέχρι σήμερα και αφορά στη μελέτη των ένυδρων θέσεων. Η φύση των ταφονομικών αποθέσεων στις ένυδρες θέσεις και η ποικιλομορφία των περιβαλλοντικών και πολιτισμικών οργανικών καταλοίπων που διατηρούνται σε αυτές δημιουργούν ευνοϊκότατες προϋποθέσεις για μία όσο το δυνατόν πιο εμπεριστατωμένη αποκατάσταση της σύνθεσης και δομής του φυσικού και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος (μέσω αναλύσεων περιβαλλοντικών, όπως η παλαιομικρομορφολογία, η παλυνολογία, οι ανθρακολογικές και ιζηματολογικές αναλύσεις, η δενδροχρονολόγηση και αναλύσεις που αφορούν το ένυδρο ξύλο) και παράλληλα για τη διερεύνηση των διαφόρων πτυχών της ανθρώπινης δραστηριότητας (οικιστικές επιλογές, τεχνολογικές επινοήσεις, οικονομικές αποφάσεις, ιδεολογικές αντιλήψεις). Η συστηματική διερεύνηση μίας ένυδρης θέσης απασχόλησε για πρώτη φορά την αρχαιολογική έρευνα στην Ελλάδα με την περίπτωση του λιμναίου νεολιθικού οικισμού στο Δισπηλιό Καστοριάς, όπου διενεργήθηκε μεγάλο εύρος περιβαλλοντικών αναλύσεων σχετικών με τα οργανικά κατάλοιπα που διατηρήθηκαν στη θέση αυτή. Μεταξύ αυτών μπορούμε να ξεχωρίσουμε την πρώτη, μέσα στα όρια του ελλαδικού χώρου, μελέτη με αντικείμενο τα ένυδρα ξύλα, η οποία συνέβαλε: 1. Στην πληρέστερη ανασύνθεση του δασικού περίγυρου της προϊστορικής εγκατάστασης με τον εντοπισμό δασοπονικών ειδών υπο-αντιπροσωπευμένων στις παλυνολογικές και ανθρακολογικές αναλύσεις. 2. Στη διαπίστωση εφαρμογής συγκεκριμένων πρακτικών διαχείρισης των δασικών πόρων (αποψιλωτικές επιχειρήσεις). 3. Στην αποκατάσταση των τεχνικών κατεργασίας και στην ανίχνευση των πιθανών εργαλειακών τύπων που χρησιμοποιούνταν για την κατεργασία της ξυλείας. 4. Στη διαφώτιση του πεδίου λήψης αποφάσεων όσον αφορά τον εντοπισμό, τη συγκομιδή, τη μεταφορά, τον τόπο επεξεργασίας και την ειδική χρήση της ξυλείας. Παρόλα αυτά, ο πλούτος των πληροφοριών που μπορούν να προέλθουν από παρόμοιες ένυδρες θέσεις παραμένει ανεκμετάλλευτος, παρόλο που, τουλάχιστον στο χώρο της βορείου Ελλάδος, υπάρχει πλήθος υγροτόπων (ελών, λιμνών, παράκτιων ή παραποτάμιων περιοχών) κατάλληλων για κατοίκηση κατά το μακρινό παρελθόν και ικανών χάρη στα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά τους να έχουν διατηρήσει σε πολύ καλή κατάσταση πιθανές αρχαιολογικές αποθέσεις. Οι θέσεις αυτές είτε έχουν καταγραφεί με επιφανειακή έρευνα (π.χ. σε λίμνες της δυτικής Μακεδονίας) είτε έχουν αποσπασματικά ερευνηθεί (π.χ. Πρόδρομος Καρδίτσας, βόρεια Εορδαία,) ενώ το υλικό που έχει προκύψει από αυτές δεν έχει μελετηθεί συστηματικά. Μία ενδεχόμενη στροφή του ενδιαφέροντος της αρχαιολογικής έρευνας στην Ελλάδα σε αυτού του είδους τις θέσεις θα μπορούσε να συμβάλει στη συμπλήρωση της αρχαιολογικής ερμηνείας βασιζόμενη σ’ ένα σημαντικό απόθεμα πληροφοριών και εστιάζοντας στη διερεύνηση της δυναμικής φύσης αυτών των φυσικών και ανθρωπογενών τοπίων, των διαδικασιών εγκατάστασης, προσαρμογής, εκμετάλλευσης και αυτοπροσδιορισμού του ανθρώπου μέσα από αυτά και επίσης, στην αναζήτηση στοιχείων (κοινωνικοοικονομικής) ποικιλομορφίας μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων εγκατεστημένων σε διαφορετικές μικροπεριβαλλοντικές ζώνες.
© 2008: ΠΘ, ΑΠΘ, ΥΠΠΟ |
|||||||||||||||